Ο Λέων Γ’ ήταν αυτοκράτορας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από το 717 έως το 741 μ.Χ. Ίδρυσε τη δυναστεία των Ισαύρων, η οποία κυβέρνησε μέχρι το 802 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας είχε ταλέντο στη διοίκηση, και ανανέωσε τον πολιτικό μηχανισμό και τον νομικό κώδικα της αυτοκρατορίας. Η βασιλεία του Λέοντα αποτέλεσε επίσης εποχή αρκετών συγκρούσεων με τον αραβικό κόσμο, ξεκινώντας με την επιτυχή υπεράσπιση της Κωνσταντινούπολης και καταλήγοντας στην ανακατάληψη της Μικράς Ασίας. Ο αυτοκράτορας είναι γνωστός σήμερα κυρίως για την έναρξη της καταστροφής των εικόνων στη χριστιανική Εκκλησία, την οποία οι διάδοχοί του επιδίωξαν με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο, οδηγώντας σε διεύρυνση του χάσματος μεταξύ της δυτικής και της ανατολικής Εκκλησίας.
Διαδοχή
Ο Λέων, κατά κόσμον Κόνων, ήταν βοσκός από τη Θράκη, όπου οι γονείς του είχαν μετεγκατασταθεί από τη Συρία. Παρά το ταπεινό του υπόβαθρο, ο φιλόδοξος Λέων επρόκειτο να φτάσει μέχρι την κορυφή. Ως διπλωμάτης κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού Β’ (βασ. 685-695 μ.Χ.), βοήθησε τον αυτοκράτορα να ανακτήσει τον θρόνο του το 705 μ.Χ., αφού είχε αναρριχηθεί στις τάξεις του στρατού. Με τη βασιλεία του Αναστασίου Β’ (713-716 μ.Χ.), ο Λέων ήταν πλέον κυβερνήτης (στρατηγός) της στρατιωτικής επαρχίας (θέματος) των Ανατολικών, στην κεντρική Μικρά Ασία, και είχε, ως εκ τούτου, πραγματική πολιτική εξουσία. Το 717 μ.Χ. ο Λέων ένωσε τις δυνάμεις του με έναν άλλο στρατηγό, τον Αρτάβασδο, ο οποίος κυβερνούσε το θέμα των Αρμενιακών, στη βορειοανατολική Μικρά Ασία. Στον τελευταίο ο Λέων υποσχέθηκε τον τίτλο του κουροπαλάτη, ένα από τα τρία υψηλότερα αξιώματα στην αυτοκρατορία, εφόσον η απόπειρά του για την απόλυτη εξουσία ήταν επιτυχής. Αφού αντιμετώπισαν και νίκησαν μια μικρή δύναμη του αυτοκράτορα στη Νικομήδεια, οι συνωμότες εκθρόνισαν τον διάδοχο του Αναστασίου, Θεοδόσιο Γ’ (βασ. 716-717 μ.Χ.).
Ο Θεοδόσιος εξορίστηκε σε ένα μοναστήρι στην Έφεσο, ενώ ο Λέων εισήλθε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη ως αυτοκράτορας στις 25 Μαρτίου 717 μ.Χ. Μετά από τέσσερεις αυτοκράτορες που είχε γνωρίσει ο λαός μέσα σε έξι χρόνια, ο Λέων θα παρείχε επιτέλους κάποια σταθερότητα στην αυτοκρατορία. Ο νέος αυτοκράτορας δεν ήταν, επιπλέον, από την Ισαυρία (Νότια Μικρά Ασία), αλλά έτσι τον παρουσίασε ο μεταγενέστερος χρονογράφος Θεοφάνης ο Ομολογητής (πεθ. περ. 818 μ.Χ.), και το όνομα έμεινε για τη δυναστεία του, των Ισαύρων, η οποία περιλάμβανε τρεις ακόμη αυτοκράτορες και μία αυτοκράτειρα, και διήρκεσε μέχρι το 802 μ.Χ.
