Ο αρχαίος αιγυπτιακός πολιτισμός άκμασε μεταξύ του 6000 π.Χ. περίπου με την ανάπτυξη της τεχνολογίας (όπως αποδεικνύεται στην υαλουργία της φαγεντιανής) και του 30 π.Χ. με το θάνατο της Κλεοπάτρας Ζ΄, της τελευταίας Πτολεμαίας ηγέτιδος της Αιγύπτου. Σήμερα, η τεχνολογία αυτή είναι διάσημη για τα μεγάλα μνημεία που δοξάζονταν κατά τους θριάμβους των ηγεμόνων και τιμούσαν τους θεούς της χώρας.
Ο πολιτισμός αυτός συχνά παρεξηγείται ως εμμονικός με τον θάνατο, αλλά, αν ήταν έτσι, είναι απίθανο να είχε κάνει τη σημαντική εντύπωση που έκανε σε άλλους αρχαίους πολιτισμούς, όπως η Ελλάδα και η Ρώμη. Ο αιγυπτιακός πολιτισμός ήταν, στην πραγματικότητα, ζωογόνος, όπως γράφει η μελετήτρια Salima Ikram:
Κρίνοντας από τον αριθμό των τάφων και των μουμιών που άφησαν πίσω τους οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι είχαν εμμονή με τον θάνατο. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει. Οι Αιγύπτιοι είχαν εμμονή με τη ζωή και τη συνέχισή της και όχι με μια νοσηρή γοητεία για τον θάνατο. Οι τάφοι, οι νεκρικοί ναοί και οι μούμιες που παρήγαγαν ήταν ένας εορτασμός της ζωής και ένα μέσο για τη συνέχισή της στην αιωνιότητα... Για τους Αιγυπτίους, όπως και για άλλους πολιτισμούς, ο θάνατος ήταν μέρος του ταξιδιού της ζωής, με τον θάνατο να σηματοδοτεί μια μετάβαση ή μεταμόρφωση μετά την οποία η ζωή συνεχίζεται με άλλη μορφή, την πνευματική και όχι τη σωματική. (ix)
Αυτό το πάθος για τη ζωή εμφύσησε στους αρχαίους Αιγυπτίους μια μεγάλη αγάπη για τη γη τους, καθώς πίστευαν ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερο μέρος από τον τόπο τους για να απολαύσει κανείς την ίδια την ζωή. Παρ' όλο οι κατώτερες τάξεις στην Αίγυπτο, όπως και αλλού, ζούσαν με πολύ λιγότερα χρήματα από τις πιο εύπορες, φαίνεται ότι εξακολουθούσαν να εκτιμούν τη ζωή με τον ίδιο τρόπο που εκτιμούσαν και οι πλουσιότεροι πολίτες. Αυτό αποδεικνύεται στην έννοια της ευγνωμοσύνης και στο τελετουργικό που είναι γνωστό ως "Τα Πέντε Δώρα της Άθωρ", στο οποίο οι φτωχοί εργάτες ενθαρρύνονταν να εξετάζουν τα δάχτυλα του αριστερού τους χεριού (το χέρι το οποίο χρησιμοποιούσαν καθημερινά για να θερίσουν τα χωράφια) και να αναλογιστούν τα πέντε πράγματα για τα οποία ήταν περισσότερο ευγνώμονες στη ζωή τους. Η αχαριστία θεωρούνταν "μονοπάτι προς την αμαρτία", καθώς οδηγούσε σε όλα τα άλλα είδη αρνητικής σκέψης και συνακόλουθης συμπεριφοράς. Παρατηρήθηκε πως, μόλις αισθανόταν κανείς αχάριστος, τότε ήταν ικανός να επιδοθεί περαιτέρω σε κακή συμπεριφορά. Η λατρεία της Άθωρ ήταν πολύ δημοφιλής στην Αίγυπτο, μεταξύ όλων των τάξεων, και αποτελεί την επιτομή της πρωταρχικής σημασίας της ευγνωμοσύνης στον αιγυπτιακό πολιτισμό.
