Οι Χαγιάσα-Άζι ήταν ένας αυτόχθων φυλετικός συνασπισμός της Εποχής του Χαλκού, ο οποίος άνθισε στο οροπέδιο της αρχαίας Αρμενίας και ανατολικής Ανατολίας ανάμεσα περίπου στο 1.500 και στο 1.200 π.Χ. Παρόλο που η ιστορική καταγραφή αναφορικά με την περιοχή είναι φτωχή και αμφιλεγόμενη σχετικά με εκείνη την εποχή, είναι γνωστό ότι ήταν εχθροί των ισχυρών Χιττιτών πιο πέρα στην ανατολή, πιθανότατα δέχθηκαν εισβολή από τους Θρακο-Φρύγες μετά την κατάρρευση της Χιττιτικής Αυτοκρατορίας περίπου στα 1.200 π.Χ., και έπειτα έγιναν μέρος του βασιλείου της Ουραρτού από τον 9ο αιώνα π.Χ.
Καταγωγή
Το Χαγιάσα-Άζι είναι το επώνυμο του λαού των Χάι, του όρου που οι Αρμένιοι χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τον εαυτό τους και τη χώρα τους, Χαγιαστάν. Το εάν υπάρχει μία πραγματική σύνδεση ανάμεσα στους αρχαίους Χαγιάσα-Άζι πληθυσμούς και στο πιο σύγχρονο κράτος της Αρμενίας (το οποίο εμφανίζεται για πρώτη φορά στα αρχεία από τον 6ο αιώνα π.Χ.) είναι ακόμα θέμα συζήτησης ανάμεσα στους ερευνητές. Η πρώτη αναφορά στην ιστορική καταγραφή του λαού των οροπεδίων της Αρμενίας είναι σε επιγραφές του Ασσύριου βασιλιά Σαλμανασέρ του Α΄ (βασ. 1274-1245 π.Χ.) στο οποίο αναφέρονται ως Ουρουάτρι. Ο όρος, που σημαίνει από την βραχώδη περιοχή, πιθανότατα αναφέρεται σε όλες τις φυλές της περιοχής και όχι σε κάποιο συγκεκριμένο βασίλειο. Σε επιγραφές του Ασσύριου βασιλιά Τουκουλτί-Νινουρτά Α΄ (βασ. 1244-1208 π.Χ.) η περιοχή αναφέρεται ως “η χώρα των Ναϊρί” και φόρος υποτέλειας αποσπάται από αυτή. 43 διαφορετικοί βασιλιάδες αναφέρονται, δείχνοντας ότι η περιοχή δεν είχε ακόμα καταφέρει την πολιτική ενοποίηση.
Ο συνασπισμός γνωστός ως Χαγιάσα-Άζι περιελάμβανε πιθανόν και άλλες φυλές όπως οι Άλτζι (Άλσε) προς τα νότια. Η περιοχή που ο συνασπισμός των βασιλείων ήλεγχε εκτεινόταν πιθανότατα από το Αραράτ στην ανατολή και ακολουθούσε τον δυτικό Ευφράτη ποταμό προς τα νότια αλλά, και πάλι, οι λεπτομέρειες είναι ελλιπείς και αμφισβητούμενες. Η ενδοχώρα ήταν, τουλάχιστον όπως παρουσιαζόταν σε ύστερες παραδόσεις, στην περιοχή της Έρζνγκα (Ερζινιάν) στην πεδιάδα του Ερζερούμ, βορειοδυτικά της λίμνης Βαν.
Ευημερία
Προστατευόμενη από το μεγάλο ύψος της πεδιάδας του Αραράτ με τα βουνά να την περικυκλώνουν και με πρόσβαση από τη Μεσοποταμία περιορισμένη στα νοτιοδυτικά και κατά μήκος του Ευφράτη ποταμού, οι Χαγιάσα-Άζι ωφελήθηκαν από μία συγκεκριμένη απομόνωση από ξένους εχθρούς, ενώ η τοπική γεωγραφία ακόμη επέτρεπε εμπορικές οδούς. Τα βουνά προς τα νότια πιο συγκεκριμένα ήταν ένα υπολογίσιμο εμπόδιο στους αρχαίους εισβολείς και έτσι δύο διακριτές περιοχές κουλτούρας αναπτύχθηκαν: οι πιο αναπτυγμένοι πολιτισμοί της Μεσοποταμίας στις πεδιάδες προς τον Νότο και τα πιο απομονωμένα ορεινά υψίπεδα. Μολαταύτα, με εύφορα εδάφη και φυσικούς πόρους όπως χρυσό, οι Χαγιάσα-Άζι προόδευσαν. Οι άνθρωποι, όπως και οι τοπικοί τους συνεχιστές σε ύστερη περίοδο, γίναν ικανοί στην εξημέρωση ζώων και φημισμένοι εκτροφείς αλόγων. Η κεραμική που παρήχθη δεν ήταν ζωγραφιστή (όπως ήταν στον νότο) αλλά είχε ένα πολύ στιλπνό μαύρο τελείωμα.