Στρατιωτικές Εκστρατείες
Η βασιλεία του Λέοντα προσέκρουσε άμεσα σε μια κρίση, όταν η πρωτεύουσά του, η Κωνσταντινούπολη, βρέθηκε υπό πολιορκία από μια αραβική δύναμη με επικεφαλής τον ικανότατο στρατηγό Μασλαμά. Ένας λόγος, μάλιστα, για τον οποίο η Εκκλησία και οι ευγενείς της αυτοκρατορίας αποδέχτηκαν τόσο εύκολα τον Λέοντα ως νέο αυτοκράτορά τους πολύ πιθανόν να ήταν η επικείμενη απειλή για την πρωτεύουσα. Η πολιορκία ξεκίνησε τον Αύγουστο του 717 μ.Χ. και διεξήχθη από έναν αραβικό στρατό 80.000 ανδρών και έναν στόλο 1.800 πλοίων. Επρόκειτο να διαρκέσει ένα χρόνο, αλλά η πόλη, με την προστασία των επιβλητικών οχυρώσεών της και του μυστικού εμπρηστικού της όπλου, του υγρού πυρός, άντεξε την επίθεση. Όταν ο Βούλγαρος χάνος Τέρβελ έστειλε μια δύναμη για να βοηθήσει τον ευκαιριακό σύμμαχό του Λέοντα, ο στρατός του Μασλαμά, που είχε ήδη αποδυναμωθεί από τον ασυνήθιστα σκληρό χειμώνα, την πείνα και τις ασθένειες, αναγκάστηκε να αποσυρθεί στις 15 Αυγούστου 718 μ.Χ. Η σωτηρία της πόλης εορταζόταν στο εξής κάθε χρόνο – το Βυζάντιο και η σημαντικότερη χριστιανική πόλη μετά την Ιερουσαλήμ μπορούσαν πλέον να αφήσουν έναν τεράστιο αναστεναγμό ανακούφισης.
Ο Λέων, έχοντας αποδείξει τις αμυντικές του ικανότητες, πέρασε έπειτα στην επίθεση, σε μια προσπάθεια να αναστρέψει μερικές από τις τεράστιες εδαφικές απώλειες που είχε υποστεί η αυτοκρατορία τις τελευταίες δεκαετίες. Επιτέθηκε στους Άραβες στη Δυτική και Νότια Μικρά Ασία και κέρδισε αρκετές μάχες, ιδίως στη Νίκαια το 726 μ.Χ. Οι συμμαχίες του Λέοντα με τους Γεωργιανούς και τους Χαζάρους αποδεικνύονταν πολύ χρήσιμες, ειδικά με τους δεύτερους, οι οποίοι, εγκατεστημένοι σε μια περιοχή βόρεια της Μαύρης Θάλασσας, μπορούσαν να χτυπήσουν τα νώτα των αραβικών δυνάμεων. Οι ημινομάδες Χαζάροι είχαν εδραιωμένους δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη: ο Ιουστινιανός Β’ είχε παντρευτεί την κόρη του χάνου, και ο Λέων με σύνεση είχε διασφαλίσει τη συνέχιση των καλών σχέσεων, συνάπτοντας για τον γιο του έναν γάμο με μια από τις κόρες του τότε χάνου. Στη συνέχεια, το 740 μ.Χ., ήρθε το αποφασιστικό χτύπημα με τη μεγάλη νίκη που κέρδισε ο βυζαντινός στρατός στη Μάχη του Ακροϊνού της Φρυγίας, η οποία ανάγκασε τους Άραβες να αποσυρθούν από την περιοχή. Τα κατακτημένα εδάφη οργανώθηκαν ως δύο νέα θέματα της αυτοκρατορίας: των Θρακησίων και των Κιβυρραιωτών.
