Ο Ναπολέων Βοναπάρτης (1769 – 1821) ήταν Γάλλος, γεννημένος στην Κορσική, στρατηγός και πολιτικός που βασίλευσε ως Αυτοκράτορας των Γάλλων με το βασιλικό όνομα Ναπολέων Α΄ από το 1804 έως το 1814 και ξανά το για ένα σύντομο χρονικό διάστημα το 1815. Εγκαθίδρυσε τη μεγαλύτερη ηπειρωτική Ευρωπαϊκή αυτοκρατορία από την εποχή του Καρλομάγνου και κόμισε φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στα εδάφη που κατέκτησε με αντίτιμο τους καταστροφικούς Ναπολεόντειους Πολέμους (1803 – 1815)
Γεννημένος από μια οικογένεια της κατώτερης Κορσικανής αριστοκρατίας, ο Ναπολέων αναδείχθηκε στο Γαλλικό στρατό κατά τη διάρκεια των Γαλλικών Επαναστατικών Πολέμων (1792 – 1802), ηγούμενος των στρατιωτικών εκστρατειών στην Ιταλία και στην Αίγυπτο. Πήρε τον έλεγχο της Γαλλικής Δημοκρατίας με το Πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ του 1799 και έστεψε τον εαυτό του Αυτοκράτορα των Γάλλων το 1804. Ο Ναπολέων και η φημισμένη Μεγάλη Στρατιά του πολέμησαν εναντίον αρκετών συνασπισμών των Ευρωπαϊκών δυνάμεων. Την περίοδο των Συνθηκών του Τίλσιτ, τον Ιούλιο του 1807, η εξουσία του κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης.
Ωστόσο, μετά από την καταστροφική αποτυχία της Εισβολής του Ναπολέοντα στη Ρωσία το 1812, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης στράφηκε εναντίον του. Νικήθηκε και εξορίστηκε στο νησί Έλβα, στη Μεσόγειο, τον Απρίλιο του 1814, για να πραγματοποιήσει μια θριαμβευτική επιστροφή στη Γαλλία τον επόμενο χρόνο, ξεκινώντας την περίοδο της δεύτερης μοναρχικής θητείας του που έμεινε γνωστή ως Εκατό Ημέρες. Σύντομα ηττήθηκε ξανά στη Μάχη του Βατερλώ (18 Ιουνίου 1815), μετά από την οποία εξορίστηκε για τελευταία φορά στο νησί της Αγίας Ελένης στο Νότιο Ατλαντικό, όπου και πέθανε στις 5 Μαΐου του 1821.
Ο Ναπολέων μνημονεύεται περισσότερο για τη στρατιωτική του σταδιοδρομία, στη διάρκεια της οποίας πολέμησε σε 60 μάχες και έχασε μόλις επτά. Οι στρατιωτικές του καινοτομίες άλλαξαν τον πόλεμο στην Ευρώπη: εκμεταλλεύτηκε την επιστράτευση, διέδωσε τη χρήση των σωμάτων στρατού σαν μια μεγάλη μονάδα και πρωτοπόρησε σε μερικές τακτικές που μελετώνται έκτοτε. Συχνά τοποθετείται μαζί με το Μεγάλο Αλέξανδρο και τον Ιούλιο Κάισαρα σαν ένας από τους ευφυέστερους στρατηγούς. Επίσης εφάρμοσε μια σειρά αστικών νόμων, πιο γνωστοί ως Ναπολεόντειος Κώδικας, που υιοθετήθηκε από μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής Ευρώπης και επηρέασε τα δικανικά συστήματα πολλών σύγχρονων κρατών. Αντιμετωπίζεται αντιφατικά ως μεταρρυθμιστής και δεσποτικός, πολεμοκάπηλος και υπερασπιστής των ελευθεριών και ο Ναπολέων τυγχάνει μιας αμφιλεγόμενης φήμης αλλά παραμένει μια από τις διασημότερες μορφές της Δυτικής ιστορίας.
Πρώιμος Βίος
Ο μέλλων Γάλλος αυτοκράτορας γεννήθηκε Ναπολιόνε ντι Μπουοναπάρτε στο Αιάκειο της Κορσικής, στις 15 Αυγούστου του 1769. Η οικογένεια Μπουοναπάρτε καταγόταν από την Ιταλία, πριν μεταναστεύσει στην Κορσική το 1529, όπου καθιερώθηκε στην κατώτερη αριστοκρατία. Ο πατέρας του Ναπολέοντα, ο Κάρολος Μπουοναπάρτε, ήταν δικηγόρος, αρκετά ευκατάστατος ώστε να του ανήκει η τριώροφη Οικεία Βοναπάρτη στο Αιάκειο όπως επίσης ένα εξοχικό σπίτι, ένας αμπελώνας και ένα κοπάδι προβάτων. Ο Ναπολέων ήταν ο το δεύτερο παιδί που επέζησε από το γάμο του Καρόλου και της Μαρίας-Λετίτσια Μπουοναπάρτε. Είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Ιωσήφ, και τα νεότερά του αδέλφια ήταν ο Λουκιανός, η Ελίζα, ο Λουδοβίκος, η Παυλίνα, η Καρολίνα και ο Ιερώνυμος.
Για αιώνες, η Κορσική βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας της Γένοβας, αλλά της επιτρεπόταν μια ουσιαστική αυτοδιοίκηση. Όμως, το 1768, η Γένοβα πούλησε την Κορσική στο Βασίλειο της Γαλλίας, το οποίο ενδιαφερόταν για έναν πιο άμεσο τρόπο διακυβέρνησης. Αυτή η πρόθεση συνάντησε αντίσταση και μια πρώτη Γαλλική εκστρατευτική δύναμη παρεμποδίστηκε από μια ομάδα Κορσικανών μαχητών της ελευθερίας, της οποίας ηγέτης υπήρξε ο χαρισματικός Πασκουάλε Πάολι. Στην αποφασιστική Μάχη του Πόντε Νοβού το Μάιο του 1769, οι Γάλλοι νίκησαν τους Κορσικανούς του Πάολι, οι οποίοι αναγκάστηκαν να κρυφτούν. Ο Κάρολος Μπουοναπάρτε αρχικά είχε υποστηρίξει την ανεξαρτησία των Κορσικανών, αλλά μετά την ήττα τους, ορκίστηκε πίστη στους νέους Γάλλους κατακτητές. Σε αντάλλαγμα, η νέα Γαλλική διοίκηση απέδωσε στην οικογένεια Μπουοναπάρτε νέους τίτλους και τιμές.
Τον Απρίλιο του 1779, ο Κάρολος χρησιμοποίησε τις καινούργιες Γαλλικές του διασυνδέσεις για να στείλει τους δύο μεγαλύτερους γιους του σε σχολείο στη Γαλλία. Ο εννιάχρονος Ναπολέων εγγράφηκε στη Βασιλική Στρατιωτική Σχολή του Μπριέν-λε-Σατώ, κοντά στο Τρουά, και ξεκίνησε να σπουδάζει με σκοπό τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Ο Ναπολέων πέρασε τα επόμενα πέντε χρόνια ως οικότροφος σε αυτή τη σχολή, όπου η έντονη Κορσικανή προφορά του, το περίεργο όνομά του και ο σφοδρός Κορσικανός πατριωτισμός του τον διαχώριζαν από τους άλλους σπουδαστές. Η απουσία φίλων τον έστρεψαν στη συντροφιά των βιβλίων. Για κάποιο διάστημα σκέφτηκε να ακολουθήσει καριέρα συγγραφέα και έγραψε τουλάχιστον 60 εκθέσεις, νουβέλες και φυλλάδια, συμπεριλαμβανομένης και μιας ιστορίας της Κορσικής. Στην τάξη, ο Ναπολέων ήταν χαρισματικός πνευματικά, ιδιαίτερα στο πεδίο των μαθηματικών. Παρότι έλαβε μόρφωση από μοναχούς, ήταν σκεπτικιστής ως προς τη θεϊκή φύση του Ιησού. Αυτός ο σκεπτικισμός τον οδήγησε να αντιλαμβάνεται την θρησκεία σαν ένα πολιτικό εργαλείο, το οποίο θα χρησιμοποιούσε αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.
Το Φεβρουάριο του 1784, ο Κάρλο Μπουοναπάρτε πέθανε. Δύο χρόνια αργότερα, ο Ναπολέων αποφοίτησε από το φημισμένο Ecole Militaire με το βαθμό του υπολοχαγού του πυροβολικού αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των μηνών που ακολούθησαν στην Κορσική. Ο Ναπολέων και τα αδέλφια του υποστήριξαν με ενθουσιασμό τη Γαλλική Επανάσταση όταν ξέσπασε το 1789, με τον Ναπολέοντα να επιτυγχάνει την εκλογή του ως αντισυνταγματάρχης στην Επαναστατική Εθνοφρουρά τον Απρίλιο του 1792. Η υποστήριξή τους προς τη νέα Γαλλική κυβέρνηση τους έφερε σε αντίθεση με τον Πάολι, ο οποίος ακόμα διεκδικούσε την ανεξαρτησία της Κορσικής. Οι αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα στην οικογένεια Βοναπάρτη και στους υποστηρικτές του Πάολι σύντομα ανάγκασαν την οικογένεια να διαφύγει στην ηπειρωτική Γαλλία το 1793. Διωγμένος από την πατρίδα του, ο Ναπολέων δεν ήταν πια ένας Κορσικανός εθνικιστής, αλλά αφοσιωμένος στους Γαλλικούς σκοπούς.
Η Επανάσταση
Την άνοιξη του 1792, η Επαναστατική Γαλλία ήρθε σε σύγκρουση με την Αυστρία και την Πρωσία, ξεκινώντας τους Επαναστατικούς Πολέμους. Μετά την εντυπωσιακή Γαλλική νίκη στη Μάχη του Βαλμύ (20 Σεπτεμβρίου 1792), ανακηρύχθηκε η Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία και ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ της Γαλλίας αποκεφαλίστηκε στις 21 Ιανουαρίου 1793. Καθώς η Γαλλική Δημοκρατία γινόταν ολοένα και πιο ακραία και επιθετική, επιπλέον κράτη συντάχθηκαν στον πόλεμο εναντίον της, συμπεριλαμβανομένων της Μεγάλης Βρετανίας, της Ισπανίας και της Ολλανδικής Δημοκρατίας. Στις 28 Αυγούστου του 1793, ένας στόλος Βρετανικών και Ισπανικών πλοίων κατέλαβε το λιμάνι της Τουλόν. Το γεγονός ήταν ζωτικής σημασίας για τη Δημοκρατία, μιας και η Τουλόν φιλοξενούσε ολόκληρο το Γαλλικό Στόλο της Μεσογείου.
Εν τω μεταξύ, ο Ναπολέων δημοσίευσε ένα φυλλάδιο υπέρ των Ιακωβίνων που έφερε τον τίτλο Το Δείπνο στο Μπωκέρ, όπου υπερασπίζεται την αναγκαιότητα των ακραίων μέτρων που έλαβε η επαναστατική κυβέρνηση. Αυτό το φυλλάδιο εντυπωσίασε αρκετούς ισχυρούς ηγέτες των Ιακωβίνων και οδήγησε στον ορισμό του Ναπολέοντα στη θέση του διοικητή του Γαλλικού πυροβολικού στην πολιορκία της Τουλόν. Ο Ναπολέων ανέπτυξε πολύτιμες ηγετικές ικανότητες στη διάρκεια της πολιορκίας και τα κανόνια του αποδείχθηκαν καίριας σημασίας για τη Γαλλική επικράτηση στις 19 Δεκεμβρίου του 1793. Αν και ήταν τραυματισμένος στη διάρκεια της τελικής επίθεσης, ο Ναπολέων προάχθηκε σε ταξίαρχο μόλις σε ηλικία 24 ετών.
Τον Ιούλιο του 1794, η Τρομοκρατία έληξε και οι Ιακωβίνοι έπεσαν από την εξουσία. Ο Ναπολέων συνελήφθη για λίγο όμως τελικά αφέθηκε ελεύθερος. Με την κατάρρευση των προστατών του, φαινόταν ότι η μικρή σταδιοδρομία του Ναπολέοντα είχε κιόλας ολοκληρωθεί. Αυτό άλλαξε στις 4 Οκτωβρίου 1795, όταν η κυβέρνηση της Δημοκρατίας βιαζόταν να υπερασπιστεί το Παρίσι από μια επικείμενη εξέγερση των μοναρχικών. Καθώς ο Ναπολέων ήταν ένας από τους ελάχιστους αξιωματικούς με τα απαραίτητα προσόντα στην πρωτεύουσα, τέθηκε επικεφαλής της άμυνας, ένα εγχείρημα που εκτελέστηκε με αμείλικτη αποτελεσματικότητα. Μετά την επίταξη μερικών κανονιών, τα στρατεύματα του Ναπολέοντα στόχευσαν και έβαλλαν εναντίον του πλήθους.
Με την καταστολή της Εξέγερσης της 13ης Βεντεμιαίρ, ο Ναπολέων απέσπασε την προσοχή του Πολ Μπαρράς, ενός από τους ηγέτες της νέας κυβέρνησης που ονομαζόταν Γαλλικό Διευθυντήριο. Το 1795, ο Μπαρράς σύστησε το νεαρό στρατηγό στην Ιωσηφίνα ντε Μπωαρναί, μια 32χρονη χήρα, την οποία ο Ναπολέων γρήγορα ερωτεύθηκε. Επιπλέον, ο Μπαρράς εξασφάλισε την τοποθέτηση του Ναπολέοντα ως διοικητή του Γαλλικού Στρατού της Ιταλίας. Στις 9 Μαρτίου 1796, ο Ναπολέων νυμφεύθηκε την Ιωσηφίνα σε πολιτική τελετή και μετά από δύο ημέρες αναχώρησε για την Ιταλία. Από εκείνο το σημείο άρχισε να γράφει το όνομά του με πιο γαλλικό τρόπο: «Napoleon Bonaparte».
Ιταλία, Αίγυπτος και Μπρυμαίρ
Όταν ο Ναπολέων πρωτοέφθασε στην Ιταλία, οι αξιωματικοί του δεν τον λάμβαναν ιδιαίτερα υπόψιν τους. Ήταν ένας μικρόσωμος, αδύνατος άνδρας, μόλις 26 ετών χωρίς εμπειρία στην ηγεσία ενός στρατού. Αλλά αυτή η άποψη σύντομα άλλαξε. Αφού αναδιαμόρφωσε τον προηγουμένως απείθαρχο Στρατό της Ιταλίας και εξασφάλισε τον απαραίτητο εφοδιασμό, ο Ναπολέων εξαπέλυσε μια αστραπιαία εκστρατεία εναντίον του Βασιλείου του Πεδεμοντίου και της Σαρδηνίας, βγάζοντας τους από τον πόλεμο μέσα σε ένα μήνα. Έπειτα εκστράτευσε εναντίον των Αυστριακών, κατέλαβε το Μιλάνο και δημιούργησε πολλά υποτελή προς τη Γαλλία κράτη στη Βόρεια Ιταλία. Προχώρησε στην πολιορκία του Αυστριακού ισχυρού οχυρού στη Μάντοβα, νίκησε στη Μάχη του Καστιλιόνε (5 Αυγούστου 1796), στη Μάχη του Αρκόλ (15-17 Νοεμβρίου) και τη Μάχη του Ρίβολι (14-15 Ιανουαρίου 1797). Όταν έπεσε εντέλει η Μάντοβα το Φεβρουάριο του 1797, ο στρατός του Ναπολέοντα ήταν έτοιμος να απειλήσει τη Βιέννη. Οι Αυστριακοί ζήτησαν εκεχειρία και υπέγραψαν τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο τον Οκτώβριο, φέρνοντας το τέλος του Πολέμου του Πρώτου Συνασπισμού.
