Η Αταλάντη είναι ηρωίδα της ελληνικής μυθολογίας, φημισμένη κυνηγός, αθλήτρια της πάλης και δρομέας. Πρωταγωνίστησε στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου, δίνοντας το πρώτο χτύπημα στο τρομερό θηρίο με το τόξο της. Αποφασισμένη να παραμείνει παρθένα, η Αταλάντη υποχώρησε, τελικά, στην πίεση του πατέρα της και συμφώνησε να παντρευτεί, αλλά μόνο εκείνον που θα την νικούσε σε αγώνα δρόμου. Σαν τις θεές Αθηνά και Άρτεμη, η Αταλάντη είναι μια σπάνια ισχυρή γυναικεία φιγούρα στην ελληνική λογοτεχνία και εμφανίζεται συχνά στην ελληνική τέχνη, σε σκηνές που δείχνουν τις φημισμένες κυνηγετικές και αθλητικές της ικανότητες.
Οικογένεια και πρώτα χρόνια
Στη μυθολογία, η Αταλάντη είναι κόρη του Βοιωτού βασιλέα Σχοινέα ή του βασιλέα της Αρκαδίας, Ιασίου (γιου του Λυκούργου του Αλέου), ή του Μαίναλου. Μητέρα της ήταν η Κλυμένη. Ο ιστορικός Απολλόδωρος ο Αθηναίος (π. 180 – 120 π.Χ.) αναφέρει ότι η Αταλάντη σκληραγωγήθηκε όταν εγκαταλείφθηκε στην παιδική της ηλικία και ανατράφηκε από μια αρκούδα που εστάλη από τη θεά Αρτέμιδα και στη συνέχεια μεγάλωσε με μια ομάδα κυνηγών. Η εγκατάλειψή της στη φύση από τους γονείς της, λέγεται ότι οφειλόταν στο ότι επιθυμούσαν να αποκτήσουν γιο. Όταν ενηλικιώθηκε, η Αταλάντη έλαβε χρησμό από το μαντείο των Δελφών να μην παντρευτεί, ορκίστηκε να παραμείνει παρθένα και έτσι, έγινε σύντροφος της Αρτέμιδας στο κυνήγι.
Το κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου
Η πιο γνωστή περιπέτεια της Αταλάντης είναι η συμμετοχή της στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου, μια ιστορία που εμφανίζεται στη ραψωδία Ι της Ιλιάδας του Ομήρου, η οποία συντέθηκε τον 8ο αι. π.Χ. Ένας τεράστιος τριχωτός κάπρος με μεγάλους λευκούς χαυλιόδοντες τρομοκρατούσε την πόλη Καλυδώνα και τη γύρω περιοχή στην Αιτωλία, καταστρέφοντας τα σπαρτά και σκοτώνοντας όποιον έβρισκε στον δρόμο του. Αυτό το φοβερό θηρίο το είχε στείλει η Άρτεμις για να τιμωρήσει τον Οινέα, τον βασιλέα της Καλυδώνας, για την ασέβειά του να μην κάνει θυσίες στη θεά. Ο γιος του Οινέα, Μελέαγρος, ανέλαβε να σκοτώσει το θηρίο, με τη βοήθεια των πιο ονομαστών ηρώων της εποχής.
Στην κυνηγετική εξόρμηση συμμετείχαν ο Ιάσων (γνωστός από την περιπέτεια με το Χρυσόμαλλο Δέρας, στην οποία κατά κάποιες εκδοχές συμμετέχει και η Αταλάντη), ο Θησέας, οι Διόσκουροι (Κάστωρ και Πολυδεύκης), ο Μελανίων, ο Πηλέας, ο Πειρίθους και η Αταλάντη, με μια ομάδα κυνηγετικών σκύλων. Στη διάρκεια του μακρού και επίπονου κυνηγιού, ο Μελέαγρος ερωτεύτηκε την Αταλάντη, αλλά χωρίς ανταπόκριση. Κατά μία άλλη εκδοχή, ο Μελανίων ήταν αυτός με τις ερωτικές προθέσεις απέναντι στην παρθένα κυνηγό. Στην πορεία του κυνηγιού σημειώθηκαν κάποια δυστυχήματα, όπως όταν ο Πηλέας (γιος του βασιλέα της Αίγινας, Αιακού), σκότωσε κατά λάθος τον Ευρυτίωνα. Η Αταλάντη, προχωρώντας στην άκρη του μισοφέγγαρου που είχαν σχηματίσει οι ήρωες, «χτενίζοντας» το δάσος για να εντοπίσουν το θηρίο, είχε τα δικά της προβλήματα. Δέχθηκε επίθεση από τους κενταύρους Ροίκο και Υλαίο. Οι κένταυροι ήταν περιβόητοι για την απείθαρχη συμπεριφορά και την ανικανότητά τους να ελέγξουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες, αλλά διάλεξαν λάθος θύμα στο πρόσωπο της Αταλάντης, η οποία τους σκότωσε εύκολα και τους δύο.