Εικονομαχία
Η ιδέα ότι η χριστιανική λατρεία θρησκευτικών απεικονίσεων είναι ειδωλολατρική ανάγεται στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά με την πάροδο των αιώνων οι εικόνες (δηλαδή οι απεικονίσεις αγίων προσώπων: του Ιησού Χριστού, της Παναγίας και των αγίων) είχαν γίνει σύνηθες χαρακτηριστικό πολλών εκκλησιών. Ο Λέων Γ’ ήταν ο πρώτος ηγεμόνας που ενεπλάκη στην συζήτηση, υποστηρίζοντας την εικονοκλασία, δηλαδή το «σπάσιμο των εικόνων». Το τι ακριβώς παρακίνησε τον Λέοντα, πέρα από προσωπικές πεποιθήσεις, είναι ασαφές. Οι βυζαντινοί χριστιανοί ιστορικοί, οι οποίοι, να σημειωθεί, ήταν όλοι υπέρ των εικόνων, προτείνουν ότι ο αυτοκράτορας επηρεάστηκε αλόγιστα από τους Εβραίους και τους μουσουλμάνους, κάτι που όμως οι σύγχρονοι ιστορικοί αποκλείουν ως απίθανο. Εναλλακτικά, μπορεί να υπήρχε η πεποίθηση ότι οι τρομερές απώλειες απέναντι στις μουσουλμανικές στρατιές του Αραβικού Χαλιφάτου, πριν από τη βασιλεία του Λέοντα, οφείλονταν στη δυσαρέσκεια του Θεού που έβλεπε την απεικόνισή του πασαλειμμένη πάνω στους τοίχους των εκκλησιών του και αλλού. Ίσως, ως εκπρόσωπος του Θεού στη Γη, ο βυζαντινός αυτοκράτορας ήθελε απλά να ασκήσει το δικαίωμά του – όπως το έβλεπε ο ίδιος – να υπαγορεύει όχι μόνο την κοσμική πολιτική αλλά και την εκκλησιαστική. Τα ακριβή κίνητρα χάνονται μέσα στα βάθη του χρόνου, αλλά ο αντίκτυπος των συνεπειών θα διαρκούσε αιώνες.
Ο Λέων άρχισε την εκστρατεία του για τη συντριβή των εικόνων με τη μεγαλύτερη από όλες, επιμένοντας να αφαιρεθεί η χρυσή εικόνα του Ιησού Χριστού που βρισκόταν πάνω από τη Χαλκή Πύλη, την τελετουργική είσοδο του βασιλικού του παλατιού. Αναταραχές διαμαρτυρίας ξέσπασαν, και μουρμουρητά δυσαρέσκειας ακούγονταν παντού από τη Ραβέννα μέχρι την Ελλάδα. Μια πιο τυπική δήλωση των προθέσεών του ήταν αναγκαία, και έτσι, το 730 μ.Χ., ο Λέων διέταξε επίσημα την καταστροφή όλων των θρησκευτικών εικόνων και λειψάνων. Για να εξασφαλίσει την υλοποίηση των επιθυμιών του, ο αυτοκράτορας απέπεμψε τον Πατριάρχη (επίσκοπο) της Κωνσταντινούπολης Γερμανό Α’, που είχε αντιταχθεί στο διάταγμά του και τον αντικατέστησε με τον Αναστάσιο, έναν ένθερμο εικονομάχο. Ωστόσο, τα μοναστήρια (που παρήγαν τις εικόνες), αρκετοί επίσκοποι και μεγάλος αριθμός απλών χριστιανών επιθυμούσαν ακόμη να προσκυνούν τις εικόνες τους, και έτσι άνοιξε ένα μεγάλο ρήγμα μέσα στη βυζαντινή Εκκλησία που θα έκλεινε εν μέρει, μόνο, προς τα τέλη του 8ου αιώνα μ.Χ. και θα επέστρεφε πάλι τον 9ο αιώνα μ.Χ.
Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους διωγμούς, το αποτέλεσμα ήταν να οδηγηθούν οι εικονόφιλοι στην παρανομία, συνεχίζοντας τη λατρεία τους στα κρυφά, αν και ο Λέων φαίνεται να είχε επικεντρώσει τις προσπάθειές του κυρίως στην καταστροφή των ίδιων των εικόνων και όχι στην εξόντωση των ανθρώπων που τις προσκυνούσαν. Οι άνθρωποι που διαμαρτυρήθηκαν επί τόπου κατά της καταστροφής εικόνων των ιερών χώρων φυλακίστηκαν, αλλά οι εικονόφιλοι δεν διώχθηκαν σε ατομικό επίπεδο – ακόμα.
Οι Πάπες ήταν από καιρό υπέρ της χρήσης εικόνων σε ιερούς χώρους και επομένως δεν αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι ο Πάπας Γρηγόριος Β’ διαμαρτυρήθηκε για αυτήν την πολιτική, όπως και ο διάδοχός του Γρηγόριος Γ’, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Οι Πάπες δεν ήταν, επίσης, καθόλου ευχαριστημένοι που ένας πρώην βοσκός αποφάσιζε τώρα για το δόγμα της Εκκλησίας. Ο Λέων επέμεινε, παρ’ όλα αυτά, και χρησιμοποίησε τη διαφωνία ως δικαιολογία για να αποσύρει την εκκλησιαστική διοίκηση της Σικελίας, της Καλαβρίας και του Ιλλυρικού (στα Βαλκάνια) από την παπική δικαιοδοσία και να την αναθέσει στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας έστειλε ένα ειδικό κλιμάκιο στη Ρώμη με ρητό σκοπό τη σύλληψη του Πάπα (το οποίο δεν έφτασε ποτέ εκεί, καθώς χτυπήθηκε από μια καταιγίδα), και ο Πάπας απάντησε διακηρύσσοντας ότι όποιος κατέστρεφε εικόνες θα αφοριζόταν. Επρόκειτο για την αρχή μιας περίπλοκης, πικρής και αγεφύρωτης διάσπασης ανάμεσα στη δυτική και την ανατολική Εκκλησία, και επιπλέον μια από τις μεγαλύτερες επιθέσεις κατά της τέχνης και των θρησκευτικών λειψάνων στην ιστορία.
Διοικητικές & Νομικές Μεταρρυθμίσεις
Όντας ενθουσιώδης και ικανός στη διοίκηση, ο Λέων γνώριζε πολύ καλά ότι την πορεία του προς τον θρόνο θα μπορούσε να ακολουθήσει και κάποιος άλλος φιλόδοξος στρατηγός, γι’ αυτό και χώρισε μερικά από τα μεγαλύτερα θέματα της Αυτοκρατορίας σε μικρότερες μονάδες και γενικά δημιούργησε μια πιο συγκεντρωτική κυβέρνηση, για να συρρικνώσει τη βάση ισχύος των στρατιωτικών κυβερνητών. Έλαβε μέτρα κατά της διαφθοράς, όπως η θέσπιση μισθών για τους δικαστές, ώστε να είναι λιγότερο επιρρεπείς σε δωροδοκίες. Το 721 μ.Χ. το νόμισμα βελτιώθηκε με την προσθήκη του αργυρού μιλιαρησίου, που είχε το ένα δωδέκατο της αξίας του χρυσού νομίσματος (ή σολίδου).
