Ο Ιμπν Μπατούτα [Ibn Battuta] (1304-1368/69 ΚΕ) ήταν ο Μαροκινός εξερευνητής από την Ταγγέρη, οι περιηγήσεις του οποίου τον οδήγησαν μακρύτερα από οποιονδήποτε άλλο γνωστό ταξιδευτή της εποχής του, αποτέλεσαν δε, το έργο που τον έκανε διάσημο, τη Ρίχλα του Ιμπν Μπατούτα [The Rihla of Ibn Battuta]. Ο ακαδημαϊκός Douglas Bullis παρατηρεί ότι «ρίχλα» δεν είναι ο τίτλος του βιβλίου, αλλά η κατηγορία (ρίχλα σημαίνει ταξίδι στα Αραβικά και ορίζει την ταξιδιωτική λογοτεχνία). Ο πραγματικός τίτλος είναι «Δώρο σε όσους συλλογίζονται τα θαύματα των πόλεων και τη μαγεία του ταξιδιού» [A Gift to Those Who Contemplate the Wonders of Cities and the Marvels of Traveling (Εισαγωγή 1)]. Ο Μπατούτα δεν τηρούσε ταξιδιωτικό ημερολόγιο και η Ρίχλα του συντάχθηκε από μνήμης και διανθίστηκε από τον λόγιο Ibn Juzay al Kalbi (1321-1357 ΚΕ) μεταξύ των ετών 1352 και 1355 ΚΕ περίπου.
Αφήνοντας την πατρίδα του σε ηλικία 21 χρόνων, ο Ιμπν Μπατούτα ταξίδεψε στον Ισλαμικό κόσμο και την Άπω Ανατολή του 14ου αιώνα ΚΕ, διανύοντας 75,000 μίλια (120,000 km) από το 1325 έως περίπου το 1352 ΚΕ, επισκεπτόμενος 40 χώρες και διασχίζοντας τρεις ηπείρους. Σύμφωνα με τον Bullis, «θα πρέπει να κάλυπτε κάτι λιγότερο από 11 χιλιόμετρα (7mi) την ημέρα σχεδόν για 11,000 ημέρες» (Μέρος Ι,1). Αφού ολοκλήρωσε τα ταξίδια του, επέστρεψε στον τόπο του και υπαγόρευσε τις περιπέτειες του στον Ibn Juzay. Από το σημείο εκείνο και μετά, λίγα είναι γνωστά για τη ζωή του. Το έργο του, διάσημο στις μέρες μας, παρέμεινε στην αφάνεια μέχρι τον 19ο αιώνα ΚΕ όταν Γερμανοί και Άγγλοι μελετητές το ανέδειξαν στο αναγνωστικό κοινό.
Νεανικά χρόνια και Προσκύνημα
Ο Ιμπν Μπατούτα γεννήθηκε σε μεντίνα (μη-Ευρωπαϊκή συνοικία) της Ταγγέρης, στο Μαρόκο, στις 25 Φεβρουαρίου του 1304 ΚΕ. Το πλήρες όνομά του, όπως παραδίδεται από τη Ρίχλα, ήταν Shams al-Din Abu'Abdallah Muhammad ibn'Abdallah ibn Muhammad ibn Ibrahim ibn Muhammad ibn Yusuf al-Lawati al-Tanji ibn Battuta και ο,τιδήποτε είναι γνωστό για την οικογένειά του προέρχεται από την ίδια πηγή στην οποία υπάρχουν επίσης καταγεγραμμένες αναφορές στη μόρφωση και τη γενεαλογία του.
Φαίνεται ότι έζησε με το όνομα Shams al-Din. Απόγονος μορφωμένης οικογένειας καδήδων [qadis] παρέμεινε αφοσιωμένος στη θρησκεία του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Είχε απομνημονεύσει το Κοράνι και, όπως λέει ο ίδιος, συνήθιζε να το απαγγέλλει ολόκληρο δύο φορές την ημέρα κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του. Τον Ιούνιο του 1325 ΚΕ ένοιωσε ότι ήταν καιρός να κάνει το πρώτο του προσκύνημα στη Μέκκα και γράφει:
Ξεκίνησα μόνος μου, κυριευμένος από ακατανίκητη παρόρμηση και ακοίμητη, φλογερή επιθυμία να επισκεφτώ εκείνα τα ένδοξα ιερά, δίχως συνοδοιπόρο, στου οποίου τη συντροφιά θα έβρισκα χαρά, ούτε σαν ακόλουθος κάποιου καραβανιού. Σ' αυτά στήριξα την απόφαση να εγκαταλείψω το σπίτι μου όπως τα πουλιά αφήνουν τις φωλιές τους. Ο ξενιτεμός ήταν δυσβάσταχτος για τους γονείς μου, ακόμα δέσμιους της ζωής και η θλίψη του μας κατέκλυσε αμφότερους. (2)
Αρχικά ήταν προσηλωμένος στην ολοκλήρωση του προσκυνήματος και δεν φαίνεται να του πέρναγε από το μυαλό να βρεθεί μακρύτερα από τη Μέκκα. Διέσχισε την Β. Αφρική προς την Τυνησία όταν μπαίνοντας στην πόλη καταγράφει συναισθήματα μοναξιάς και νοσταλγίας:
Οι κάτοικοι έσπευσαν ολόγυρά μου με χαιρετισμούς και μεταξύ τους ερωτήσεις. Όμως ούτε μια ψυχή δεν χαιρέτησε εμένα αφού δεν υπήρχε κάποιος που να τον γνώριζα. Ένοιωσα τέτοια λύπη για τη μοναξιά μου που δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα από τα μάτια μου κι έκλαψα πικρά. (4)
Βρήκε παρηγοριά στο πρόσωπο ενός συμπροσκυνητή, ο οποίος τον σύστησε σε άλλους μορφωμένους ανθρώπους και στέγη στον Σύλλογο των Βιβλιοπωλών. Άφησε την Τυνησία για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου συνοδεία καραβανιού, για προστασία στο δρόμο (στρατηγική την οποία ακολουθούσε συχνά στα ταξίδια του). Στην Αλεξάνδρεια, συνάντησε τον ένθερμο Μουσουλμάνο μυσταγωγό Burham al-Din ο οποίος προφήτευσε τις επισκέψεις του στη Σιντ (Πακιστάν), την Ινδία και την Κίνα και ότι θα έχαιρε της φιλοξενίας των τριών αδελφών του αλ Ντιν που ζούσαν σε 'κείνα τα μέρη.
Αργότερα στην Αλεξάνδρεια, φιλοξενούμενος του Sheik al-Murshidi, ο Ιμπν Μπατούτα είδε σε όνειρο ότι μεταφερόταν από ένα γιγάντιο πουλί στη Μέκκα αλλά και παραπέρα, σε άλλες χώρες που ουδέποτε είχε σκεφτεί να επισκεφτεί. Ο Sheik ερμήνευσε εκείνο το όνειρο σαν σημάδι ότι θα κατάφερνε να φτάσει στη Μέκκα, αλλά τα ταξίδια θα τον οδηγούσαν πολύ μακρύτερα. Οι εμπειρίες στην Αλεξάνδρεια έκαναν τον Ιμπν Μπατούτα να αναθεωρήσει το αρχικό πλάνο του για επιστροφή στην πατρίδα μετά το προσκύνημα και άρχισε να βλέπει το ταξίδι απλά σαν κάτι που τον ωφελεί, εκτιμώντας το περισσότερο από τον προορισμό.
Από την Αλεξάνδρεια πήγε στο Κάιρο και από ΄κει κινήθηκε μέσω της Παλαιστίνης και της Συρίας κατευθυνόμενος στη Μέκκα. Για τα ταξίδια του στην Παλαιστίνη, γράφει, «Επισκέφθηκα τη Βηθλεέμ, τη γενέτειρα του Ιησού. Στην ιστορική τοποθεσία βρίσκεται σήμερα ένα μεγάλο κτίριο· οι Χριστιανοί το σέβονται πολύ και φιλοξενούν εγκάρδια όλους όσοι καταφτάνουν» και πλησιάζοντας την Ιερουσαλήμ, θαυμάζει το Τέμενος Al-Aqsa, γράφοντας, «το ιερό είναι πανέμορφο, λέγεται δε, ότι είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο» (20). Στη Δαμασκό, «πόλη που ξεπερνά σε ομορφιά όλες τις άλλες» όπως αφηγείται, η γενναιοδωρία της πολιτείας και της ανώτερης τάξης αποτυπώνεται σε χορηγίες προς τους λιγότερο τυχερούς και στην ανάπτυξη διάφορων πτυχών της πόλης (29).