Θρησκεία στην Αρχαία Αίγυπτο
Η θρησκεία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής κάθε Αιγύπτιου. Όπως και οι λαοί της Μεσοποταμίας, οι Αιγύπτιοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους συνεργάτες με τους θεούς, αλλά με μια σημαντική διαφορά: ενώ οι λαοί της Μεσοποταμίας πίστευαν ότι έπρεπε να συνεργαστούν με τους θεούς τους για να αποτρέψουν την επανάληψη της αρχικής κατάστασης του χάους, οι Αιγύπτιοι αντιλαμβάνονταν ότι οι θεοί τους είχαν ήδη ολοκληρώσει αυτόν τον σκοπό και καθήκον του ανθρώπου ήταν να γιορτάζει αυτό το γεγονός και να ευχαριστεί γι' αυτό. Η λεγόμενη "αιγυπτιακή μυθολογία" ήταν, στην αρχαιότητα, μια δομή πεποιθήσεων εξίσου έγκυρη με οποιαδήποτε αποδεκτή θρησκεία στη σύγχρονη εποχή.
Η αιγυπτιακή θρησκεία δίδασκε στους ανθρώπους ότι, στην αρχή, δεν υπήρχε τίποτε άλλο παρά χαοτικά νερά σε στροβίλους από τα οποία αναδύθηκε ένας μικρός λόφος γνωστός ως Μπεν-Μπεν. Στην κορυφή αυτού του λόφου βρισκόταν ο μεγάλος θεός Ατούμ, ο οποίος έφερε τη δημιουργία στη ζωή αντλώντας τη δύναμη του Χέκα, του θεού της μαγείας. Ο Χέκα θεωρήθηκε ότι προϋπήρχε της δημιουργίας και ήταν η ενέργεια που επέτρεπε στους θεούς να εκτελούν τα καθήκοντά τους. Η μαγεία δικαιολογούσε ολόκληρο τον πολιτισμό και ο Χέκα ήταν η πηγή αυτής της δημιουργικής, διαρκής, αιώνιας δύναμης.
Σε μια άλλη εκδοχή του μύθου, ο Ατούμ δημιουργεί τον κόσμο διαμορφώνοντας πρώτα τον Πτα, τον θεό-δημιουργό, ο οποίος στη συνέχεια κάνει το πραγματικό έργο. Μια άλλη παραλλαγή αυτής της ιστορίας είναι ότι ο Πτα εμφανίστηκε πρώτα και δημιούργησε τον Ατούμ. Μια άλλη, πιο περίτεχνη εκδοχή της ιστορίας δημιουργίας θέλει τον Άτουμ να ζευγαρώνει με τη σκιά του και να δημιουργεί τον Σου (αέρα) και την Τεφνούτ (υγρασία), οι οποίοι στη συνέχεια γεννούν τον κόσμο και τους άλλους θεούς.
Από αυτή την αρχική πράξη δημιουργικής ενέργειας προήλθε όλος ο γνωστός κόσμος και το σύμπαν. Ήταν κατανοητό ότι οι άνθρωποι αποτελούσαν σημαντική πτυχή της δημιουργίας των θεών και ότι κάθε ανθρώπινη ψυχή ήταν εξίσου αιώνια με εκείνη των θεοτήτων που τιμούσαν. Ο θάνατος δεν αποτελούσε το τέλος της ζωής, αλλά την επανένωση της ατομικής ψυχής με το αιώνιο βασίλειο από το οποίο είχε προέλθει.
Η αιγυπτιακή αντίληψη για την ψυχή θεωρούσε ότι αποτελείται από εννέα μέρη:
- Το Κατ (Khat) ήταν το φυσικό σώμα.
- Η Κα (Ka) ήταν η διπλή μορφή του ατόμου.
- Μπα (Ba) ήταν μια όψη πουλιού με ανθρώπινο κεφάλι που μπορούσε να επιταχύνει μεταξύ της γης και των ουρανών
- Shuyet ήταν ο εαυτός της σκιάς
- Ακ (Akh) ήταν ο αθάνατος, μεταμορφωμένος εαυτός
- Οι όψεις Sahu και Sechem ήταν του Ακ.
- Αμπ (Ab) ήταν η καρδιά, η πηγή του καλού και του κακού
- Ρεν (Ren) ήταν το μυστικό όνομα κάποιου.
Το όνομα ενός ατόμου θεωρούνταν τόσο σημαντικό που το πραγματικό όνομα ενός Αιγύπτιου κρατούνταν μυστικό σε όλη του τη ζωή και ήταν γνωστός με ένα παρατσούκλι. Η γνώση του αληθινού ονόματος ενός ατόμου έδινε μαγικές δυνάμεις πάνω στο άτομο αυτό, και αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι ηγεμόνες της Αιγύπτου έπαιρναν άλλο όνομα όταν ανέβαιναν στο θρόνο- δεν ήταν μόνο για να συνδεθεί κανείς συμβολικά με έναν άλλο επιτυχημένο φαραώ, αλλά και μια μορφή προστασίας για να εξασφαλίσει την ασφάλειά του και να βοηθήσει να εγγυηθεί ένα ταξίδι στην αιωνιότητα χωρίς προβλήματα όταν ολοκληρωνόταν η ζωή του στη γη. Σύμφωνα με την ιστορικό Margaret Bunson:
Η αιωνιότητα ήταν μια ατελείωτη περίοδος ύπαρξης που δεν έπρεπε να φοβάται κανένας Αιγύπτιος. Ο όρος "Πηγαίνοντας στο Κα" (αστρική ύπαρξη) χρησιμοποιούνταν σε κάθε εποχή για να εκφράσει τον θάνατο. Το ιερογλυφικό για ένα πτώμα μεταφραζόταν ως "συμμετοχή στην αιώνια ζωή". Ο τάφος ήταν το "Μέγαρο της Αιωνιότητας" και ο νεκρός ήταν ένα Ακ, ένα μεταμορφωμένο πνεύμα. (86)
Η περίφημη αιγυπτιακή μούμια (το όνομα της οποίας προέρχεται από τις περσικές και αραβικές λέξεις για το "κερί" και την "άσφαλτο", muum και mumia) δημιουργήθηκε για να διατηρήσει το φυσικό σώμα του ατόμου (Κατ), χωρίς το οποίο η ψυχή δεν θα μπορούσε να επιτύχει την αθανασία. Καθώς το Κατ και το Κα δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα, το Κα δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει στο Πεδίο των Καλαμιών αν δεν είχε την φυσική υπόσταση στη γη. Οι θεοί που είχαν διαμορφώσει την ψυχή και δημιούργησαν τον κόσμο παρακολουθούσαν σταθερά τους ανθρώπους της Αιγύπτου και άκουγαν και ανταποκρίνονταν στα αιτήματά τους. Ένα διάσημο παράδειγμα αυτού είναι όταν ο Ραμσής Β' περικυκλώθηκε από τους εχθρούς του στη μάχη του Καντές (1274 π.Χ.) και, καλώντας τον θεό Άμμωνα για βοήθεια, βρήκε τη δύναμη να πολεμήσει για να φτάσει σε ασφαλές σημείο. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετά πολύ λιγότερο δραματικά παραδείγματα, που καταγράφονται σε τοίχους ναών, στήλες και θραύσματα παπύρου.
Πολιτιστικές Εξελίξεις & Καθημερινή Ζωή
Ο πάπυρος (από τον οποίο προέρχεται η αγγλική λέξη "paper") ήταν μόνο μία από τις τεχνολογικές προόδους του αρχαίου αιγυπτιακού πολιτισμού. Οι Αιγύπτιοι ήταν επίσης υπεύθυνοι για την ανάπτυξη της ράμπας και του μοχλού και της γεωμετρίας για κατασκευαστικούς σκοπούς, τις εξελίξεις στα μαθηματικά και την αστρονομία (που χρησιμοποιήθηκαν επίσης στις κατασκευές, όπως φαίνεται από τις θέσεις και τις τοποθεσίες των πυραμίδων και ορισμένων ναών, όπως του Αμπού Σιμπέλ), τις βελτιώσεις στην άρδευση και τη γεωργία (που ίσως διδάχθηκαν από τους Μεσοποταμίτες), τη ναυπηγική και την αεροδυναμική (που πιθανώς εισήχθησαν από τους Φοίνικες), τον τροχό (που έφεραν στην Αίγυπτο οι Υκσώς) και την ιατρική.
Ο Γυναικολογικός Πάπυρος Καχούν (περ. 1800 π.Χ.) είναι μια πρώιμη πραγματεία για θέματα γυναικείας υγείας και αντισύλληψης και ο Πάπυρος Έντουιν Σμιθ (περ. 1600 π.Χ.) είναι το παλαιότερο έργο για τις χειρουργικές τεχνικές. Η οδοντιατρική ήταν ευρέως διαδεδομένη και στους Αιγυπτίους αποδίδεται η εφεύρεση της οδοντόκρεμας, των οδοντόβουρτσων, της οδοντογλυφίδας, ακόμη και των μέντες αναπνοής. Δημιούργησαν το άθλημα του μπόουλινγκ και βελτίωσαν την παρασκευή μπύρας όπως εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη Μεσοποταμία. Ωστόσο, οι Αιγύπτιοι δεν εφηύραν την μπύρα. Αυτή η δημοφιλής μυθοπλασία για τους Αιγύπτιους ως τους πρώτους ζυθοποιούς πηγάζει από το γεγονός ότι η αιγυπτιακή μπύρα έμοιαζε περισσότερο με τη σύγχρονη μπύρα από ό,τι εκείνη των Μεσοποταμιτών.
Η υαλουργία, η μεταλλουργία τόσο σε χαλκό όσο και σε χρυσό, και τα έπιπλα ήταν άλλες εξελίξεις του πολιτισμού και η αιγυπτιακή τέχνη και αρχιτεκτονική είναι παγκοσμίως διάσημες για την ακρίβεια και την ομορφιά τους. Η προσωπική υγιεινή και εμφάνιση εκτιμήθηκε ιδιαίτερα και οι Αιγύπτιοι έκαναν τακτικά μπάνιο, αρωματίζονταν με αρώματα και λιβάνια και δημιουργούσαν καλλυντικά που χρησιμοποιούσαν τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες. Η πρακτική του ξυρίσματος εφευρέθηκε από τους Αιγύπτιους, όπως και η περούκα και η βούρτσα μαλλιών.
Μέχρι το 1600 π.Χ. το υδραυλικό ρολόι ήταν σε χρήση στην Αίγυπτο, όπως και το ημερολόγιο. Κάποιοι έχουν μάλιστα υποστηρίξει ότι κατανοούσαν την αρχή του ηλεκτρισμού, όπως αποδεικνύεται από το περίφημο χάραγμα Το Φως των Δενδερών στον τοίχο του ναού της Άθωρ στα Δένδερα. Οι εικόνες στον τοίχο έχουν ερμηνευτεί από ορισμένους ότι αναπαριστούν έναν λαμπτήρα και μορφές που συνδέουν τον εν λόγω λαμπτήρα με μια πηγή ενέργειας. Αυτή η ερμηνεία, ωστόσο, έχει σε μεγάλο βαθμό απαξιωθεί από την ακαδημαϊκή κοινότητα.
Στην καθημερινή ζωή, οι Αιγύπτιοι φαίνονται ελάχιστα διαφορετικοί από άλλους αρχαίους πολιτισμούς. Όπως οι άνθρωποι της Μεσοποταμίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Ελλάδας, ζούσαν, ως επί το πλείστον, σε ταπεινά σπίτια, δημιουργούσαν οικογένειες και απολάμβαναν τον ελεύθερο χρόνο τους. Μια σημαντική διαφορά μεταξύ του αιγυπτιακού πολιτισμού και του πολιτισμού άλλων χωρών, ήταν ότι οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η γη ήταν στενά συνδεδεμένη με την προσωπική τους σωτηρία και πιθανόν να τρομοκρατούνταν με την ιδέα πως θα πέθεναν πέρα από τα σύνορα της Αιγύπτου. Όσοι υπηρετούσαν την πατρίδα τους στο στρατό ή όσοι ταξίδευαν για τα προς το ζην, προβλέπαν την επιστροφή των σωμάτων τους στην Αίγυπτο σε περίπτωση που σκοτώνονταν. Πίστευαν ότι η εύφορη, σκοτεινή γη του Δέλτα του ποταμού Νείλου ήταν η μόνη περιοχή που ήταν καθαγιασμένη από τους θεούς για την αναγέννηση της ψυχής στη μετά θάνατον ζωή και το να ταφεί κανείς οπουδήποτε αλλού σήμαινε ότι ήταν καταδικασμένος σε ανυπαρξία.