Η αξιοθαύμαστη επιτυχία της Ιταλικής Εκστρατείας του Ναπολέοντα του πρόσφερε την αγάπη των στρατιωτών του, που τον αποκαλούσαν με τρυφερότητα «Μικρό Δεκανέα». Επίσης του χάρισε υπέρμετρη δόξα στον πολιτικό στίβο στη Γαλλία. Διηγήσεις όπως η ηρωική του έφοδος στη γέφυρα Αρκόλ διαδόθηκαν ευρύτερα και έχτισαν τη βάση του Ναπολεόντειου θρύλου. Το 1798, ο Ναπολέων εξασφάλισε την άδεια να ηγηθεί ενός στρατού στην Αίγυπτο για να αμφισβητήσει τη Βρετανική κυριαρχία στην περιοχή. Αφού νίκησε τους Μαμελούκους στη Μάχη των Πυραμίδων (21 Ιουλίου) και κατέλαβε το Κάιρο, ο Ναπολέων προχώρησε προς τη Συρία, όπου τον σταμάτησε Αγγλοοθωμανική δύναμη στην Πολιορκία της Άκκρας (20 Μαρτίου-21 Μαΐου 1799). Αναγκάστηκε να υποχωρήσει στην Αλεξάνδρεια και διέφυγε από την Αίγυπτο τον Αύγουστο του 1791. Παρότι η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο και στη Συρία ήταν μία στρατιωτική αποτυχία, ενίσχυσε σημαντικά το πεδίο της Αιγυπτιολογίας με την ανακάλυψη της Στήλης της Ροζέτας.
Τον Οκτώβριο του 1799, ο Ναπολέων έφτασε στη Γαλλία και τον πλησίασαν αρκετοί δυσαρεστημένοι Γάλλοι αξιωματούχοι, όπως ο Εμμανουέλ-Ζοζέφ Σιεγιές, που ήθελαν να τον χρησιμοποιήσουν σαν το «ξίφος» ενός πραξικοπήματος. Ο Ναπολέων δέχθηκε και, στις 9-10 Νοεμβρίου 1799, ανέτρεψε την κυβέρνηση στο αναίμακτο Πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ. Ο Ναπολέων τότε υπερκέρασε τον Σιεγιές για να γίνει η ηγετική μορφή της νέας κυβέρνησης, που ονομάστηκε Γαλλική Υπατεία. Η άνοδός του στην εξουσία σηματοδότησε το τέλος της Γαλλικής Επανάστασης και εγκαινίασε τη Ναπολεόντεια εποχή.
Πρώτος Ύπατος και Αυτοκράτορας
Η Υπατεία διάρκεσε τέσσερα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ναπολέων ολοκλήρωσε κάποια από τα μακροβιότερα πολιτικά του επιτεύγματα. Διαπραγματεύτηκε το Κονκορδάτο του 1801, το οποίο συμφιλίωσε τη Γαλλία με την Καθολική Εκκλησία και εισήγαγε το Ναπολεόντειο Κώδικα, ο οποίους απηχούσε κάποιες από τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις της Επανάστασης. Έστειλε μια δύναμης εισβολής για να διεκδικήσει εκ νέου την Αϊτή και να επαναφέρει εκεί τη δουλεία. Αυτή η εισβολή απέτυχε και η Αϊτή κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1804. Επιπλέον, ως Πρώτος Ύπατος, προχώρησε την Εξαγορά της Λουϊζιάνα, η οποία διπλασίασε την έκταση των Ηνωμένων Πολιτειών. Στρατιωτικά, διέσχισε τις Άλπεις και νίκησε τους Αυστριακούς στη Μάχη του Μαρένγκο (14 Ιουνίου 1800) και έφερε το τέλος των Επαναστατικών Πολέμων δύο χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη της Αμιένης. Περίπου την ίδια περίοδο, ανακηρύχθηκε δια βίου Πρώτος Ύπατος μέσα από ένα δημοψήφισμα.
Ο Ναπολέων γνώριζε ότι το εκκολαπτόμενο καθεστώς του δεν ήταν σίγουρο εάν δεν εγκαθίδρυε μια κληρονομική αυτοκρατορία. Έτσι, στις 18 Μαΐου 1804, ο Ναπολέων ανακήρυξε τη Γαλλική Αυτοκρατορία με τον ίδιο Αυτοκράτορα των Γάλλων. Η στέψη του Ναπολέοντα έλαβε χώρα στον Καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων στις 2 Δεκεμβρίου, όπου ο Ναπολέοντας πήρε το στέμμα και το τοποθέτησε στο κεφάλι του. Σε εκείνο το σημείο είχαν ήδη ξεκινήσει οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι, καθώς η Βρετανία είχε κηρύξει τον πόλεμο στη Γαλλία από το Μάιο του 1803. Ωστόσο, μετά τη στέψη του Ναπολέοντα πρώτα ως Αυτοκράτορας των Γάλλων και έπειτα ως Βασιλιάς της Ιταλίας, η Αυστρία, η Ρωσία και η Νάπολη ακολούθησαν την Βρετανία στο Πόλεμο του Τρίτου Συνασπισμού (1805-1806) εναντίον της Γαλλίας. Ο Ναπολέων δεν έχασε χρόνο και προωθήθηκε στη Γερμανία, επικεφαλής της νέας Μεγάλης Στρατιάς του, η οποία χωριζόταν σε οκτώ ημιαυτόνομα σώματα που επέτρεπαν μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία.
Αυτό το σύστημα αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικό και επέτρεψε στο Ναπολέοντα να εξαναγκάσει σε συνθηκολόγηση έναν Αυστριακό στρατό στο τέλος της Εκστρατείας της Ουλμ. Έπειτα κατέλαβε τη Βιέννη στις 13 Νοεμβρίου και νίκησε αποφασιστικά τον Αυστρορωσικό στρατό στη Μάχη του Άουστερλιτς (2 Δεκεμβρίου 1805), που θεωρείται ευρέως σαν μια από τις μεγαλύτερες νίκες του. Μετά την παράδοση της Αυστρίας, ο Ναπολέων αναδιοργάνωσε αρκετά Γερμανικά κράτη σχηματίζοντας τη Συνομοσπονδία του Ρήνου υπό την προστασία του. Αυτό οδήγησε ευθέως στη διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον Ιούλιο του 1806. Ο Ναπολέων επίσης εκθρόνισε τον Βουρβώνο βασιλιά της Νεαπόλεως και τοποθέτησε τον αδελφό του Ιωσήφ στο θρόνο. Ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης θα γινόταν Βασιλιάς της Ολλανδίας το 1806, ενώ ο Ιερώνυμος πήρε το Βασίλειο της Βεστφαλίας το 1807. Σε μια προσπάθεια να επιβάλλει μια δυναστεία, ο Ναπολέων δέχθηκε κριτική για την παροχή τόσης εξουσίας στα λιγότερο ικανά αδέλφια του.
Το Οκτώβριο του 1806, η Πρωσία συντάχθηκε με τη Ρωσία και τη Βρετανία στον Πόλεμο του Τέταρτου Συνασπισμού (1806-1807). Ο Ναπολέων συνέτριψε τον Πρωσικό στρατό στη Μάχη της Ιένας-Άουερστεντ (14 Οκτωβρίου) και εισήλθε στο Βερολίνο μερικές ημέρες αργότερα. Προχωρώντας στην υπό Πρωσική κατοχή Πολωνία, δημιούργησε ένα νέο υποτελές κράτος, το Μεγάλο Δουκάτο της Βαρσοβίας, πριν πολεμήσει με τους Ρώσους στη Μάχη του Άιλαου (7-8 Φεβρουαρίου), η έκβαση της οποίας δεν είχε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Στις 14 Ιουνίου, ο Ναπολέων νίκησε τους Ρώσους στη Μάχη του Φρίντλαντ και μετά συναντήθηκε με τον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄ της Ρωσίας (β. 1801-1825) πάνω σε μια σχεδία στην μέση του Ποταμού Νιέμεν για να διαπραγματευτεί ειρήνη. Στις επακόλουθες Συνθήκες του Τίλσιτ συνάφθηκε μια Γαλλορωσική συμμαχία και ο Αλέξανδρος συμφώνησε να συμμετάσχει στο μεγάλης κλίμακας εμπάργκο που είχε επιβάλει ο Ναπολέων εναντίον της Βρετανίας, γνωστό και ως Ηπειρωτικό Σύστημα. Βάσει των συνθηκών, η Πρωσία έχασε τη μισή της έκταση. Αυτό ήταν αναμφίβολα το απόγειο της ισχύος του Ναπολέοντα και της επιρροής του που απλωνόταν στη Δυτική και στην Κεντρική Ευρώπη.
Ισπανία και Ρωσία
Το 1807, ο Ναπολέων διέταξε μια εισβολή στην Πορτογαλία για την τιμωρήσει επειδή δεν συμμορφώθηκε στο Ηπειρωτικό Σύστημα. Η Λισαβόνα έπεσε γρήγορα, αλλά ο Ναπολέων δεν έμεινε ικανοποιημένος. Αναζητώντας πάντοτε ευκαιρίες, εκμεταλλεύτηκε μια διαμάχη εντός της Ισπανικής βασιλικής οικογένειας για να εισβάλλει στην Ισπανία και να εγκαταστήσει τον αδελφό του Ιωσήφ στον Ισπανικό θρόνο το 1808. Οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί αντιστάθηκαν άμεσα στη Γαλλική κατοχή και ξεκίνησαν τον Πόλεμο της Ιβηρικής Χερσονήσου (1807-1814). Βοηθούμενοι από Βρετανούς στρατιώτες, οι Πορτογάλοι και οι Ισπανοί όρθωσαν ανένδοτη αντίσταση που περιλάμβανε σκληρό ανταρτοπόλεμο. Σχετικά σύντομα, 200.000 Γάλλοι στρατιώτες δεσμεύτηκαν στην περιοχή, δοκιμάζοντας τις αντοχές των Γαλλικών εφεδρειών.
Εν τω μεταξύ, οι αρχικές επιτυχίες των επαναστατών της Ιβηρικής ενθάρρυναν την Αυστριακή Αυτοκρατορία να ξεκινήσει τον Πόλεμο του Πέμπτου Συνασπισμού το Απρίλιο του 1809. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου, στις όχθες του Δούναβη, ο Ναπολέων υπέστη την πρώτη του ήττα ως αυτοκράτορας στη Μάχη του Άσπερν-Έσσλινγκ (21-22 Μαΐου). Παρότι εντέλει ανασυγκροτήθηκε και νίκησε τους Αυστριακούς στη Μάχη του Βανγκράμ (5-6 Ιουλίου), το Άσπερν-Έσσλινγκ έδειξε στην Ευρώπη ότι ο Ναπολέων θα μπορούσε να ηττηθεί. Στον απόηχο του πολέμου με την Αυστρία, ο Ναπολέων νυμφεύθηκε την Αυστριακή Αρχιδούκισσα Μαρία Λουίζα, κόρη του Αψβούργου αυτοκράτορα, τον Απρίλιο του 1810. Είχε πάρει διαζύγιο από την Ιωσηφίνα τον προηγούμενο Ιανουάριο επειδή δεν μπορούσε να του δώσει ένα διάδοχο. Στις 20 Μαρτίου 1811, η Μαρία Λουίζα γέννησε ένα αγόρι, το Ναπολέων Β΄, ο οποίος ονομάστηκε Βασιλιάς της Ρώμης.
Το 1811, οι Αυτοκρατορίες της Γαλλίας και της Ρωσίας βρίσκονταν σε τροχιά σύγκρουσης. Η Ρωσία αντιλαμβανόταν την ύπαρξη του ελεγχόμενου από τους Γάλλους Δουκάτου της Βαρσοβίας ως απειλή ενώ ο Ναπολέων ένιωθε προδομένος όταν ο Τσάρος Αλέξανδρος βγήκε από Ηπειρωτικό Σύστημα. Στις 24 Ιουνίου 1812, άρχισε η εισβολή του Ναπολέοντα στη Ρωσία, καθώς πάνω από 615.000 Γαλλικών και συμμαχικών στρατευμάτων διαβήκαν τον Ποταμό Νιέμεν, η μεγαλύτερη δύναμη εισβολής που είχε δει η Ευρώπη. Οι Ρώσοι, ωστόσο, αρνήθηκαν να δώσουν μάχη, παρασύροντας τους Γάλλους βαθύτερα στην περιοχή τους και άσκησαν την τακτική της καμένης γης στην πορεία. Αυτό είχε σημαντικές επιπτώσεις, αφού οι Γάλλοι έχασαν πάνω από 100.000 άνδρες από τη φθορά του πολέμου πριν ακόμα παραταχθούν για την πρώτη μεγάλη μάχη. Στις 7 Σεπτεμβρίου, οι Γάλλοι και οι Ρώσοι πολέμησαν στην αιματηρή Μάχη του Μποροντίνο και ο Ναπολέων εισήλθε στη Μόσχα μετά από μια εβδομάδα. Όμως η πόλη ήταν έρημη και σύντομα τυλίχθηκε στις φλόγες, καθιστώντας την άχρηστη για το στρατό κατοχής.
Η Πτώση
Αφότου συνειδητοποίησε ότι οι Ρώσοι δεν θα σύναπταν ειρήνη, ο Ναπολέων διέταξε υποχώρηση τον Οκτώβριο. Όμως, ο ερχομός ενός βαρύ χειμώνα και η καταδίωξη από τις Ρωσικές δυνάμεις αποδεκάτισαν τη Μεγάλη Στρατιά του Ναπολέοντα. Όταν διάβηκαν ξανά τον Ποταμό Νιέμεν το Δεκέμβριο του 1812, είχαν απωλέσει μισό εκατομμύριο άνδρες. Οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης άρπαξαν την ευκαιρία της τελικής νίκης επί του Ναπολέοντα. Στον επακόλουθο Πόλεμο του Έκτου Συνασπισμού (1813-1814), η Ρωσία συμμάχησε με τη Βρετανία, την Πρωσία, την Αυστρία και τη Σουηδία. Μετά από άλλη μια συντριπτική ήττα που υπέστη ο Ναπολέων στη Μάχη της Λειψίας (16-19 Οκτωβρίου 1813), πολλοί από τους Γερμανούς συμμάχους αποστάτησαν και η Συνομοσπονδία του Ρήνου διαλύθηκε. Ο Συνασπισμός τότε εισέβαλλε στη Γαλλία, αφήνοντας στο Ναπολέοντα μονάχα την επιλογή της παραίτησης στις 11 Απριλίου 1814. Εξορίστηκε στο νησί Έλβα στη Μεσόγειο και ανήλθε στο θρόνο ο Βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΗ΄ της Γαλλίας.
Την 1η Μαρτίου 1815, ο Ναπολέων εκμεταλλεύτηκε την πολιτική αναταραχή που προκλήθηκε από την Παλινόρθωση των Βουρβώνων και αποβιβάστηκε στις ακτές της νότιας Γαλλίας με 1.000 στρατιώτες. Στις 20 Μαρτίου μπήκε θριαμβευτικά στο Παρίσι, ξεκινώντας την περίοδο της δεύτερης βασιλείας του, γνωστή ως Εκατό Ημέρες. Οι αντίπαλοί του δεν έχασαν χρόνο, χαρακτηρίζοντας τον παράνομο, και συγκέντρωσαν νέα στρατεύματα. Στα τέλη Μαΐου, ο Έβδομος Συνασπισμός είχε στείλει δύο στρατούς στο Βέλγιο για να απειλήσει τη βορειοανατολική Γαλλία, μια Αγγλική, Ολλανδική και Γερμανική δύναμη υπό την ηγεσία του Άρθουρ Γουέλσλι, Δούκα του Ουέλλινγκτον, και ένα Πρωσικό στρατό υπό τον Γκέμπχαρντ Λέμπερεχτ φον Μπλύχερ. Στις 15 Ιουνίου 1815, ο Ναπολέων προωθήθηκε στο Βέλγιο για να αντιμετωπίσει τον νέο εχθρό αλλά ηττήθηκε αποφασιστικά στη Μάχη του Βατερλώ (18 Ιουνίου 1815). Παραιτήθηκε ξανά τέσσερεις ημέρες αργότερα και εξορίστηκε στο απομονωμένο νησί της Αγίας Ελένης στο Νότιο Ατλαντικό. Εκεί κρατήθηκε με στενή φύλαξη από τους Βρετανούς. Η υγεία του επιδεινωνόταν σταθερά μέχρι το θάνατό του στις 5 Μαΐου 1821, στην ηλικία των 51 ετών.