Οι Χιττίτες
Τέσσερις διαδοχικοί βασιλείς των Χαγιάσα-Άζι είναι γνωστοί από την περίοδο μεταξύ 1390 έως 1335 π.Χ. Αυτοί είναι ο Καρανίς, Μαρίγιας, Χουκάννας, και ο Αννίγιας. Οι δοσοληψίες τους με τη Χιττιτική Αυτοκρατορία φανερώνουν την αμφιλεγόμενη σχέση ανάμεσα στα δύο κράτη. Ο Καρανίς επιτέθηκε στους Χιττίτες αλλά απωθήθηκε από τον Τουνταλίγια Β΄ και έπειτα από τον Σουπιλουλιούμα Α΄ (βασ. περ. 1344-1322 π.Χ.) ο οποίος ήταν απασχολημένος επεκτείνοντας την αυτοκρατορία του σε όλες τις κατευθύνσεις. Μία φιλικότερη κατάσταση των πραγμάτων παρουσιάζεται με το γάμο του Μαρίγιας με μία Χιττίτισσα πριγκίπισσα, παρόλο που αυτός αργότερα εκτελέστηκε, επειδή δεν τήρησε το νυφικό συμβόλαιο με τους Χιττίτες, στους οποίους οι Χαγιάσα-Άζι ενδέχεται τότε να ήταν υποτελές κράτος. Παρόλα αυτά, η συμφωνία επαναλήφθηκε, όταν ο βασιλιάς Χουκάννας παντρεύτηκε την αδερφή του Σουπιλουλιούμα και αιχμάλωτοι πολέμου απελευθερώθηκαν ως συνέπεια από τις δύο πλευρές. Ο Αννίγιας ήταν πιο επιθετικός και επιτέθηκε σε αρκετά Χιττιτικά φρούρια και έπειτα αρνήθηκε να ελευθερώσει οποιονδήποτε από τους αιχμαλώτους είχε πιάσει. Τότε ο Χιττίτης βασιλιάς Μουρσίλι Β΄ (βασ. περ. 1321-1295 π.Χ.) κινήθηκε ανατολικά και εισέβαλε στη Χαγιάσα, μία εκστρατεία που καταγράφεται στις επιγραφές όπως αυτή εδώ από τα χρονικά του Μουρσίλι:
Και καθώς επέστρεφα από το Αστατάν στο Καρχεμίς, ο βασιλικός πρίγκιπας Νάνα-Λου ήρθε να με συναντήσει στον δρόμο και είπε, «οι εχθροί μας Χαγιάσα πολιόρκησαν την Γκανουβάρα, ο Νουβάνζα προχώρησε εναντίον τους και τον συνάντησαν κάτω από τα τείχη της Γκανουβάρα. Δέκα χιλιάδες άνδρες και επτακόσια άρματα παρατάχθηκαν σε μάχη εναντίον του και ο Νουβάνζα τους νίκησε. Υπάρχουν πολλοί νεκροί και πολλοί αιχμάλωτοι.» (στο Κουρκγιάν, 31)
Οι Χαγιάσα-Άζι ήταν σοβαρά αποδυναμωμένοι, αλλά σώθηκαν από την ολική κατάρρευση από την έναρξη του χειμώνα και την συνεπακόλουθη απόσυρση του Χιττιτικού στρατού και, μακροπρόθεσμα, από την τελική κατάρρευση της Χιττιτικής αυτοκρατορίας το 1200 π.Χ., μετά από εισβολές από αλλού, κυρίως από τους Λαούς της Θάλασσας.
Ουραρτού
Με το πέρασμα του χρόνου οι Χαγιάσα-Άζι αναμείχθηκαν με άλλες τοπικές φυλές, όπως τους Αρμέ-Σουπρία και τους Ναϊρί, πιθανότατα παρακινούμενοι από την ανάγκη για άμυνα ενάντια στους πιο επιθετικούς και ισχυρότερους γείτονές τους, όπως τους Χιττίτες και έπειτα τους Ασσύριους στα νοτιοανατολικά. Τελικά, αυτά τα ποικίλα βασίλεια θα ενώνονταν στο πρώτο αναγνωρίσιμο και καταγεγραμμένο κράτος της περιοχής, το βασίλειο της Ουραρτού. Με την πρωτεύουσα του στην Τούσπα, ο πολιτισμός των Ουραρτού θα άνθιζε στην Αρμενία, Ανατολική Τουρκία και δυτικό Ιράν από τον 9ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ.
This article was made possible with generous support from the National Association for Armenian Studies and Research and the Knights of Vartan Fund for Armenian Studies.