Εξαιτίας αυτής της αφοσίωσης στον τόπος τους, οι Αιγύπτιοι δεν θεωρούταν σπουδαίοι ταξιδιώτες, και δεν υπάρχει κανένας "Αιγύπτιος Ηρόδοτος" που να αφήνει πίσω του εντυπώσεις από τον αρχαίο κόσμο πέρα από τα αιγυπτιακά σύνορα. Ακόμη και στις διαπραγματεύσεις και τις συνθήκες με άλλες χώρες, η αιγυπτιακή προτίμηση για παραμονή στην Αίγυπτο ήταν κυρίαρχη. Ο ιστορικός Νάρντο γράφει,
Αν και ο Αμένοφις (Αμενχοτέπ) Γ΄ είχε προσθέσει με χαρά δύο πριγκίπισσες της Μιτάννης στο χαρέμι του, αρνήθηκε να στείλει μια αιγυπτιακή πριγκίπισσα στον ηγεμόνα της Μιτάννης, επειδή, "από αμνημονεύτων χρόνων μια βασιλική κόρη από την Αίγυπτο δεν δόθηκε σε κανέναν". Αυτό δεν είναι μόνο μια έκφραση του αισθήματος ανωτερότητας των Αιγυπτίων έναντι των ξένων, αλλά ταυτόχρονα και μια ένδειξη της φροντίδας που επιδείκνυαν οι γυναίκες συγγενείς, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ταλαιπωρoύνταν ζώντας ανάμεσα σε "βαρβάρους". (31)
Περαιτέρω, εντός των ορίων της χώρας οι άνθρωποι δεν ταξίδευαν μακριά από τον τόπο γέννησής τους και οι περισσότεροι, εκτός από περιόδους πολέμου, πείνας ή άλλων αναταραχών, ζούσαν τη ζωή τους και πέθαιναν στον ίδιο τόπο. Καθώς πίστευαν ότι η μετά θάνατον ζωή του ατόμου θα ήταν μια συνέχεια της παρούσας (μόνο που θα ήταν καλύτερη, καθώς δεν θα υπήρχε ασθένεια, απογοήτευση ή, φυσικά, θάνατος), ο τόπος στον οποίο περνούσε κανείς τη ζωή του θα αποτελούσε το αιώνιο τοπίο του.
Η αυλή και το δέντρο και το ρυάκι που έβλεπε κανείς κάθε μέρα έξω από το παράθυρό του θα αναπαράγονταν ακριβώς στη μετά θάνατον ζωή. Ως εκ τούτου, οι Αιγύπτιοι ενθαρρύνονταν να χαίρονται και να εκτιμούν βαθιά το άμεσο περιβάλλον τους και να ζουν με ευγνωμοσύνη στο πλαίσιο των δυνατοτήτων τους. Η έννοια της μαάτ (αρμονία και ισορροπία) διέπει τον αιγυπτιακό πολιτισμό και, είτε ανήκαν στην ανώτερη είτε στην κατώτερη τάξη, οι Αιγύπτιοι προσπαθούσαν να ζουν ειρηνικά με το περιβάλλον τους αλλά και μεταξύ τους.
Ταξικές Διακρίσεις στον Αιγυπτιακό Πολιτισμό
Μεταξύ των κατώτερων τάξεων, τα σπίτια χτίζονταν από τούβλα από λάσπη τα οποία ψήνονταν στον ήλιο. Όσο πιο εύπορος ήταν ένας πολίτης, τόσο πιο χοντρό ήταν το σπίτι- οι πλουσιότεροι άνθρωποι είχαν σπίτια κατασκευασμένα από διπλή στρώση (ή και περισσότερες) τούβλων, ενώ τα σπίτια των φτωχότερων ανθρώπων είχαν πλάτος μόνο ένα τούβλο. Το ξύλο ήταν σπάνιο και χρησιμοποιούνταν μόνο για τις πόρτες και τα περβάζια των παραθύρων (και πάλι κυρίως στα πιο πλούσια σπίτια), ενώ η οροφή θεωρούνταν ένα ακόμη δωμάτιο του σπιτιού όπου γίνονταν συνήθως συγκεντρώσεις, καθώς το εσωτερικό των σπιτιών ήταν συχνά αμυδρά φωτισμένο.
Η ένδυση ήταν απλό λινό, χωρίς χρώμα, με τους άνδρες να φορούν φούστα μέχρι το γόνατο (ή περίζωμα) και με τις γυναίκες ελαφριά ντυμένες, μέχρι τον αστράγαλο με φορέματα ή ρόμπες που έκρυβαν ή αποκάλυπταν το στήθος τους ανάλογα με τη μόδα της εκάστοτε εποχής. Φαίνεται, ωστόσο, ότι το επίπεδο της γύμνιας μιας γυναίκας ήταν ενδεικτικό της κοινωνικής της θέσης σε μεγάλο μέρος της αιγυπτιακής ιστορίας. Τα κορίτσια που χορεύουν, οι γυναίκες μουσικοί, οι υπηρέτριες και οι σκλάβες απεικονίζονται συνήθως γυμνές ή σχεδόν γυμνές, ενώ μια κυρία του σπιτιού είναι πλήρως ντυμένη, ακόμη και κατά τη διάρκεια εκείνων των περιόδων που το εκτεθειμένο στήθος ήταν μια δήλωση μόδας.
Ακόμα κι έτσι, οι γυναίκες ήταν ελεύθερες να ντύνονται όπως ήθελαν και δεν υπήρξε ποτέ, σε καμία εποχή της αιγυπτιακής ιστορίας, απαγόρευση της γυναικείας μόδας. Το εκτεθειμένο στήθος μιας γυναίκας θεωρούνταν μια φυσική, φυσιολογική, επιλογή μόδας και δεν θεωρούνταν σε καμία περίπτωση άσεμνο ή προκλητικό. Ήταν, θεωριτκά, κατανοητό ότι η θεά Ίσιδα είχε δώσει ίσα δικαιώματα σε άνδρες και γυναίκες και, ως εκ τούτου, οι άνδρες δεν είχαν κανένα δικαίωμα να υπαγορεύουν πώς θα έπρεπε να ντύνεται μια γυναίκα, ακόμη και η ίδια η σύζυγός τους. Τα παιδιά φορούσαν ελάχιστα ή καθόλου ρούχα μέχρι την εφηβεία.
Οι γάμοι δεν κανονίζονταν μεταξύ των κατώτερων τάξεων και φαίνεται ότι δεν υπήρχε επίσημη γαμήλια τελετή. Ένας άνδρας μετέφερε δώρα στο σπίτι της υποψήφιας νύφης του και, αν τα δώρα γίνονταν δεκτά, εκείνη έμενε μαζί του. Ο μέσος όρος ηλικίας της νύφης ήταν τα 13 έτη και του γαμπρού τα 18-21 έτη. Συντάσσονταν ένα συμβόλαιο που μοίραζε τα περιουσιακά στοιχεία του άνδρα στη σύζυγο και τα παιδιά του και αυτή η κατανομή δεν μπορούσε να ακυρωθεί παρά μόνο για λόγους μοιχείας (που οριζόταν ως σεξ με παντρεμένη γυναίκα, αλλά όχι με παντρεμένο άνδρα). Οι αιγυπτιακές γυναίκες μπορούσαν να κατέχουν γη, σπίτια, να διευθύνουν επιχειρήσεις και να προΐστανται ναών και μπορούσαν ακόμη και να είναι φαραώ (όπως στο παράδειγμα της βασίλισσας Χατσεπσούτ, π.Χ. 1479-1458 π.Χ. ή, παλαιότερα, της βασίλισσας Σομπεκνοφρού, π.Χ. 1767-1759 π.Χ.).
