Ο Βουκεφάλας υπήρξε το άλογο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και θεωρείται από ορισμένους ο πιο διάσημος ίππος της ιστορίας. Η πρώτη συνάντηση του Αλεξάνδρου με τον Βουκεφάλα ήταν ξεχωριστή και ανέδειξε τον αληθινό χαρακτήρα ενός από τους μεγαλύτερους στρατηγούς της ιστορίας.
Η πρόκληση
Αρχικά, ο Βουκεφάλας έφτασε στην Μακεδονία και παρουσιάστηκε στον βασιλέα, τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας (τον πατέρα του Αλεξάνδρου), το 346 π.Χ. από τον Φιλόνικο τον Θεσσαλό. Με τιμή σχεδόν τρεις φορές το συνηθισμένο (13 τάλαντα), το όμορφο μαύρο άτι ήταν ψηλότερο από τα υπόλοιπα κοινά Μακεδονικά αλλά το θεώρησαν πολύ άγριο και ατίθασο, αποφεύγοντας όποιον το πλησίαζε. Ο Φίλιππος διέταξε να το απομακρύνουν.
Ο Αλέξανδρος καθόταν στο κοινό με τη μητέρα του την Ολυμπία παρακολουθώντας το θέαμα. Καθώς οι παρευρισκόμενοι προσπαθούσαν να διώξουν τον Βουκεφάλα, ο Αλέξανδρος σηκώθηκε, αποκαλώντας τους δηλούς. Σύμφωνα με την βιογραφία του Αλέξανδρου κατά τον Πλούταρχο, ο νεαρός πρίγκιπας είπε. “οἷον ἵππον ἀπολλύουσι, δι᾽ ἀπειρίαν καὶ μαλακίαν χρήσασθαι μὴ δυνάμενοι” (τι άλογο χάνουν από απειρία και μαλθακότητα να το τιθασεύσουν). Στην αρχή, ο Φίλιππος αγνόησε την πρόκληση, αλλά τελικά απευθύνθηκε στον γιό του λέγοντας: “ἐπιτιμᾷς σὺ πρεσβυτέροις ὥς τι πλέον αὐτὸς εἰδὼς ἢ μᾶλλον ἵππῳ χρήσασθαι δυνάμενος;” (κατακρίνεις εσύ τους μεγαλυτέρους σου λες και είσαι ικανότερος από αυτούς να το δαμάσεις?). Ο Αλέξανδρος, όμως, αγνοώντας το σχόλιο του πατέρα του, επανάλαβε την πρόκλησή του δηλώνοντας ότι θα πλήρωνε για το άλογο ο ίδιος εάν δεν κατάφερνε να το δαμάσει.
Με τους άλλους να γελάνε, ο Αλέξανδρος πλησίασε ήρεμα το άλογο που αργότερα θα ονόμαζε Βουκεφάλα. Είχε παρατηρήσει κάτι που διέφυγε στους υπόλοιπους - ότι το άλογο φοβόταν την ίδια του τη σκιά. Στρέφοντας τον Βουκεφάλα προς τον ήλιο ώστε η σκιά του να πάει από πίσω και παίρνοντας αργά τα ηνία στο χέρι, ο Αλέξανδρος το καβάλησε. Τα γέλια του κοινού έγιναν ζητωκραυγή καθώς ο πρίγκιπας απομακρύνθηκε ιππεύοντας.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, όταν ο Αλέξανδρος επέστρεψε στον χώρο με τον Βουκεφάλα και κατέβηκε, ο Φίλιππος είπε: “ὦ παῖ, ζήτει σεαυτῷ βασιλείαν ἴσην· Μακεδονία γάρ σ᾽ οὐ χωρεῖ” (τέκνον μου, κοίτα να βρείς βασίλειο ισάξιο σου γιατί η Μακεδονία δεν σου είναι αρκετή). Οι ιστορικοί θεωρούν ότι το εξημέρωμα του ως τότε ατίθασου Βουκεφάλα ήταν σημείο σταθμός στη ζωή του νεαρού πρίγκιπα, καταδεικνύοντας την αυτοπεποίθηση και την αποφασιστικότητα που θα έδειχνε και αργότερα στην εκστρατεία του στην Ασία.
Ο σύντροφος του Αλεξάνδρου
Ο Βουκεφάλας και ο Αλέξανδρος έγιναν αχώριστοι, και μόνο αυτός μπορούσε να τον ιππεύσει, όπως και έκανε, σε κάθε μάχη από τις κατακτήσεις των ελληνικών πόλεων-κρατών και της Θήβας μέχρι τη μάχη στα Γαυγάμηλα και μετά στην Ινδία. Μετά την καταληκτική ήττα του Δαρίου Γ’, απήγαγαν τον Βουκεφάλα όσο ο Αλέξανδρος απουσίαζε σε εκδρομή. Με την επιστροφή του και μαθαίνοντας την είδηση, απείλησε ότι θα έκοβε κάθε δένδρο, θα κατέστρεφε ολοσχερώς τα εδάφη, και θα σκότωνε κάθε κάτοικο της περιοχής αν δεν το επέστρεφαν. Το άλογο επεστράφη σύντομα μαζί με παράκληση για έλεος.
Μολονότι οι ιστορικοί διαφωνούν ως προς την αιτία θανάτου του Βουκεφάλα - κάποιοι θεωρούν ότι πέθανε τελικά από τραύματα μάχης - οι περισσότεροι συμφωνούν ότι πέθανε από γηρατειά μετά την μάχη στον Υδάσπη ποταμό (326 π.Χ.). Αν και ο Πλούταρχος αναφέρει και τις δύο πιθανές αιτίες, παραθέτει ότι ο Ονησίκριτος, ιστορικός που συνόδευε τον Αλέξανδρο στις εκστρατείες του, ανέφερε ότι το άλογο πέθανε όντως από γηρατειά. Όπως και να πέθανε ο Βουκεφάλας, πενθώντας τον, ο Αλέξανδρος ίδρυσε πόλη στην μνήμη του αγαπημένου του ίππου που ονομάστηκε Βουκεφάλα. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ο Αλέξανδρος ίδρυσε και μια άλλη πόλη για τον αγαπημένο του σκύλο, τον Περίτα.