Όσον αφορά άλλα νομικά ζητήματα, το 726 μ.Χ. (ή πιθανώς το 741 μ.Χ.) ο Λέων εξέδωσε ένα νέο εγχειρίδιο για τους βυζαντινούς νόμους, με το όνομα Εκλογή. Έχοντας αντικαταστήσει και εκσυγχρονίσει τον παλιό και συχνά αντιφατικό Ιουστινιάνειο Κώδικα του 529 μ.Χ., οι νόμοι της Εκλογής θα βρίσκονταν σε ισχύ για άλλα 150 χρόνια. Μία από τις αλλαγές ήταν η αντικατάσταση της πρακτικής επιβολής της θανατικής ποινής ως τιμωρίας πολλών εγκλημάτων από ακρωτηριασμούς, όπως το κόψιμο της μύτης, η τύφλωση και η αφαίρεση ενός χεριού ή της γλώσσας. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα νόμων από τον νέο κώδικα σχετικά με τις προσωπικές σχέσεις:
- Παντρεμένος άνδρας που διαπράττει μοιχεία θα μαστιγώνεται δώδεκα φορές για να σωφρονιστεί, και είτε είναι πλούσιος είτε φτωχός θα πληρώνει πρόστιμο.
- Άγαμος άνδρας που προβαίνει σε συνουσία θα μαστιγώνεται έξι φορές.
- Σε όποιον έρχεται σε σαρκική επαφή με μοναχή, με τη λογική ότι ασελγεί στην Εκκλησία του Θεού, θα του κόβουν τη μύτη, επειδή διέπραξε αισχρή μοιχεία μαζί με αυτήν που ανήκε στην Εκκλησία.
- Σύζυγος που γνωρίζει και ανέχεται τη μοιχεία της συζύγου του θα μαστιγώνεται και θα εξορίζεται, και στον μοιχό και τη μοιχαλίδα θα τους κόβουν τη μύτη.
(Gregory, 202)
Άλλες νομικές μεταρρυθμίσεις περιλάμβαναν την αυξημένη δυσκολία στην παροχή διαζυγίου, την προστασία των δικαιωμάτων και της περιουσίας των παντρεμένων γυναικών, την κατάρτιση ενός εντυπωσιακού καταλόγου σεξουαλικών εγκλημάτων και γενικότερα την ενσωμάτωση μιας ισχυρής επιρροής από τον χριστιανισμό. Αντί για τα συνηθισμένα Λατινικά, οι νέοι νόμοι γράφτηκαν στην ευρύτερα γνωστή ελληνική γλώσσα, για να διευκολυνθεί η πρακτική εφαρμογή τους στην καθημερινή ζωή από δικαστές, κυβερνήτες και δικηγόρους σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Η Εκλογή μεταφράστηκε επίσης στην αρμενική και σλαβική γλώσσα, μεταξύ άλλων. Ήταν η πρώτη φορά που οι απλοί άνθρωποι μπορούσαν να έχουν πρόσβαση και να κατανοήσουν τους νόμους σύμφωνα με τους οποίους έπρεπε να συμπεριφέρονται.
Θάνατος & Διάδοχος
Ο Λέων έκανε τον γιο του Κωνσταντίνο συναυτοκράτορα το 720 μ.Χ. και τον έβαλε στο βυζαντινό νόμισμα για να διαδώσει το μήνυμα ότι μια δυναστεία είχε ιδρυθεί. Όταν ο Λέων πέθανε στον ύπνο του το 741 μ.Χ. – σπάνια πολυτέλεια για έναν βυζαντινό αυτοκράτορα – ο Κωνσταντίνος πήρε τη δικαιωματική του θέση και έμελλε να βασιλεύσει ως Κωνσταντίνος Ε’ μέχρι το 775 μ.Χ. Συνέχισε τις στρατιωτικές επιτυχίες του πατέρα του, κυρίως εναντίον των Βουλγάρων στα Βαλκάνια και των Αράβων στη Συρία και την Αρμενία. Ο Κωνσταντίνος συνέχισε να επιτίθεται με σφοδρότητα στη λατρεία των εικόνων, αλλά προχώρησε ακόμη περισσότερο από τον πατέρα του, επιμένοντας ότι μόνο ο Τίμιος Σταυρός ήταν εικόνα κατάλληλη να βλέπει κανείς μέσα στις εκκλησίες και διώκοντας ενεργά τους εικονόφιλους χριστιανούς.