Ο ιστορικός Τόμσον γράφει: "Η Αίγυπτος μεταχειριζόταν τις γυναίκες της καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο μεγάλο πολιτισμό του αρχαίου κόσμου. Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η χαρά και η ευτυχία ήταν θεμιτοί στόχοι της ζωής και θεωρούσαν το σπίτι και την οικογένεια ως την κύρια πηγή απόλαυσης". Λόγω αυτής της πεποίθησης, οι γυναίκες απολάμβαναν υψηλότερο κύρος στην Αίγυπτο από ό,τι σε οποιονδήποτε άλλο πολιτισμό του αρχαίου κόσμου.
Ενώ ο άνδρας θεωρούνταν ο αρχηγός του σπιτιού, η γυναίκα ήταν η αρχηγός του σπιτιού. Αυτή μεγάλωνε τα παιδιά και των δύο φύλων, μέχρι που, στην ηλικία των τεσσάρων ή πέντε ετών, τα αγόρια τέθηκαν υπό τη φροντίδα και την κηδεμονία των πατέρων τους για να μάθουν το επάγγελμά τους (ή να φοιτήσουν στο σχολείο, αν το επάγγελμα του πατέρα ήταν αυτό του γραφέα, του ιερέα ή του γιατρού). Τα κορίτσια παρέμεναν υπό τη φροντίδα των μητέρων τους, μαθαίνοντας πώς να διευθύνουν ένα νοικοκυριό, μέχρι να παντρευτούν. Οι γυναίκες μπορούσαν επίσης να γίνουν γραφείς, ιέρειες ή γιατροί, αλλά αυτό ήταν ασυνήθιστο επειδή η εκπαίδευση ήταν ακριβή και η παράδοση υποστήριζε ότι ο γιος έπρεπε να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα, όχι η κόρη. Ο γάμος ήταν η συνήθης κατάσταση των Αιγυπτίων μετά την εφηβεία, και ο ανύπαντρος άνδρας ή η ανύπαντρη γυναίκα θεωρούνταν αφύσικος.
Οι ανώτερες τάξεις, ή ευγενείς, ζούσαν σε πιο περίτεχνα σπίτια με μεγαλύτερο υλικό πλούτο, αλλά φαίνεται ότι ακολουθούσαν τις ίδιες αρχές με τους κατώτερους στην κοινωνική ιεραρχία. Όλοι οι Αιγύπτιοι απολάμβαναν να παίζουν παιχνίδια, όπως το παιχνίδι σενέτ (ένα επιτραπέζιο παιχνίδι δημοφιλές από την Προδυναστική Περίοδο στην Αίγυπτο, περίπου 6000-3150 π.Χ.), αλλά μόνο οι εύποροι μπορούσαν να αποκτήσουν μια ποιοτική σκακιέρα. Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να εμπόδιζε τους φτωχότερους να παίζουν το παιχνίδι- απλώς έπαιζαν με ένα λιγότερο περίτεχνο σετ.
Η παρακολούθηση αγώνων πάλης και αγώνων δρόμου και η ενασχόληση με άλλες αθλητικές εκδηλώσεις, όπως το κυνήγι, η τοξοβολία και η ιστιοπλοΐα, ήταν δημοφιλείς μεταξύ των ευγενών και της ανώτερης τάξης, αλλά και πάλι, τις απολάμβαναν όλοι οι Αιγύπτιοι στο βαθμό που μπορούσαν να τις αντέξουν οικονομικά (εκτός από το κυνήγι μεγάλων ζώων, το οποίο ήταν αποκλειστική προέλευση του ηγεμόνα και εκείνων που αυτός όριζε). Το γλέντι στα συμπόσια ήταν μια δραστηριότητα αναψυχής μόνο της ανώτερης τάξης, αν και οι κατώτερες τάξεις μπορούσαν να διασκεδάσουν με παρόμοιο (αν και λιγότερο πλούσιο) τρόπο στις πολλές θρησκευτικές γιορτές που γίνονταν καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.
Αθλητισμός και Αναψυχή
Η κολύμβηση και η κωπηλασία ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς σε όλες τις τάξεις. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Σενέκας παρατήρησε τους κοινούς Αιγύπτιους να αθλούνται στον ποταμό Νείλο και περιέγραψε τη σκηνή:
Οι άνθρωποι επιβιβάζονται σε μικρές βάρκες, δύο σε μια βάρκα, και ο ένας κωπηλατεί, ενώ ο άλλος βγάζει το νερό. Στη συνέχεια πετιούνται βίαια στα ορμητικά ορμητικά νερά. Τελικά, φτάνουν στα στενότερα κανάλια... και, παρασυρόμενοι από όλη τη δύναμη του ποταμού, χειρίζοντε με τα χέρια τη βάρκα και, προς μεγάλο τρόμο των θεατών, βουτούν με το κεφάλι προς τα κάτω. Θα πίστευε κανείς με θλίψη ότι μέχρι τώρα είχαν πνιγεί και καταπλακωθεί από μια τέτοια μάζα νερού, αλλά μακριά από το σημείο όπου βούτηξαν, εκτοξεύονται σαν από καταπέλτη, εξακολουθώντας να πλέουν, και το κύμα που κατεβαίνει δεν τους βυθίζει, αλλά τους μεταφέρει σε ήσυχα νερά. (Nardo, 18)
Η κολύμβηση αποτελούσε σημαντικό μέρος του αιγυπτιακού πολιτισμού και τα παιδιά διδάσκονταν κολύμπι από πολύ μικρά. Τα θαλάσσια αθλήματα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην αιγυπτιακή ψυχαγωγία, καθώς ο ποταμός Νείλος ήταν πολύ σημαντική πτυχή της καθημερινής τους ζωής. Το άθλημα της υδατομαχίας, στο οποίο δύο μικρές βάρκες, η καθεμία με έναν ή δύο κωπηλάτες και έναν αναβάτη, πολεμούσαν μεταξύ τους, φαίνεται ότι ήταν πολύ δημοφιλές. Ο κωπηλάτης (ή οι κωπηλάτες) στη βάρκα προσπαθούσε να κάνει στρατηγικούς ελιγμούς, ενώ ο αναβάτης προσπαθούσε να ρίξει τον αντίπαλό του έξω από το σκάφος. Απολάμβαναν όμως και παιχνίδια που δεν είχαν καμία σχέση με το ποτάμι, τα οποία έμοιαζαν με τα σύγχρονα παιχνίδια catch και της χειροσφαίρισης.
Οι κήποι και οι απλές διακοσμήσεις του σπιτιού είχαν μεγάλη αξία για τους Αιγύπτιους. Ο κήπος του σπιτιού ήταν σημαντικός για τη διατροφή, αλλά παρείχε επίσης ευχαρίστηση με τη φροντίδα της δικής του σοδειάς. Οι εργάτες στα χωράφια δεν δούλευαν ποτέ τη δική τους σοδειά και έτσι ο ατομικός τους κήπος ήταν ένας τόπος υπερηφάνειας για την παραγωγή κάτι που θα τους άνηκε, που καλλιεργούνταν από το δικό τους χώμα. Αυτό το χώμα, και πάλι, θα ήταν το αιώνιο σπίτι τους μετά την αναχώρησή τους από το σώμα τους και γι' αυτό εκτιμούνταν ιδιαίτερα. Μια επιτύμβια επιγραφή από το 1400 π.Χ. αναφέρει: "Είθε να περπατώ κάθε μέρα στις όχθες του νερού, είθε η ψυχή μου να αναπαύεται στα κλαδιά των δέντρων που φύτεψα, είθε να αναζωογονηθώ κάτω από τη σκιά του πλατάνου μου", αναφερόμενη στην αιώνια πτυχή του καθημερινού περιβάλλοντος κάθε Αιγύπτιου. Μετά το θάνατο, ο καθένας θα απολάμβανε ακόμη το δικό του ιδιαίτερο πλατάνι, το δικό του καθημερινό περίπατο δίπλα στο νερό, σε μια αιώνια χώρα ειρήνης που παραχωρήθηκε στους Αιγυπτίους από τους θεούς που σέβονταν και εξέφραζαν ευγνωμοσύνη.