Ο Μπατούτα παρατηρεί πως για τις ανάγκες των ανθρώπων υπήρχαν θρησκευτικά χορηγήματα τα οποία φρόντιζαν για τα πάντα, από την αντικατάσταση σπασμένων κεραμικών (πιάτων και κανατών) μέχρι τη μόρφωση των παιδιών. Περιγράφει την καινοτομία της κατασκευής πλακόστρωτων δρόμων με πεζοδρόμια και την αρχιτεκτονική ομορφιά της πόλης. Φτάνοντας στη Μέκκα τον Οκτώβρη του 1326 ΚΕ, ο Μπατούτα αφηγείται λεπτομερώς την εμπειρία του στην Κάαμπα με τους χιλιάδες προσκυνητές να συρρέουν στο κέντρο του κόσμου, εκεί που το ουράνιο βασίλειο διασταυρώνεται με τα βασίλεια της γης.
Περισσότερα ταξίδια
Μετά την ολοκλήρωση του προσκυνήματος, ο Μπατούτα θα μπορούσε να επιστρέψει στην πατρίδα του αλλά, όπως παρατηρεί ο ακαδημαϊκός Ross E. Dunn, «Δεν ταξίδευε πλέον για την εκπλήρωση κάποιου τάματος ή έστω για να φτάσει σε κάποιο συγκεκριμένο προορισμό» —ταξίδευε απλά από αγάπη για το ταξίδι (32). Από το 1326 έως το 1331 ΚΕ διέσχισε την Περσία προς τα όρη Ζάγκρος, επισκέφτηκε την πόλη Σιράζ, ξακουστή εκείνη την εποχή για την ομορφιά και τους υπέροχους κήπους της, έφιππος με τη συνοδεία ενός Μογγόλου άρχοντα, επισκέφτηκε τη Βαγδάτη και σε πλοίο για την Υεμένη, επιβίωσε από σφοδρή καταιγίδα στη θάλασσα.
Το έτος 1331 ή 1332 ΚΕ τον βρήκε να γνωρίζει την Αφρική και στη συνέχεια να κινείται προς την Ανατολία (Τουρκία) όπου συνοδεύοντας μια πριγκίπισσα στην Κωνσταντινούπολη, επισκέφτηκε την Αγία Σοφία. Κάπου ανάμεσα στα 1332 και 1333 ΚΕ, διαπιστώνοντας ότι θα καθυστερούσε πολύ να φανεί κάποιο πλοίο για την Ινδία, ξεκίνησε πεζός και διέσχισε την Κεντρική Ασία για να φτάσει τελικά στην Ινδία σχεδόν ένα χρόνο μετά από τότε που περίμενε να επιβιβαστεί σε κάποιο πλοίο που θα εμφανιζόταν.
Στην Ινδία ο Σουλτάνος στο Δελχί τον προσέλαβε στους αρχισυμβούλους της πόλης. Ο ιστορικός Stewart Gordon γράφει, «Οι συζητήσεις του Ιμπν Μπατούτα με τους βασιλείς ήταν κάτι σαν σεμινάρια διαχείρισης ημερήσιου χρόνου⸱ σύντομα ήταν σε θέση να μεταφέρει πληροφορίες μεταξύ βασιλιάδων, πληροφόρηση για την οποία εκείνοι αδημονούσαν»(45). Μετά την Ινδία επισκέφτηκε την Κίνα και αργότερα εγκαταστάθηκε στις Μαλβίδες —και στα δύο μέρη υπηρέτησε σαν σύμβουλος της πολιτείας.
Εκεί παραπονέθηκε, όπως είχε κάνει και αλλού, για τα ρούχα που ντύνονταν οι γυναίκες, πατηρώντας ότι φορούσαν μόνο κουρέλια και σχολιάζοντας, «ουδέποτε κατάφερα να τους κάνω να καλύψουν όλο τους το σώμα, ακόμα κι όταν είχα τη θέση του κριτή ανάμεσά τους» (179). Από τις Μαλβίδες πήγε στην Κεϋλάνη, την Μαλαισία, ταξίδεψε πίσω στην Ινδία, διέσχισε την Έρημο Σαχάρα και συνέχισε την πορεία του περνώντας αργά στη Μέση Ανατολή.
Στη διάρκεια των ταξιδιών του, παντρεύτηκε επτά φορές, έγινε πατέρας αρκετών παιδιών, εμπορεύθηκε σκλάβους, γνώρισε πλούτη και αφθονία, διέμεινε σε εκλεκτές κατοικίες, συμβούλεψε βασιλείς και συνόδεψε πριγκίπισσες αλλά επίσης έζησε δίχως να του ανήκει κάτι πέρα από τα ρούχα του, αναζητώντας στέγη και τροφή, ναυάγησε, ληστεύτηκε και η ζωή του απειλήθηκε από κάποιον Σουλτάνο.
Επιστροφή στην πατρίδα
Τελικά οι σκέψεις του στράφηκαν στον τόπο που γεννήθηκε και ταξίδεψε μέσω της Συρίας όταν η πανούκλα ήταν σε έξαρση το 1348 ΚΕ, σημειώνοντας ότι ο θάνατος τον είχε περικυκλώσει (στο πρόσωπο του Μπατούτα αναγνωρίζεται σήμερα ένας από τους πρώτους συγγραφείς που περιγράφουν λεπτομερώς την επιδημία). Λοξοδρόμησε προς την Σαρδηνία και συνέχισε το ταξίδι του μέσω Ισπανίας ωσότου συναντήθηκε με ομάδα Μουσουλμάνων που κατευθύνονταν στην Ταγγέρη. Έφτασε στο Μαρόκο κάποια στιγμή προς τα τέλη του 1348 ΚΕ. Βρίσκοντας τους γονείς του νεκρούς από την πανούκλα και τους φίλους του είτε να έχουν φύγει είτε να έχουν πεθάνει, έφυγε ξανά επιστρέφοντας στην Ισπανία και στη συνέχεια ταξίδεψε για το Τιμπουκτού και το εμπορικό κέντρο στο Gao, επιστρέφοντας και πάλι στο Μαρόκο όχι νωρίτερα από το 1352 ΚΕ.
Εγκαταστάθηκε στην πόλη Fez όπου ο σουλτάνος Abu Inan άκουσε την ιστορία του και εντυπωσιάστηκε τόσο που παρήγγειλε να την καταγράψουν. Ο σουλτάνος ανέθεσε την συγγραφή στον Ibn Juzay al-Kalbi ή ο Ιμπν Μπατούτα τον επέλεξε για το έργο (τον είχε συναντήσει νωρίτερα στα ταξίδια του). Ο Ιμπν Μπατούτα αφηγήθηκε τις ταξιδιωτικές του περιπέτειες στον Ibn Juzay και το αποτέλεσμα ήταν η διάσημη σήμερα Ρίχλα του Ιμπν Μπατούτα [Rihla of Ibn Battuta]. Με το τέλος της υπαγόρευσης των ταξιδιών του στον Ibn Juzay, χάνεται από την ιστορία αλλά το πιθανότερο είναι να του παραχωρήθηκε κυβερνητικό αξίωμα από τον σουλτάνο. Πέθανε πιθανόν στην Fez, το 1368 η το 1369 ΚΕ. Στην μεντίνα της Ταγγέρης αποδόθηκε ο τόπος ταφής του και σε μια τοποθεσία εκεί, το συμβολικό μνήμα του.
Κριτική αποτίμηση του έργου του
Παρότι το έργο του είναι γενικότερα αποδεκτό από τους ιστορικούς σαν πραγματολογικό και αξιόπιστο, σαφέστατα δε, συνιστά υπέροχο ανάγνωσμα (άξιο μιας επικής ταινίας μεγάλου μήκους, όπως το αποκαλεί ο Ross E. Dunn,) ορισμένοι μελετητές συνάντησαν κάποιες δυσκολίες στις λεπτομέρειες της αφήγησης, ζητήματα τα οποία αποδίδουν στη συγγραφική παρέμβαση του Ibn Juzay, σε υπερβολές του Ιμπν Μπατούτα ή και στα δύο.
Η κριτική υποστηρίζει ότι ο Ibn Juzay, σαν γραμματικός του παλατιού, πρόσθεσε αποσπάσματα προγενέστερων συγγραφέων ή άλλα αφηγήματα συμπληρωματικά των αναμνήσεων του Ιμπν Μπατούτα, ο οποίος δεν τηρούσε ημερολόγιο για τα ταξίδια του και βασίστηκε αποκλειστικά στο μνημονικό του. Αυτή η εξάρτηση θορύβησε τους κατοπινούς μελετητές του έργου, οι οποίοι υποστήριξαν ότι δεν θα μπορούσε να θυμάται τόσο ξεκάθαρα και αξιόπιστα λεπτομέρειες τριάντα ετών. Ενώ μπορεί να είναι έτσι, ο ιστορικός Douglas Bullis γράφει:
Ο Ιμπν Μπατούτα απομνημόνευσε το Κοράνι, ασπαζόμενος τη συλλογική πεποίθηση της εποχής για την αξιοπιστία του νου όπως η εποχή μας βασίζεται στη γραφή και τα ηλεκτρονικά κυκλώματα. Συνεπώς, με τις περιγραφές του, διαδραμάτισε στον κόσμο του τον ρόλο που έχει η δορυφορική τηλεόραση στον δικό μας. (Part I, 4)
Αναμφίβολα ο Ibn Juzay, ενδεχομένως στην προσπάθεια να διευρύνει και να βαθύνει τις περιγραφές, δανείστηκε από προγενέστερους ταξιδιωτικούς συγγραφείς και κυρίως από το έργο του Ibn Jubayr (1145-1217 ΚΕ) ποιητή από την Ανδαλουσία ο οποίος πραγματοποίησε εκτεταμένα ταξίδια και άφησε πίσω του έργο που θα ενέπνεε το είδος που ανήκει η Ρίχλα. Αποσπάσματα από την Ρίχλα του Μπατούτα στα οποία περιγράφονται πόλεις όπως η Δαμασκός, η Μέκκα και η Μεδίνα είναι πανομοιότυπα με εκείνα που γράφτηκαν πάνω από έναν αιώνα νωρίτερα από τον Jubayr.
Αυτό, ωστόσο, δεν σχετίζεται με την αυθεντικότητα του έργου του Ιμπν Μπατούτα. Η αξία που αποδίδεται στην αυθεντικότητα των λογοτεχνικών έργων είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο. Αναγνώστες και συγγραφείς της αρχαιότητας αξιολογούσαν καθαυτή την ιστορία και το όφελος που θα μπορούσε να τους αποφέρει⸱ δεν είχε σημασία ποιος το έγραψε ή το πώς γράφτηκε.
Αυτό που είχε σημασία για το αρχαίο ή το μεσαιωνικό κοινό ήταν το μήνυμα και η αποτελεσματικότητα του έργου και, βεβαίως, το πόσο καλή ιστορία ήταν. Για τη μεσαιωνική διάνοια, το έργο του Ιμπν Μπατούτα εξυπηρέτησε ακριβώς τη λειτουργία που περιγράφει πιο πάνω ο Bullis: να κάνει τον μεγάλο κόσμο λίγο μικρότερο και πιο προσβάσιμο στον αναγνώστη που βρίσκεται στην πατρίδα του, προσφέροντας συνάμα ένα διασκεδαστικό ανάγνωσμα.
Δεν υπάρχει σύγχρονος μελετητής που να αμφισβητεί ότι ο Ιμπν Μπατούτα ταξίδεψε όσο εκτεταμένα ισχυρίζεται, ορισμένοι όμως εξετάζουν αν θα μπορούσε να έχει επισκεφτεί όλα τα μέρη που παραθέτει στο έργο του. Ωστόσο, τέτοιες επικρίσεις θα είναι γνωστές σε οποιονδήποτε έχει διαβάσει αρχαίες ή σύγχρονες κριτικές στο έργο του Μάρκο Πόλο Το Βιβλίο των Θαυμάτων του Κόσμου (Τα Ταξίδια του Μάρκο Πόλο, όπως συνήθως μεταφράζεται, περ. 1300 ΚΕ). Όπως και με το έργο του Μπατούτα, οι κριτικοί των ταξιδιών του Πόλο παρατηρούν πως ο ποιητής Rustichello da Pisa (στον οποίο ο Πόλο υπαγόρευσε τα ταξίδια του) πρόσθεσε αποσπάσματα από το δικό του Arthurian Romances όπως και από προγενέστερα ταξιδιωτικά χειρόγραφα, για να εμπλουτίσει την ιστορία.
Ωστόσο, μελετητές (συμπεριλαμβανομένων των Dunn και Gordon) παρατηρούν ότι, ενώ σίγουρα υπάρχουν αποσπάσματα τα οποία ο Ibn Juzay δανείστηκε από άλλα έργα, με κανένα τρόπο δεν μειώνεται η συνεισφορά του αφηγήματος του Μπατούτα στην ιστορία, τη γεωγραφία και την πολιτισμική αντίληψη. Παραμένει θαυμάσιο λογοτεχνικό έργο, ακόμα κι αν αφαιρεθούν όλα εκείνα που θα μπορούσαν να σχετίζονται με τον Juzay.
Συμπέρασμα
Παρότι η γνώση για τα ταξίδια του Μπατούτα διευρύνεται με αργό ρυθμό σήμερα, η Ρίχλα του ήταν άγνωστη για αιώνες μετά το θάνατό του. Είτε εντός είτε εκτός του Μουσουλμανικού κόσμου, η ιστορία των περιηγήσεων του σπουδαίου Μαροκινού ταξιδευτή μοιάζει να παραδίνεται στη λήθη λίγο μετά την καταγραφή της. Ο ιστορικός A.S. Chughtai σχολιάζει:
Ο Ιμπν Μπατούτα, από τους πιο αξιόλογους ταξιδευτές όλων των εποχών, επισκέφτηκε την Κίνα εξήντα χρόνια μετά τον Μάρκο Πόλο και στην πραγματικότητα κάλυψε 75.000 μίλια, πολύ περισσότερα από εκείνον. Επιπροσθέτως το όνομά του ουδέποτε αναφέρεται στα βιβλία γεωγραφίας που χρησιμοποιούνταν στις Μουσουλμανικές χώρες, πόσο μάλλον σε εκείνα της Δύσης. Η συνεισφορά του Μπατούτα στη γεωγραφία είναι αναμφισβήτητα τόσο σπουδαία όσο κάθε γεωγράφου, αλλά οι αφηγήσεις των ταξιδιών του είναι δύσκολα προσβάσιμες από μη ειδικούς. (2)
Μέχρι να αλλάξει αυτή η κατάσταση πέρασε πολύς καιρός. Το χειρόγραφο παραμένει άγνωστο στη Δύση μέχρι τον 19ο αιώνα ΚΕ όταν μέρος του έργου επανέρχεται στο προσκήνιο από τον Γερμανό εξερευνητή Ulrich Jasper Seetzen. Από το 1818 έως το 1900 ΚΕ περίπου, έγιναν διάφορες μεταφράσεις μέχρι να εκδοθεί η πλέον έγκυρη εκδοχή της Ρίχλας από τον ασιανολόγο Sir Hamilton A.R. Gibb το 1929 ΚΕ.
Ο Gibb σχεδίαζε να μεταφράσει το σύνολο του έργου σε τέσσερις τόμους αλλά κατάφερε να ολοκληρώσει μόνο τρείς πριν το θάνατό του το 1971 ΚΕ. Η πλήρης Αγγλική έκδοση της Ρίχλας του Ιμπν Μπατούτα, έγινε διαθέσιμη μόλις το 1994 ΚΕ, όμως η αναγνώριση της σπουδαιότητας του έργου είχε παγιωθεί μέχρι τότε και σήμερα θεωρείται κλασικό παράδειγμα ταξιδιωτικού μεσαιωνικού ημερολογίου.