Ο Πολυκράτης (περ. 535-522 π.Χ.) ήταν ο τύραννος της Σάμου που εγκαθίδρυσε τη ναυτική κυριαρχία των Σάμιων στο ανατολικό Αιγαίο και πάσχισε για τον έλεγχο του πελάγους αλλά και των ηπειρωτικών πόλεων της Ιωνίας τον 6ο αιώνα π.Χ. Ο Πολυκράτης είχε μια επιτυχημένη σταδιοδρομία μέχρι που ο Πέρσης Οροήτης (περ. 530-520 π.Χ.) τον παρέσυρε στην Μ. Ασία όπου και τον σταύρωσε.
Αρχαία Σάμος
Οι τύραννοι προέκυψαν αρχικά τον 7ο αιώνα π.Χ. μετ'α από συγκρούσεις μεταξύ αριστοκρατικών οικογενειών που επιδίωκαν την απόλυτη εξουσία στις τοπικές κοινότητες. Χρησιμοποίησαν ελκυστικές προπαγανδιστικές πολιτικές για να κερδίσουν την εύνοια και την εκτίμηση του λαού. Αυτή η τακτική μπορεί να παρατηρηθεί και στη σύγχρονη εποχή, όταν οι δικτάτορες χρησιμοποιούν λαϊκίστικη επιχειρηματολογία προς τις χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις για να συγκαλύψουν άλλα αποτρόπαια εγκλήματα. Οι τύραννοι ήταν πολυάριθμοι, μερικοί από τους πιο "αξιόλογους" ήταν ο Κύψελλος της Κορίνθου (περ. 657-627 π.Χ.) και ο Πεισίστρατος της Αθήνας (περ. 600-527 π.Χ.).
Η στρατηγική θέση της Σάμου ήταν ζωτικής σημασίας για την ταχεία δημιουργία πλούτου από τις τοπικές ελίτ. Η ευνοϊκή γεωγραφική θέση της Σάμου και των γύρω νησιών της, επέτρεψε στους Σάμιους να ελέγχουν τα διερχόμενα εμπορικά πλοία, επιτάσσοντας το μεγαλύτερο μέρος του φορτίου που μεταφερόταν από την ανατολική Μεσόγειο προς το Αιγαίο και τον Ελλήσποντο. Έτσι, από τον 8ο αιώνα π.Χ., την αυγή της αρχαϊκής Ελλάδας, οι Σάμιοι είχαν δημιουργήσει μια νοοτροπία λεηλασίας για να επιβιώσουν. Αυτός ο τρόπος ζωής συγχωνεύτηκε με μια ισχυρή συγγένεια με τη θεά Ήρα, της οποίας ο πέτρινος ναός πρέπει να ανεγέρθηκε μετά το 800 π.Χ. Με το εντυπωσιακό του μήκος των 30,5 μέτρων, ο ναός αυτός ήταν ένας από τους παλαιότερους και μεγαλύτερους ναούς που βρέθηκαν στα αρχαιολογικά αρχεία, αντανακλώντας τον κεντρικό ρόλο της Ήρας στην τοπική κοινότητα. Η ανέγερση του ναού της Ήρας είναι σχεδόν το μόνο γεγονός που μπορεί να ανιχνευθεί στη βασιλεία των ηγεμόνων πριν από τον Πολυκράτη.
Το προοίμιο για τη βασιλεία του Σάμιου τυράννου διαμορφώνεται από την εισβολή του Κύρου Β' (περ. 600-530 π.Χ.), του βασιλιά και ιδρυτή της περσικής αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, όταν ο Κύρος κοίταξε προς την δύση, παρά το γεγονός ότι ο Κροίσος (περ. 585-546 π.Χ.) είχε υπογράψει συνθήκη συμμαχίας και φιλοξενίας με τη Σπάρτη, ο Πέρσης βασιλιάς πρέπει να είχε σημαντικό αριθμητικό πλεονέκτημα έναντι του βασιλιά της Λυδίας. Μετά την εδραίωση της παρουσίας του Κύρου στη Λυδία, φαίνεται ότι οι Έλληνες δεν έστειλαν στρατεύματα στις Σάρδεις, την πρωτεύουσα. Ο Κύρος χτύπησε εν μέσω χειμώνα, αιφνιδιάζοντας τον λυδικό στρατό, και προετοίμασε το έδαφος για τη μάχη της Θύμβρης κοντά στις Σάρδεις το 547 π.Χ. Ο Κροίσος αναγκάστηκε να καταφύγει στην ακρόπολη, αλλά η πόλη έπεσε μέσα σε 14 ημέρες. Όταν ο Κύρος εισήλθε στις Σάρδεις, ο Κροίσος παραδόθηκε και έγινε υποτελής του Πέρση βασιλιά. Ως αποτέλεσμα, ο επίδοξος βασιλιάς των Αχαιμενιδών ήλεγχε τη Λυδία, μια γειτονική περιοχή της Σάμου. Η δυτική επέκταση του Πέρση ηγεμόνα ανάγκασε τη σαμιακή ελίτ να αλλάξει την οικονομική της πολιτική και να αναπροσανατολίσει τις λεηλασίες προς τη δύση.
Άνοδος στην Εξουσία
Η πειρατεία ήταν διαδεδομένη όταν μεγάλωσε ο διαβόητος Σάμιος τύραννος Πολυκράτης, γιος του Αιάκους, και αυτό μπορεί να ενέπνευσε τις διαδεομένες ιστορίες μιας σαμιακής θαλασσοκρατίας - της ναυτικής κυριαρχίας που θα αναδυόταν. Η ιστορία του Πολυκράτη μαρτυρείται κυρίως από τον Ηρόδοτο (περ. 484-425/413 π.Χ.), τον Έλληνα ιστορικό από την Αλικαρνασσό. Αν και ο Πολυκράτης αναφέρεται και σε άλλες πρωτογενείς πηγές, όπως ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.), η πιο ολοκληρωμένη και αξιοσημείωτα λεπτομερής εκδοχή προέρχεται από τον Ηρόδοτο.
Οι πρόγονοι του Πολυκράτη δεν είναι ξεκάθαροι και δεν υπάρχουν ευδιάκριτες πληροφορίες γι' αυτούς. Δύο ονόματα εμφανίζονται πριν από τον Πολυκράτη: Ο Συλοσών, ο οποίος κυβέρνησε τη Σάμο ως τύραννος γύρω στο 590 π.Χ., και ο Αιάκης, ο πιθανός πατέρας του Πολυκράτη. Ο πρωταγωνιστής μας γεννήθηκε πιθανότατα το 570 π.Χ., ακολουθούμενος από τους δύο αδελφούς του, τον Πανταγνότο και τον Συλόσων. Η πρώτη φάση της τυραννίας του Πολυκράτη είχε μοιράστει με τους δύο αδελφούς του, μέχρι που εκτέλεσε τον Πανταγνότο και εξόρισε τον Συλόσων στην Περσία. Σύμφωνα με τον Βιθύνιο συγγραφέα Πολύαινο (περ. 2ος αι. π.Χ.), ο τύραννος κατέλαβε την εξουσία κατά τη διάρκεια της μεγάλης γιορτής έξω από τα τείχη της πόλης, αφιερωμένης στην Ήρα, την πιο διάσημη θεότητα του νησιού. Τα έργα του Άσιου, του Σάμιου ποιητή του 6ου αιώνα π.Χ., και του Δούρη (περ. 350 έως περ. 281 π.Χ.), του ελληνιστικού ηγεμόνα της Σάμου, υποστηρίζουν την περιγραφή του Πολύαινου.
Η σταδιοδρομία του Πολυκράτη φαίνεται ότι ακολούθησε παρόμοιο μοτίβο με τους υπόλοιπους Έλληνες τυράννους. Πιθανότατα ξεκίνησε το πραξικόπημά του καταλαμβάνοντας τη σαμιακή ακρόπολη, που βρισκόταν στο κέντρο της αρχαίας πόλης. Επιπλέον, οι αδελφοί του υποστηρίχθηκαν από πολλούς πολίτες που είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν πανοπλία- είναι πιθανό ότι οι άνδρες αυτοί προέρχονταν από την άμεση οικογένεια του Πολυκράτη ή από κοντινή του κοινωνική ομάδα. Ο μικρός αριθμός τους θα μπορούσε να σημαίνει ότι δεν υπήρχε σοβαρή αντίσταση στο πραξικόπημα, οπότε ο κύριος όγκος των αριστοκρατών ή η μάζα του δήμου (των Ελλήνων πολιτών) ή και οι δύο ήταν είτε απαθείς είτε θετικά διακείμενοι. Ένα διασωθέν απόσπασμα από τα Σαμιακά Χρονικά του Ντούρη περιγράφει πώς ο Πολυκράτης έδωσε εντολές οι πλουσιότεροι Σάμιοι να φροντίζουν τις μητέρες των αποθανόντων. Αυτό το απόσπασμα θα μπορούσε πιθανώς να υποδηλώνει προπαγάνδα για να συμφιλιωθεί ο τύραννος με το κοινό.
Οικονομία & Κυβέρνηση
Ο Πολυκράτης πρέπει να ήταν δημοφιλής άνθρωπος, αλλά όσοι αντιτάχθηκαν στη βασιλεία του, συνήθως μέλη της παλιάς αριστοκρατίας, είτε στάλθηκαν στην εξορία είτε εγκατέλειψαν οικειοθελώς το νησί. Ο πιο διάσημος από αυτούς ήταν ο φιλόσοφος Πυθαγόρας (περ. 570-495 π.Χ.), ο οποίος πήγε στην Αίγυπτο και τη νότια Ιταλία, ενώ άλλοι εγκαταστάθηκαν στη Δικαιαρχία (Πουτεόλι) κοντά στη Νάπολη. Η μετάβαση στο πρότυπο του Λυδο-Μιλησιανού νομίσματος που ήταν δημοφιλές μεταξύ των εμπόρων διευκόλυνε την ευκολότερη ανταλλαγή νομισμάτων στα περσικά εδάφη από το 525 π.Χ. περίπου. Η εισαγωγή εξωτικών ζώων από τον Πολυκράτη έχει συχνά θεωρηθεί ως απόδειξη μιας προσπάθειας ενίσχυσης της οικονομίας και ίσως για να ικανοποιήσει τους αριστοκράτες που τον περιέβαλλαν. Η ποικιλία των εισαγωγών δικαιολογεί τη φήμη του Πολυκράτη ως πεπειραμένου ναυτικού. Κατά τα έτη 570-530 π.Χ. δημιουργήθηκαν επίσης τα πιο εξαιρετικά και γνωστά σαμιακά γλυπτά. Δεδομένου ότι ο Πολυκράτης γεννήθηκε και βασίλεψε κατά τη διάρκεια αυτών των δεκαετιών, τόσο οι αρχαίοι όσο και οι σύγχρονοι μελετητές τον συνέδεσαν με τις τέχνες, αν και, δεν υπάρχουν ενδείξεις που να υποστηρίζουν τέτοιους ισχυρισμούς.
Ένα απόσπασμα του Ανακρέοντα (περ. 582- 485 π.Χ.) υποδηλώνει μια προσπάθεια των Σάμιων να προγανδίσουν την επηροή τους στην πόλη της Μαγνησίας στον Μαιάνδρο, η οποία σχετίζονταν με την πιθανή εισβολή τους. Καθώς οι Πέρσες ήταν πολύ ισχυροί στην ηπειρωτική χώρα, ο Πολυκράτης δεν θα μπορούσε να καταλάβει μόνιμα ιωνικές πόλεις ή να τις συνδέσει με τη Σάμο με μια συμμαχία μέσω κάποιου φόρου υποτέλειας. Έτσι, οι Έλληνες που ζούσαν κοντά στη θάλασσα δεν δημιούργησαν αποικίες για να προμηθεύονται σιτηρά και άλλα αγαθά- αντ' αυτού, συχνα επέτασσαν πλοία. Η πιθανότητας της μαζικής λεηλασίας μπορεί να είναι η πιο ακριβής περιγραφή μια υποτιθέμενης Σαμιακής θαλασσοκρατίας, και πολλοί κάτοικοι θα επωφελούνταν από το εγχείρημα μέσω της απασχόλησης τους στον Σαμιακό στόλο. Παρ' όλα αυτά, ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι νησιώτες τελικά υποτάχθηκαν στον Κύρο.
Εξωτερική Πολιτική
Αρχικά, ο Πολυκράτης εκμεταλλεύτηκε τη γεωπολιτική κατάσταση και είχε την υποστήριξη του Λυγδάμη (περ. 546-524 π.Χ.), του τυράννου της Νάξου, ο οποίος είχε τεθεί στην εξουσία από τον Πεισίστρατο κάποια στιγμή μετά το 546 π.Χ.. Επιπλέον, μια συμμαχία μεταξύ του Αιγύπτιου φαραώ Άμασι Β΄ (ρ. 570-526 π.Χ.) και του Πολυκράτη υποστηρίζεται από τον Ηρόδοτο. Φοβούμενος μια περσική επίθεση, ο Άμασις ανέπτυξε πλήθος ναυτιλιακών στρατηγικών, κατασκεύασε ναυτικό, προσέλαβε Κάριους και Έλληνες μισθοφόρους, κατέκτησε την Κύπρο και συμμάχησε με τον Πολυκράτη. Ο Άμασις έδωσε επίσης στον Πολυκράτη ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, το οποίο ο Σάμιος χρησιμοποίησε για να κατασκευάσει 100 πλοία, το καθένα με 50 κωπηλάτες και δέκα τοξότες. Αυτή η συνεισφορά πιθανώς να κόστιζε περίπου οκτώ τόνους αργύρου ετησίως.
Ο στόλος του Πολυκράτη, ο οποίος πιθανότατα αποτελούνταν, εν μέρει, από ένα ειδικό σχέδιο γνωστό ως σαμαένα, αποτελεί παράδειγμα για το πώς η πεντηκόντερος υπέστη αρκετές καινοτομίες κατά την αρχαϊκή περίοδο. Κατά τη διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ., στο Αιγαίο έγιναν αλλαγές στο σχεδιασμό της πεντηκοντόρου, ώστε να καταστεί καλύτερο σκάφος για τη μεταφορά αγαθών και στρατιωτών, καθώς και πολεμικό πλοίο. Λόγω της απειλής που αποτελούσε η περσική επέκταση κατά τη δεκαετία του 540 π.Χ., είναι εύλογο ότι μια παράκτια πόλις όπως η Σάμος διατηρούσε στόλο πεντηκοντόρων , ανεξάρτητα από το κόστος. Ο Πλούταρχος (περ. 45-50 μ.Χ. έως περ. 120-125 μ.Χ.) αναφέρει ότι ο Πολυκράτης παρήγγειλε έναν ειδικό τύπο πλοίου, τη σαμαένα. Η σαμαένα υποτίθεται ότι ήταν μεγαλύτερη και πιο ευρύχωρη από την συνηθισμένο διώροφο πεντηκόντερο. Είχε κατάστρωμα αλλά και ταχύτητα η οποία ήταν αρκετά σταθερή για επιδρομές στην ανοιχτή θάλασσα. Οι ελληνικές ναυτικές συγκρούσεις εκείνη την εποχή απομακρυνόταν σταδιακά από την αρχαϊκή μέθοδο της επιβίβασης στα εχθρικά πλοία και της μάχης σώμα με σώμα ή της εξουδετέρωσης του αντιπάλου με βαλλιστικές επιθέσεις.
Μετά το θάνατο του Κύρου το 530 π.Χ., ο Πολυκράτης αποφάσισε να αλλάξει στρατόπεδο και να ενταχθεί στο πλευρό του νέου Πέρση βασιλιά Καμβύση Β΄ (μ.Χ. 530-522 π.Χ.). Όταν ο Καμβύσης αγόρασε τον τρομερό φοινικικό στόλο τη δεκαετία του 520 π.Χ., η σαμιακή πειρατεία περιορίστηκε στις φτωχότερες πόλεις των Κυκλάδων. Έτσι, όταν τα λάφυρα από τις ναυτικές επιχειρήσεις σταμάτησαν να ρέουν, η σαμιακή αριστοκρατία βρήκε την ευκαιρία να αποσταθεροποιήσει τον τύραννο. Καθώς η περσική επιρροή αυξανόταν προς τα δυτικά, δεν ήταν πλέον ασφαλές να είσαι σύμμαχος του Άμασι, και έτσι ο Πολυκράτης έστειλε 40 πλοία για να βοηθήσουν την εισβολή του Καμβύση στην Αίγυπτο. Η διαμάχη με τον Άμασι μπορεί να εμπόδιζε το εμπόριο στη Ναύκρατιδα, αλλά η κατάκτηση της Αιγύπτου από τον Καμβύση θα έβαζε τα πράγματα στη θέση τους για τον τύραννο. Πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ο ναύαρχος του αιγυπτιακού ναυτικού άλλαξε επίσης πλευρά, οπότε είναι πιθανό ο Καμβύσης να προετοίμασε την αιγυπτιακή εκστρατεία του δωροδοκώντας τους συμμάχους του Άμασι με προσβαση σε ναυτικούς πόρους.
Η ναυτική επίθεση ήταν επίσης μια ευκαιρία για τον Πολυκράτη να απαλλαγεί από τους δυσαρεστημένους κατοίκους φορτώνοντας τα πλοία με αυτούς. Η σχετικά ήπια, ή τουλάχιστον η συγκαλυμμένη, απομάκρυνσή τους υποδηλώνει ότι η πλειονότητά τους ήταν άτομα με υψηλή επιρροή. Η απομάκρυνσή τους, ωστόσο, είχε εκτεταμένες συνέπειες, καθώς έφτασαν στην Πελοπόννησο και έπεισαν τη Σπάρτη και την Κόρινθο να προετοιμάσουν εκστρατεία εναντίον του Πολυκράτη. Δύο πιθανοί λόγοι μπορούν να δοθούν για την εμπλοκή της Σπάρτης: εκδίκηση για την κλοπή των σπαρτιατικών δώρων ή εξόφληση χρέους ευγνωμοσύνης, το οποίο οι μελετητές προσδιόρισαν ως πράξη αρνητικής αμοιβαιότητας. Η εμπλοκή της Κορίνθου θα μπορούσε να λειτουργησει ως αντίποινα για την περίοδο που η Σάμος είχε παρέμβει σε ένα σχέδιο του Κορίνθιου ηγεμόνα Περιάνδρου († 587 π.Χ.). Ένα σχέδιο που περιλάμβανε την τιμωρία της κορινθιακής αποικίας, της Κέρκυρας. Η αλληλεπίδραση μεταξύ της Σπάρτης και των Σάμιων ευγενών έδωσε το έναυσμα για το πρώτο ταξίδι των Σπαρτιατών στο Αιγαίο. Έναν πρώιμο θρίαμβο γι' αυτούς και τους Κορίνθιους ακολούθησε μια 40ήμερη πολιορκία της πόλης που αποδείχθηκε ανεπιτυχής. Η πελοποννησιακή επέμβαση κατέστησε προφανές ότι η σαμιακή πειρατεία στις Κυκλάδες δεν θα γινόταν πλέον ανεκτή.
Ο Θάνατος Ενός Τυράννου
Τον Μάρτιο του 522 π.Χ. ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος στην Περσική Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ο Πολυκράτης προσκλήθηκε από τον σατράπη της Λυδίας, τον Οροήτη, να έρθει στις Σάρδεις για να τον προμηθεύσει με χρυσό για να συνεχίσει τις επιχειρήσεις του. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η κόρη του Πολυκράτη είδε έναν τρομερό εφιάλτη, στον οποίο ο πατέρας της "πλένεται" από τον θεό Δία και να "χρίζεται" από τον Ήλιο.
Και ο Πολυκράτης κρεμασμένος στον αέρα εκπλήρωσε το όραμα της κόρης του με κάθε λεπτομέρεια- γιατί τον έπλυνε ο Δίας όταν έβρεχε, και τον έχρισε ο Ήλιος καθώς απέπνεε ιδρώτα από το σώμα του.(Ιστορίες 3.125.4.)
Όταν το χάος στην Περσική Αυτοκρατορία έφτασε στο τέλος του, ο Δαρείος Α΄ (522-486 π.Χ.) αποκατέστησε την τάξη εκτελώντας τον Οροήτη και κατακτώντας τη Σάμο. Ο Συλώσον, ο εξόριστος αδελφός του Πολυκράτη, είχε γνωρίσει τον Δαρείο στην Αίγυπτο. Ο βασιλιάς τότε ήταν ένας από τους φρουρούς του Καμβύση και χάρισε στον εξόριστο έναν κόκκινο μανδύα. Τώρα που ο Δαρείος έγινε βασιλιάς, ο Συλώσον ζήτησε να επιστρέψει στη Σάμο χωρίς αιματοχυσία και έτσι κυβέρνησε τη Σάμο ως υποτελής ηγεμόνας για λογαριασμό της Περσικής Αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών.