Η αιγυπτιακή θρησκεία ήταν ένας συνδυασμός πεποιθήσεων και πρακτικών που, στη σύγχρονη εποχή, θα περιλάμβανε την αιγυπτιακή μυθολογία, την επιστήμη, την ιατρική, την ψυχιατρική, τη μαγεία, τον πνευματισμό, τη βοτανολογία, καθώς και τη σύγχρονη αντίληψη της "θρησκείας" ως πίστη σε μια ανώτερη δύναμη και σε μια ζωή μετά θάνατον.
Η θρησκεία έπαιζε ρόλο σε κάθε πτυχή της ζωής των αρχαίων Αιγυπτίων, επειδή η ζωή στη γη θεωρούνταν μόνο ένα μέρος ενός αιώνιου ταξιδιού, και για να συνεχίσει κανείς αυτό το ταξίδι μετά το θάνατο, έπρεπε να ζήσει μια άξια ζωή. Κατά τη διάρκεια της γήινης ζωής του, αναμενόταν να τηρεί την αρχή της μαάτ (αρμονία) με την προϋπόθεση ότι οι πράξεις του στη ζωή του δεν επηρέαζαν μόνο τον εαυτό του, αλλά και τις ζωές των άλλων, καθώς και τη λειτουργία του σύμπαντος. Οι άνθρωποι αναμενόταν να εξαρτώνται ο ένας από τον άλλον για να διατηρούν την ισορροπία, καθώς αυτό ήταν το θέλημα των θεών να παράγουν δηλαδή τη μεγαλύτερη δυνατή ευχαρίστηση αλλά και ευτυχία για τους ανθρώπους μέσω μιας αρμονικής συνύπαρξης, η οποία επέτρεπε επίσης στους θεούς να επιτελούν καλύτερα τα καθήκοντά τους.
Τιμώντας την αρχή της μαάτ (προσωποποιημένη ως ομώνυμη θεά που κρατούσε το λευκό φτερό της αλήθειας) και ζώντας κανείς τη ζωή του σύμφωνα με τις αρχές της, συμβάδιζε με τους θεούς και τις δυνάμεις του φωτός έναντι των δυνάμεων του σκότους και του χάους και εξασφάλιζε στον εαυτό του μια καλοδεχούμενη υποδοχή μετά θάνατον στην Αίθουσα της Αλήθειας και μια ήπια κρίση από τον Όσιρι, τον Άρχοντα των Νεκρών.
Οι Θεοί
Η βασική αρχή της αιγυπτιακής θρησκείας ήταν γνωστή ως heka (μαγεία) που προσωποποιήθηκε στο θεό Χέκα. Ο Χέκα υπήρχε πάντα και ήταν παρών στην πράξη της δημιουργίας. Ήταν ο θεός της μαγείας και της ιατρικής αλλά και η δύναμη που επέτρεπε στους θεούς να επιτελούν τις λειτουργίες τους και επέτρεπε στους ανθρώπους να επικοινωνούν με τους θεούς τους. Ήταν πανταχού παρών και παντοδύναμος, προσδίδοντας στην καθημερινή ζωή των Αιγυπτίων μαγεία και νόημα και διατηρώντας την αρχή της μαάτ από την οποία εξαρτιόταν η ζωή.
Πιθανώς ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσουμε τον Χέκα είναι από την άποψη του χρήματος: κάποιος είναι σε θέση να αγοράσει ένα συγκεκριμένο αντικείμενο με μια συγκεκριμένη ονομαστική αξία νομίσματος, επειδή η αξία αυτού του αντικειμένου θεωρείται ίδια ή μικρότερη από αυτή την ονομαστική αξία. Το χαρτονόμισμα που κρατά κανείς στο χέρι του έχει μια αόρατη αξία που του δίνεται από ένα πρότυπο αξίας (κάποτε ήταν το πρότυπο του χρυσού), το οποίο υπόσχεται στον έμπορο ότι θα αποζημιώσει για αυτό που αγοράζει. Αυτή ακριβώς είναι η σχέση του Χέκα με τους θεούς και την ανθρώπινη ύπαρξη: ήταν το πρότυπο, το θεμέλιο της εξουσίας, από το οποίο εξαρτώνται όλα τα υπόλοιπα. Ένας θεός ή μια θεά επικαλούνταν για έναν συγκεκριμένο σκοπό, λατρευόταν γι' αυτό που είχε δώσει, αλλά ο Χέκα ήταν αυτός που επέτρεψε εξαρχής αυτή τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων και των θεοτήτων τους.
Οι θεοί της αρχαίας Αιγύπτου θεωρούνταν οι άρχοντες της δημιουργίας και οι θεματοφύλακες της τάξης, αλλά και γνώριμοι φίλοι που ενδιαφέρονταν να βοηθήσουν και να καθοδηγήσουν τους ανθρώπους της χώρας. Οι θεοί είχαν δημιουργήσει την τάξη μέσα από το χάος και είχαν δώσει στους ανθρώπους τον πιο όμορφο τόπο στη γη. Οι Αιγύπτιοι ήταν τόσο βαθιά προσκολλημένοι στην πατρίδα τους που απέφευγαν τις παρατεταμένες στρατιωτικές εκστρατείες πέρα από τα σύνορά τους από φόβο μήπως πεθάνουν σε ξένο έδαφος και δεν τους δοθούν οι κατάλληλες τελετές για τη συνέχιση του μεταθανάτιου ταξιδιού τους. Οι Αιγύπτιοι μονάρχες αρνούνταν να δώσουν τις κόρες τους σε γάμο σε ξένους ηγεμόνες για τον ίδιο λόγο. Οι θεοί της Αιγύπτου είχαν ευλογήσει τη χώρα με την ιδιαίτερη εύνοιά τους και ο λαός αναμενόταν να τους τιμά ως μεγάλους και ευγενικούς ευεργέτες.
Πριν από πολύ καιρό, πίστευαν, δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά τα σκοτεινά στροβιλισμένα νερά του χάους που εκτείνονταν στην αιωνιότητα. Από αυτό το χάος (Nu) αναδύθηκε ο αρχέγονος λόφος, γνωστός ως μπεν-μπεν, πάνω στον οποίο στεκόταν ο μεγάλος θεός Ατούμ (κάποιες εκδοχές λένε ότι ο θεός ήταν ο Πτα αλλά πολλές άλλες ότι ήταν ο Ρα που τελικά έγινε γνωστός ως Ατούμ-Ρα) κατά την παρουσία του Χέκα.
Ο Ατούμ-Ρα κοίταξε το τίποτα και αναγνώρισε τη μοναξιά του, και έτσι ζευγάρωσε με τη σκιά του για να γεννήσει δύο παιδιά, τον Σου (θεό του αέρα, τον οποίο ο Ατούμ-Ρα έφτυσε) και την Τεφνούτ (θεά της υγρασίας, την οποία ο Ατούμ-Ρα ξέρασε). Ο Σου έδωσε στον πρώιμο κόσμο τις αρχές της ζωής, ενώ η Τεφνούτ προσέφερε τις αρχές της τάξης. Αφήνοντας τον πατέρα τους στο μπεν-μπεν, ξεκίνησαν να δημιουργήσουν τον κόσμο.
Με τον καιρό, ο Ατούμ-Ρα ανησύχησε επειδή τα παιδιά του έλειπαν τόσο καιρό, και έτσι αφαίρεσε το μάτι του και το έστειλε να τα αναζητήσει. Όσο το μάτι του έλειπε, ο Ατούμ-Ρα καθόταν μόνος του στο λόφο εν μέσω χάους και συλλογιζόταν την αιωνιότητα. Ο Σου και η Τεφνούτ επέστρεψαν με το μάτι του Ατούμ-Ρα (που αργότερα συνδέθηκε με το μάτι Udjat, το μάτι του Ρα ή το Μάτι που Βλέπει τα Πάντα) και ο πατέρας τους, ευγνώμων για την ασφαλή επιστροφή τους, έχυσε δάκρυα χαράς. Αυτά τα δάκρυα, πέφτοντας στη σκοτεινή αλλά γόνιμη γη του μπεν-μπεν, γέννησαν άνδρες και γυναίκες.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν πού να ζήσουν, και έτσι ο Σου και η Τεφνούτ ζευγάρωσαν και γέννησαν τον Γεκμπ (τη γη) και την Νουτ (τον ουρανό). Ο Γκεμπ και η Νουτ, αν και αδελφός και αδελφή, ερωτεύτηκαν βαθιά και ήταν αχώριστοι. Ο Ατούμ-Ρα βρήκε τη συμπεριφορά τους απαράδεκτη και έσπρωξε τη Νουτ μακριά από τον Γκεμπ, ψηλά στον ουρανό. Οι δύο εραστές ήταν για πάντα σε θέση να βλέπουν ο ένας τον άλλον, αλλά δεν ήταν πλέον σε θέση να αγγίζουν ο ένας τον άλλον. Ωστόσο, η Νουτ ήταν ήδη έγκυος από τον Γκεμπ και τελικά γέννησε τον Όσιρι, την Ίσιδα, τον Σετ, τη Νέφθυς και τον Ώρο - τους πέντε αιγυπτιακούς θεούς που αναγνωρίζονται συχνότερα ως οι αρχαιότεροι (αν και η Αθώρ θεωρείται σήμερα παλαιότερη από την Ίσιδα). Αυτοί οι θεοί γέννησαν στη συνέχεια όλους τους άλλους θεούς με τη μία ή την άλλη μορφή.
Οι θεοί είχαν ο καθένας το δικό του τομέα εξειδίκευσης. Η Μπαστέτ, για παράδειγμα, ήταν η θεά της εστίας, της οικιακής ζωής, της υγείας και των μυστικών των γυναικών και των γατών. Η Αθώρ ήταν η θεά της καλοσύνης και της αγάπης, συνδεδεμένη με την ευγνωμοσύνη και τη γενναιοδωρία, τη μητρότητα και τη συμπόνια. Σύμφωνα, ωστόσο, με μια πρώιμη ιστορία γύρω από αυτήν, γνωστή ως το βιβλίο της Ουράνιας Αγελάδας, στάλθηκε στη γη για να καταστρέψει την ανθρωπότητα και έγινε η θεά Σεχμέτ, η οποία, μεθυσμένη από αίμα, παραλίγο να καταστρέψει τον κόσμο, μέχρι που οι θεοί την ηρέμησαν και την έβαλαν να κοιμηθεί, δίνοντας της μπύρα που είχαν βάψει κόκκινη για να την ξεγελάσουν.
Όταν ξύπνησε από τον ύπνο της, μεταμορφώθηκε στην ευγενικότερη θεότητα Αθώρ που δεσμεύτηκε να υπηρετήσει αιώνια την ανθρωπότητα. Παρόλο που η Αθώρ συνδέθηκε με την μπύρα, η Τατενέν ήταν η κύρια θεά του ποτού αλλά και του τοκετού. Η μπύρα θεωρούνταν απαραίτητη για την υγεία του ανθρώπου στην αρχαία Αίγυπτο όπως και δώρο των θεών και υπήρχαν πολλές θεότητες που συνδέονταν με το ποτό, το οποίο λέγεται ότι παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από τον Όσιρι.
Ένας πρώιμος μύθος διηγείται πώς ο Όσιρις ξεγελάστηκε και σκοτώθηκε από τον αδελφό του Σετ και πώς η Ίσιδα τον επανέφερε στη ζωή. Ωστόσο, ήταν ελλιπής, καθώς ένα ψάρι είχε φάει ένα μέρος του, και έτσι δεν μπορούσε πλέον να κυβερνήσει αρμονικά στη γη, έτσι έγινε Κύριος των Νεκρών στον Κάτω Κόσμο. Ο γιος του, ο Ώρος ο νεότερος, πολέμησε τον Σετ για ογδόντα χρόνια και τελικά τον νίκησε για να αποκαταστήσει την αρμονία στη γη. Ο Ώρος και η Ίσιδα κυβέρνησαν στη συνέχεια μαζί και όλοι οι άλλοι θεοί βρήκαν τις θέσεις και τους τομείς εξειδίκευσής τους για να βοηθήσουν και να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους της Αιγύπτου.
Μεταξύ των πιο σημαντικών από αυτούς τους θεούς ήταν οι τρεις που αποτελούσαν τη Θηβαϊκή Τριάδα: Ο Άμμωνας, η Μουτ και ο Χονσού. Ο Άμμωνας ήταν ένας τοπικός θεός γονιμότητας της Θήβας, μέχρι που ο Θηβαίος ευγενής Μενουχοτέπ Β΄ (2061-2010 π.Χ.) νίκησε τους αντιπάλους του και ένωσε την Αίγυπτο, αναδεικνύοντας τη Θήβα σε πρωτεύουσα αλλά και την κυριαρχία των θεών της. Ο Άμμωνας, η Μουτ και ο Χοσνού της Άνω Αιγύπτου (όπου βρισκόταν η Θήβα) πήραν τις ιδιότητες του Πτα, της Σεχμέτ και του Χονσού της Κάτω Αιγύπτου, οι οποίοι ήταν πολύ παλαιότερες θεότητες. Ο Άμμωνας έγινε ο υπέρτατος θεός δημιουργός, συμβολιζόμενος από τον ήλιο- η Μουτ ήταν η σύζυγός του, συμβολιζόμενη από τις ακτίνες του ήλιου και το παντοδύναμο μάτι- και ο Χονσού ήταν ο γιος τους, ο θεός της θεραπείας και καταστροφέας των κακών πνευμάτων.
Αυτοί οι τρεις θεοί συνδέονταν με την Ογδοάδα της Ερμούπολης, μια ομάδα οκτώ πρωταρχικών θεοτήτων που "ενσάρκωναν τις ιδιότητες της αρχέγονης ύλης, όπως το σκοτάδι, η υγρασία και η έλλειψη ορίων ή ορατών δυνάμεων. Συνήθως αποτελούνταν από τέσσερις θεότητες που διπλασιάζονταν σε οκτώ συμπεριλαμβάνοντας και τις θηλυκές αντίστοιχες" (Pinch, 175-176). Η Ογδοάδα αντιπροσώπευαν την κατάσταση του σύμπαντος πριν η γη αναδυθεί από τα νερά του χάους και το φως διαπεράσει το αρχέγονο σκοτάδι και αναφέρονταν επίσης ως Hehu ("οι άπειροι"). Ήταν ο Αμούν και η Αμουνέτ, ο Χε και η Χαουχέτ, ο Κεκ και η Καουκέτ, και ο Νουν και η Ναουνέτ, καθένας από τους οποίους αντιπροσώπευε μια διαφορετική πτυχή του άμορφου και άγνωστου χρόνου πριν από τη δημιουργία: Το Κρυφό (Αμούν/Αμουνέτ), το Άπειρο (Χε/Χαουχέτ), το Σκοτάδι (Κεκ/Καουκέτ) και την Άβυσσο (Νουν/Nαουνέτ). Η Ογδοάδα είναι το καλύτερο παράδειγμα της επιμονής των Αιγυπτίων στη συμμετρία και την ισορροπία σε όλα τα πράγματα που ενσαρκώνεται στην αρσενική/θηλυκή όψη τους, η οποία θεωρήθηκε ότι γέννησε την αρχή της αρμονίας στο σύμπαν πριν από τη γέννηση του κόσμου.
Αρμονία & Αιωνιότητα
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η γη (συγκεκριμένα η Αίγυπτος) αντανακλούσε το σύμπαν. Τα αστέρια στον νυχτερινό ουρανό και οι αστερισμοί που σχημάτιζαν θεωρούσαν ότι είχαν άμεση σχέση με την προσωπικότητα και τη μελλοντική τύχη του ατόμου. Οι θεοί δεν ήταν μακρινές θεότητες στους ουρανούς αλλά "ανανέωναν" τον νυχτερινό ουρανό, και ταξίδευαν μέσα από αυτόν - οι θεοί ζούσαν μαζί με τους ανθρώπους της Αιγύπτου και αλληλεπιδρούσαν με αυτούς καθημερινά. Τα δέντρα θεωρούνταν τα σπίτια των θεών και μια από τις πιο δημοφιλείς αιγυπτιακές θεότητες, η Αθώρ, ήταν μερικές φορές γνωστή ως "Η Κυρία της Χουρμαδιάς" ή "Η Κυρία του Πλάτανου", επειδή θεωρούνταν ότι προτιμούσε αυτά τα συγκεκριμένα δέντρα για να αναπαύεται μέσα ή κάτω από αυτά. Οι μελετητές Oakes και Gahlin σημειώνουν ότι
Πιθανότατα λόγω της σκιάς και των καρπών που παρείχαν, οι θεές που συνδέονταν με την προστασία, τη μητρότητα και την ανατροφή συνδέονταν στενά με [τα δέντρα]. Η Αθώρ, η Νουτ και η Ίσιδα εμφανίζονται συχνά στις θρησκευτικές εικόνες και τη λογοτεχνία [σε σχέση με τα δέντρα]. (332)
Τα φυτά και τα λουλούδια συνδέονταν επίσης με τους θεούς και τα άνθη του δέντρου Ished ήταν γνωστά ως "λουλούδια της ζωής" για τις ζωογόνες ιδιότητές τους. Η αιωνιότητα, λοιπόν, δεν ήταν μια αιθέρια, νεφελώδης έννοια κάποιου "παραδείσου" μακριά από τη γη, αλλά μια καθημερινή συνάντηση με τους θεούς και τις θεές με τις οποίες θα συνέχιζε κανείς να έχει επαφή για πάντα, στη ζωή και μετά θάνατον.
Για να βιώσει κανείς αυτό το είδος ευδαιμονίας, ωστόσο, έπρεπε να έχει επίγνωση της σημασίας της αρμονίας στη ζωή του και του πώς η έλλειψη αυτής της αρμονίας επηρέαζε τους άλλους καθώς και τον εαυτό του. Η "είσοδος για την αμαρτία" για τους αρχαίους Αιγύπτιους ήταν η αχαριστία, επειδή έβγαζε κάποιον από την ισορροπία του και επέτρεπε σε κάθε άλλη αμαρτία να ριζώσει στην ψυχή του ατόμου. Μόλις κάποιος έχανε από τα μάτια του τι ήταν αυτό για το οποίο έπρεπε να είναι ευγνώμων, οι σκέψεις και οι ενέργειές του έλκονταν προς τις δυνάμεις του σκότους και του χάους.
Αυτή η πεποίθηση έδωσε αφορμή για τελετουργίες όπως τα Πέντε Δώρα της Αθώρ, κατά τις οποίες κάποιος εξέταζε τα δάχτυλα του χεριού του και ονόμαζε τα πέντε πράγματα στη ζωή για τα οποία ήταν περισσότερο ευγνώμων. Κάποιος ενθαρρυνόταν να είναι συγκεκριμένος σε αυτό, κατονομάζοντας οτιδήποτε αγαπούσε, όπως ο σύζυγος, τα παιδιά του, ο σκύλος ή η γάτα του, ή το δέντρο δίπλα στο ρυάκι στην αυλή. Καθώς το χέρι του ατόμου ήταν άμεσα διαθέσιμο ανά πάσα στιγμή, θα χρησίμευε ως υπενθύμιση ότι υπήρχαν πάντα πέντε πράγματα για τα οποία θα έπρεπε να είναι ευγνώμων, και αυτό θα βοηθούσε το άτομο να παραμείνει ανέμελο, σύμφωνα με την ισσοροπία της αρμονίας. Αυτό ήταν σημαντικό καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου και παρέμενε εξίσου σημαντικό και μετά το θάνατό του, καθώς, προκειμένου να προχωρήσει προς μια αιώνια ζωή ευδαιμονίας, η καρδιά του ατόμου έπρεπε να είναι πιο "ανέμελη" από πούπουλο, όταν στεκόταν ενώπιον του Όσιρι.
Η Ψυχή & η Αίθουσα της Αλήθειας
Σύμφωνα με τη μελετήτρια Margaret Bunson:
Οι Αιγύπτιοι φοβόντουσαν το αιώνιο σκοτάδι και την ελλειψη επίγνωσης στη μετά θάνατον ζωή, επειδή και οι δύο συνθήκες διέψευδαν την ομαλή μετάδοση του φωτός και της κίνησης που ήταν εμφανείς στο σύμπαν. Αντιλαμβάνονταν ότι ο θάνατος ήταν η πύλη προς την αιωνιότητα. Οι Αιγύπτιοι εκτιμούσαν έτσι την πράξη του θανάτου και τιμούσαν τις δομές και τις τελετουργίες που εμπλέκονταν σε μια τέτοια ανθρώπινη περιπέτεια. (86)
Οι δομές των νεκρών είναι ακόμα ορατές σε όλη την Αίγυπτο στη σύγχρονη εποχή στους τάφους και τις πυραμίδες που εξακολουθούν να ξεπροβάλλουν από το τοπίο. Υπήρχαν όμως και δομές και τελετουργίες κατά την μεταθανάτια ζωή, οι οποίες ήταν εξίσου σημαντικές.
Η ψυχή θεωρούνταν ότι αποτελείται από εννέα ξεχωριστά μέρη:
- Το Khat ήταν το φυσικό σώμα.
- Ka ήταν η διπλή μορφή του ατόμου
- Ba ήταν μια όψη πουλιού με ανθρώπινο κεφάλι που μπορούσε να κινείται γρήγορα μεταξύ της γης και των ουρανών.
- Shuyet ήταν ο σκιώδης εαυτός
- Akh ήταν ο αθάνατος, μεταμορφωμένος εαυτός
- Ο Sahu και ο Sechem ήταν όψεις του Akh.
- Ab ήταν η καρδιά, η πηγή του καλού και του κακού
- Ren ήταν το μυστικό όνομα κάποιου.
Και οι εννέα αυτές πτυχές αποτελούσαν μέρος της γήινης ύπαρξης του ατόμου και, κατά το θάνατο, ο Akh (μαζί με τον Sahu και τον Sechem) εμφανιζόταν ενώπιον του μεγάλου θεού Όσιρι στην Αίθουσα της Αλήθειας και παρουσία των Σαράντα Δύο Κριτών για να ζυγίσει την καρδιά του (Ab) σε μια χρυσή ζυγαριά έναντι του λευκού φτερού της αλήθειας.
Κάποιος έπρεπε να απαγγείλει την Αρνητική Εξομολόγηση (μια λίστα με τις αμαρτίες εκείνες που μπορούσε κανείς να ισχυριστεί με ειλικρίνεια ότι δεν είχε διαπράξει στη ζωή του) και στη συνέχεια η καρδιά του τοποθετούνταν στη ζυγαριά. Αν η καρδιά του ήταν ελαφρύτερη από το φτερό, περίμενε, ενώ ο Όσιρις συμβουλευόταν τους Σαράντα Δύο Κριτές και τον θεό της σοφίας, τον Θωθ, και, αν θεωρούνταν άξιος, του επιτρεπόταν να περάσει από την αίθουσα και να συνεχίσει την ύπαρξή του στον παράδεισο- αν η καρδιά του ήταν βαρύτερη από το φτερό, την έριχναν στο πάτωμα όπου την καταβρόχθιζε το τέρας Αμμούτ (ο γάλος), με αποτέλεσμα να έπαυε να υπάρχει.
Μόλις περνούσε κανείς από την Αίθουσα της Αλήθειας, οδηγούνταν στη συνέχεια στη βάρκα του Χραφ-χαφ ("Αυτός που κοιτάζει πίσω του"), ενός δυσάρεστου πλάσματος, πάντα δύστροπου και προσβλητικού, στο οποίο έπρεπε να βρει κανείς κάποιον τρόπο να είναι καλόκαρδος και ευγενικός. Δείχνοντας καλοσύνη στον αγενή Χραφ-χαφ, έδειχνε κανείς ότι ήταν άξιος να μεταφερθεί από τα νερά της Λίμνης των Λουλουδιών στο Πεδίο των Καλαμιών, το οποίο ήταν ο καθρέφτης της ζωής του ανθρώπου στη γη, όπου δεν υπήρχε ασθένεια, απογοήτευση και θάνατος. Στη συνέχεια συνέχιζε κανείς την ύπαρξή του όπως και πριν, περιμένοντας εκείνους που αγαπούσε στη ζωή του ή συναντώντας εκείνους που είχαν "αποχωρήσει" νωρίτερα.
Ο Κλήρος, οι Ναοί και οι Γραφές
Αν και ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι μόνο άνδρες μπορούσαν να γίνουν ιερείς στην αρχαία Αίγυπτο, τα αιγυπτιακά αρχεία υποστηρίζουν το αντίθετο. Οι γυναίκες μπορούσαν να είναι ιερείς της λατρείας της θεάς τους από το Αρχαίο Βασίλειο και μετά και τους αποδόθηκε ο ίδιος σεβασμός με τους άνδρες συναδέλφους τους. Συνήθως ένα μέλος του κλήρου έπρεπε να έχει το ίδιο φύλο με τη θεότητα που υπηρετούσε. Η λατρεία της Αθώρ, κυρίως, παρακολουθείτο συστηματικά από γυναίκες κληρικούς (πρέπει να σημειωθεί ότι ο όρος "λατρεία" δεν είχε την ίδια έννοια στην αρχαία Αίγυπτο με τη σημερινή. Οι λατρείες ήταν απλώς αιρέσεις μιας θρησκείας). Οι ιερείς και οι ιέρειες μπορούσαν να παντρεύονται, να αποκτούν παιδιά, να έχουν δική τους γη και σπίτια και ζούσαν όπως οποιοσδήποτε άλλος, εκτός από ορισμένες τελετουργικές πρακτικές και παρατηρήσεις σχετικά με τον εξαγνισμό πριν από τη λειτουργία. Η Bunson γράφει:
Στις περισσότερες περιόδους, οι ιερείς της Αιγύπτου ήταν μέλη μιας οικογένειας που συνδεόταν επί μακρόν με μια συγκεκριμένη λατρεία ή ναό. Οι ιερείς στρατολογούσαν νέα μέλη από τις δικές τους φυλές, από γενιά σε γενιά. Αυτό σήμαινε ότι δεν ζούσαν μακριά από τους δικούς τους ανθρώπους και έτσι διατηρούσαν επίγνωση της κατάστασης των πραγμάτων στις κοινότητές τους. (209)
Οι ιερείς, όπως και οι γραφείς, περνούσαν από μια παρατεταμένη περίοδο εκπαίδευσης πριν αρχίσουν την υπηρεσία και, μόλις χειροτονούνταν, φρόντιζαν τον ναό ή το συγκρότημα του ναού, εκτελούσαν τελετουργίες και τελετές (όπως γάμους, ευλογίες σε ένα σπίτι ή έργο, κηδείες), εκτελούσαν καθήκοντα γιατρών, θεραπευτών, αστρολόγων, επιστημόνων και ψυχολόγων, καθώς και ερμηνεύοντας όνειρα. Ευλογούσαν φυλαχτά για να απομακρύνουν τους δαίμονες ή να αυξήσουν τη γονιμότητα, και επίσης εκτελούσαν εξορκισμούς και τελετές εξαγνισμού για να απαλλάξουν ένα σπίτι από τα πνεύματα.
Το κύριο καθήκον τους ήταν απέναντι στον θεό που υπηρετούσαν και στους ανθρώπους της κοινότητας, και σημαντικό μέρος αυτού του καθήκοντος ήταν η φροντίδα του ναού και του αγάλματος του θεού μέσα σε αυτόν. Οι ιερείς ήταν επίσης γιατροί στην υπηρεσία του Χέκα, ανεξάρτητα από το ποια άλλη θεότητα υπηρετούσαν άμεσα. Ένα παράδειγμα αυτού είναι πως όλοι οι ιερείς και οι ιέρειες της θεάς Σερκέτ (Selket) ήταν γιατροί, αλλά η ικανότητά τους να θεραπεύουν και να επικαλούνται τη Σερκέτ ενεργοποιούνταν μέσω της δύναμης της Χέκα.
Οι ναοί της αρχαίας Αιγύπτου θεωρούνταν κυριολεκτικά τα σπίτια των θεοτήτων που τιμούσαν. Κάθε πρωί ο επικεφαλής ιερέας ή η ιέρεια, αφού εξαγνίζονταν με ένα μπάνιο και ντυνόταν με καθαρά λευκά λινά και καθαρά σανδάλια, έμπαινε στο ναό και φρόντιζε το άγαλμα του θεού όπως θα έκανε με ένα άτομο που είχε αναλάβει να φροντίσει.
Οι πόρτες του ιερού άνοιγαν για να μπει το πρωινό φως και το άγαλμα, που βρισκόταν πάντα στο εσωτερικό ιερό, καθαριζόταν, επικαλύπτονταν και χριζόταν με λάδι- στη συνέχεια, οι πόρτες του ιερού έκλειναν και κλειδώνονταν. Σε κανέναν άλλον εκτός από τον αρχιερέα δεν επιτρεπόταν τόσο στενή επαφή με τον θεό. Όσοι έρχονταν στο ναό μόνο για να προσκυνήσουν, επιτρεπόταν να εισέρχονται στους εξωτερικούς χώρους, όπου τους υποδέχονταν κατώτεροι κληρικοί, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τις ανάγκες τους και δέχονταν τις προσφορές τους.
Δεν υπήρχαν επίσημες "γραφές" που χρησιμοποιούσαν οι κληρικοί, αλλά οι έννοιες που μεταφέρονταν στο ναό πιστεύεται ότι ήταν παρόμοιες με εκείνες που βρίσκονται σε έργα όπως τα Κείμενα των Πυραμίδων, τα μεταγενέστερα Κείμενα των Φέρετρων και τα ξόρκια που βρίσκονται στο Αιγυπτιακό Βιβλίο των Νεκρών. Αν και το Βιβλίο των Νεκρών αναφέρεται συχνά ως "η αρχαία αιγυπτιακή Βίβλος", δεν ήταν κάτι τέτοιο. Το Βιβλίο των Νεκρών είναι μια συλλογή ξορκιών για την ψυχή στη μετά θάνατον ζωή. Τα Κείμενα των Πυραμίδων είναι τα παλαιότερα θρησκευτικά κείμενα της αρχαίας Αιγύπτου που χρονολογούνται από το 2400-2300 π.Χ. περίπου. Τα Κείμενα των Φέρετρων αναπτύχθηκαν αργότερα από τα Κείμενα των Πυραμίδων γύρω στο 2134-2040 π.Χ., ενώ το Βιβλίο των Νεκρών (στην πραγματικότητα γνωστό ως το Βιβλίο του Ερχομού της Ημέρας) καταγράφηκε κάπου γύρω στο 1550-1070 π.Χ.
Και τα τρία αυτά έργα ασχολούνται με τον τρόπο με τον οποίο η ψυχή πρέπει να περιηγηθεί στη μετά θάνατον ζωή. Οι τίτλοι τους (που δόθηκαν από Ευρωπαίους μελετητές) και ο αριθμός των μεγαλοπρεπών τάφων και αγαλμάτων σε όλη την Αίγυπτο, για να μην αναφέρουμε τις περίτεχνες τελετουργίες ταφής και τις μούμιες, έχουν οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στο συμπέρασμα ότι ο αιγυπτιακός πολιτισμός είχε εμμονή με τον θάνατο, ενώ στην πραγματικότητα οι Αιγύπτιοι ασχολούνταν εξ ολοκλήρου με τη ζωή. Το Βιβλίο του Ερχομού της Ημέρας, καθώς και τα προηγούμενα κείμενα, παρουσιάζουν πνευματικές αλήθειες που θα είχε ακούσει κανείς όσο ζούσε και υπενθυμίζουν στην ψυχή του πώς πρέπει να ενεργεί τώρα στην επόμενη φάση της ύπαρξής του χωρίς φυσικό σώμα ή υλικό κόσμο. Η ψυχή κάθε Αιγύπτιου αναμενόταν να θυμάται αυτές τις αλήθειες από τη καθημερινότητα, λόγω των πολλών θρησκευτικών εορτών που απολάμβαναν οι Αιγύπτιοι καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, ακόμη και αν δεν πατούσε ποτέ το πόδι του μέσα σε ένα συγκρότημα ναών.
Θρησκευτικές Γιορτές & Θρησκευτική ζωή
Οι θρησκευτικές γιορτές στην Αίγυπτο ενσωμάτωναν την ιερή πτυχή των θεών απρόσκοπτα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η αιγυπτιολόγος Lynn Meskell σημειώνει ότι "οι θρησκευτικές γιορτές επικαιροποίησαν την πίστη- δεν ήταν απλώς κοινωνικές γιορτές. Δρούσαν σε μια πληθώρα σχετικών πεδίων" (Nardo, 99). Υπήρχαν μεγάλες γιορτές, όπως η Όμορφη Γιορτή του Wadi προς τιμήν του θεού Άμμωνα, και μικρότερες γιορτές για άλλους θεούς ή για να γιορτάσουν γεγονότα στη ζωή της κοινότητας.
Η Bunson γράφει: "Σε ορισμένες ημέρες, σε ορισμένες εποχές αρκετές φορές το μήνα, ο θεός μεταφερόταν σε κιβωτούς ή πλοία στους δρόμους ή στο Νείλο. Εκεί γίνονταν οι χρησμοί και οι ιερείς απαντούσαν σε αιτήματα" (209). Το άγαλμα του θεού μεταφερόταν από το εσωτερικό ιερό για να επισκεφθεί τα μέλη της κοινότητας και να λάβει μέρος στη γιορτή- ένα έθιμο που μπορεί να αναπτύχθηκε ανεξάρτητα στην Αίγυπτο ή να προήλθε από τη Μεσοποταμία, όπου η πρακτική αυτή είχε μακρά ιστορία.
Η Όμορφη Γιορτή του Wadi ήταν μια γιορτή της ζωής, της πληρότητας και της κοινότητας και, όπως σημειώνει ο Meskell, οι άνθρωποι συμμετείχαν σε αυτή τη γιορτή και επισκέπτονταν το ιερό για να "προσευχηθούν για σωματική ακεραιότητα και σωματική ζωτικότητα", ενώ άφηναν προσφορές στον θεό ή τη θεά ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη ζωή και την υγεία τους. Ο Meskell γράφει:
Μπορεί κανείς να φανταστεί έναν ιερέα ή μια ιέρεια να έρχεται και να συλλέγει τις προσφορές και στη συνέχεια να αντικαθιστά τα καλάθια, μερικά από τα οποία έχουν εντοπιστεί από αρχαιολόγους. Το γεγονός ότι αυτά τα κοσμήματα ήταν προσωπικά αντικείμενα υποδηλώνει μια ισχυρή και στενή σχέση με τη θεά. Επιπλέον, στο ιερό της Τίμνα στο Σινά, τα αναθήματα συνθλίβονταν τελετουργικά για να σηματοδοτήσουν την παράδοση από τον άνθρωπο στη θεότητα, γεγονός που μαρτυρεί το εύρος των τελετουργικών πρακτικών που συνέβαιναν εκείνη την εποχή. Υπήρχε υψηλό ποσοστό γυναικών δωρητών στο Νέο Βασίλειο, αν και γενικά οι ταφικές τοιχογραφίες τείνουν να μην δείχνουν τις θρησκευτικές πρακτικές των γυναικών αλλά να επικεντρώνονται σε ανδρικές δραστηριότητες. (101)
Το σπάσιμο των αναθημάτων σήμαινε την παράδοση κάποιου στην αγαθή βούληση των θεών. Ένα αναθηματικό ήταν οτιδήποτε προσφερόταν για την εκπλήρωση ενός όρκου ή με την ελπίδα να επιτευχθεί κάποια επιθυμία. Ενώ τα αναθήματα συχνά παρέμεναν άθικτα, μερικές φορές καταστρέφονταν τελετουργικά για να υποδηλώσουν την αφοσίωση που είχε κανείς στους θεούς- τους παρέδιδε κάτι πολύτιμο που δεν μπορούσε να πάρει πίσω.
Σε αυτές τις γιορτές δεν υπήρχε διάκριση μεταξύ των πράξεων που θεωρούνταν "ιερές" και εκείνων που η σύγχρονη αντίληψη θα χαρακτήριζε "βέβηλες". Ολόκληρη η ζωή ενός ατόμου ήταν ανοιχτή για εξερεύνηση κατά τη διάρκεια μιας γιορτής, και αυτό περιελάμβανε τη σεξουαλική δραστηριότητα, τη μέθη, την προσευχή, τις ευλογίες για τη σεξουαλική του ζωή, για την οικογένειά του, για την υγεία του, και τις προσφορές που γίνονταν τόσο σε ένδειξη ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας όσο και σε μορφή ικεσίας.
Οι οικογένειες συμμετείχαν στις γιορτές μαζί, όπως και οι έφηβοι και τα νεαρά ζευγάρια και όσοι ήλπιζαν να βρουν σύντροφο. Τα γηραιότερα μέλη της κοινότητας, οι πλούσιοι, οι φτωχοί, η άρχουσα τάξη και οι σκλάβοι συμμετείχαν όλοι στη θρησκευτική ζωή της κοινότητας, επειδή η θρησκεία τους και η καθημερινή τους ζωή ήταν απόλυτα συνυφασμένες και, μέσω αυτής της πίστης, αναγνώριζαν ότι η ατομική τους ζωή ήταν αλληλένδετη με κάθε άλλη.