Τελικά, ο κάπρος χτυπήθηκε από βέλος της Αταλάντης και σκοτώθηκε από τον Μελέαγρο. Το άμοιρο ζώο θυσιάστηκε στην Αρτέμιδα, όπως επιβαλλόταν και το δέρμα του δόθηκε στην Αταλάντη. Σε μια τελική ανατροπή, τυπική για τους ελληνικούς μύθους, τουλάχιστον σε κάποιες εκδοχές, ο Μελέαγρος σκότωσε δύο από τους θείους του, όταν έκλεψαν το δέρμα του ζώου από την Αταλάντη. Τότε, ο Μελέαγρος πέθανε κι αυτός, εξαιτίας των πράξεων της μητέρας του, Αλθαίας. Πριν γεννηθεί ο γιος της, οι Μοίρες είχαν πει στη Αλθαία ότι το παιδί της θα ζούσε μόνο όσο έκαιγε ένας δαυλός που βρισκόταν στην εστία της. Η Αλθαία πήρε αμέσως το ξύλο, το έσβησε και το έκρυψε προσεκτικά σε ένα κιβώτιο. Όταν έμαθε ότι ο Μελέαγρος είχε σκοτώσει τα αδέλφια της, κυριευμένη από τις Ερινύες, η Αλθαία πήρε τον δαυλό και τον πέταξε στη φωτιά· όταν αυτός κάηκε, πέθανε και ο Μελέαγρος, όπως είχε προφητευτεί. Στη συνέχεια, η Αλθαία αυτοκτόνησε από φρικτές τύψεις.
Ο αγώνας δρόμου της Αταλάντης
Στα υπόλοιπα επιτεύγματα της Αταλάντης, περιλαμβάνεται η νίκη της σε αγώνα πυγμαχίας με τον Πηλέα, στους επιτάφιους αγώνες που έγιναν προς τιμήν του Πελία, γιου του Ποσειδώνα. Αν και ήταν αποφασισμένη να μείνει παρθένα, η Αταλάντη υποχώρησε τελικά στις πιέσεις να παντρευτεί, που δεχόταν του πατέρα της, με τον οποίο είχε πλέον συμφιλιωθεί. Ωστόσο, έθεσε έναν όρο: ο μέλλων σύζυγός της έπρεπε πρώτα να αποδείξει την αξία του και να την νικήσει σε αγώνα δρόμου. Διοργανώθηκαν αγώνες, αλλά η Αταλάντη νίκησε όλους τους υποψήφιους, ενώ οι χαμένοι πλήρωσαν το υπέρτατο τίμημα για την ήττα τους και εκτελέστηκαν. Ο Ιππομένης κέρδισε το χέρι της με έξυπνο τρόπο, ρίχνοντας τρία χρυσά μήλα των Εσπερίδων στον δρόμο της, για να της αποσπάσει την προσοχή και έτσι κέρδισε τον αγώνα (άλλες εκδοχές φέρουν νικητή τον Ιππομέδοντα ή τον Μελάνιο). Αρκετοί συγγραφείς, συμπεριλαμβανομένου του Απολλόδωρου, υποστηρίζουν ότι είχαν επισκεφθεί τον τόπο που σύμφωνα με την παράδοση έγινε αυτός ο αγώνας, κοντά στο Μεθύδριο της Αρκαδίας.
Όπως είχε προβλέψει το μαντείο των Δελφών, ο γάμος της Αταλάντης και του Ιππομένη ήταν σύντομος, καθώς, αφού συνευρέθηκαν σε έναν ναό του Δία (ή της Ήρας ή της Κυβέλης κατά κάποιες εκδοχές), τιμωρήθηκαν και οι δύο από τον θεό, ο οποίος τους μεταμόρφωσε σε λιοντάρια. Το ζευγάρι πρόλαβε να γεννήσει έναν γιο, τον Παρθενοπαίο, έναν από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας των Επτά επί Θήβας.
Η Αταλάντη εμφανίζεται μία τελευταία φορά στην ελληνική μυθολογία όταν φτάνει στα Ηλύσια Πεδία, όπου οι ψυχές των ηρώων καλούνται να επιλέξουν τον βίο που επιθυμούν. Όπως ήταν αναμενόμενο, δεδομένης της ικανότητάς της στο κυνήγι, την πάλη και το τρέξιμο, η Αταλάντη επιλέγει τον αθλητικό βίο.
Η Αταλάντη στην τέχνη
Στην ελληνική τέχνη, η Αταλάντη εμφανίζεται συνήθως ως κυνηγός, όπως για παράδειγμα, στο αέτωμα του Ναού της Αθηνάς στην Τεγέα, του 4ου αι. π.Χ. και σε πολλές ζωγραφικές σκηνές στην ελληνική κεραμική. Αναγνωρίζεται από τον κοντό χιτώνα ή τον μανδύα από δέρμα ζώου και συχνά κρατάει δόρυ ή τόξο. Στην επάνω ζώνη του λαιμού του κρατήρα François, ενός αττικού μελανόμορφου ελικωτού κρατήρα, που χρονολογείται στο π. 570-565 π.Χ., εικονίζεται το κυνήγι του κάπρου της Καλυδώνας, με τον Πηλέα, τον Μελέαγρο, τον Μελάνιο, τους Διόσκουρους και την Αταλάντη. Η κυνηγός απεικονίζεται και σε ερυθρόμορφα αγγεία, συχνά κρατώντας το διάσημο δόρυ της. Τέλος, υπάρχει ο ρόλος της Αταλάντης στο κυνήγι του κάπρου, στη χαμένη τραγωδία Μελέαγρος που έγραψε το 416 π.Χ. ο Ευριπίδης (π. 484-407 π.Χ).
Κάποιες φορές, η Αταλάντη αποδίδεται καθώς παλεύει στους επιτάφιους αγώνες προς τιμήν του Πελία, συνήθως στην αρχή του αγώνα, όταν οι δύο παλαιστές έρχονται στα χέρια. Σε αυτή την απεικόνιση, συχνά φοράει στηθόδεσμο ή περίζωμα και κάλυμμα κεφαλής. Ένα εξαιρετικό τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η ερυθρόμορφη υδρία από το Βούλτσι, του 530 αι. π.Χ. (βρίσκεται στο Μόναχο). Στο φόντο, οι δύο παλαιστές έχουν το δέρμα ενός κάπρου, αναμφισβήτητα το τρόπαιο για τον νικητή και μια σαφής παραπομπή στο κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου και στους αγώνες του Πελία. Ένα άλλο παράδειγμα του αγώνα, είναι ένας κύλικας των μέσων του 4ου αι. π.Χ. από τον ζωγράφο Όλτου, που φυλάσσεται στο Museo Civico της Μπολόνια, στην Ιταλία. Ένα ερυθρόμορφο κύπελλο από το μουσείο του Λούβρου, δείχνει την Αταλάντη με περίζωμα, κάλυμμα κεφαλής και κάτι που μοιάζει πολύ με σύγχρονο αθλητικό στηθόδεσμο. Ο μύθος αναπαριστάται και σε ασυνήθιστα μέρη, όπως στον διάκοσμο ασπίδας από την Περαχώρα Πελοποννήσου – η παλαιότερη γνωστή απεικόνιση – που χρονολογείται στο π. 575 π.Χ., καθώς επίσης, σε σκαλιστά κοσμήματα του 5ου αι. π.Χ.
Αναπαραστάσεις της Αταλάντης στους αγώνες δρόμου με τους υποψήφιους συζύγους της, είναι εξαιρετικά σπάνιες. Ένα γνωστό παράδειγμα απεικονίζεται σε καλυκοειδή κρατήρα του ζωγράφου του Δίνου, του π. 300 π.Χ. (Museo Civico, Μπολόνια), όπου η Αταλάντη εμφανίζεται να προετοιμάζεται για τον αγώνα της, ενώ ο Ιππομένης παραλαμβάνει τα χρυσά μήλα από την Αφροδίτη και τον Έρωτα. Ένας τέταρτος τύπος απεικόνισης είναι η Αταλάντη καταδιωκόμενη από τον Έρωτα. Μια λήκυθος του π. 500 π.Χ. δείχνει τον Έρωτα να καταδιώκει την κυνηγό, ενώ με το ένα χέρι της προσφέρει ανθοστέφανο και στο άλλο κρατά μαστίγιο (λανθασμένα αποκατεστημένο ως ανθοδέσμη). Δύο Έρωτες πετούν πάνω από την Αταλάντη και η σκηνή ίσως αντιπροσωπεύει την έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά της για τους άνδρες (Carpenter, 196).
Μια εικόνα που δείχνει ότι η μορφή της Αταλάντης ασκούσε διαχρονική έλξη, αποτυπώνεται σε μωσαϊκό δάπεδο ρωμαϊκής βίλας στην Αλικαρνασσό. Χρονολογούμενη στον 4ο αι. π.Χ., εμφανίζει την Αταλάντη έφιππη σε κυνήγι λιονταριών. Το θραύσμα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο.