Η Αίγινα είναι ένα νησί του Σαρωνικού Κόλπου, νότια της Αθήνας, και υπήρξε μία από τις πρώιμες ναυτικές δυνάμεις της Ελλάδας. Είναι γνωστή για το γεγονός ότι έκοψε τα παλαιότερα νομίσματα στην Ελλάδα, τα οποία μάλιστα ήταν αποδεκτά σε όλη τη Μεσόγειο. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο συγγραφέα Οβίδιο (43 π.Χ. – 17 μ.Χ.), το νησί αρχικά ήταν γνωστό με το όνομα Οινώνη. Σύμφωνα με τον μύθο, ο θεός Δίας, έχοντας μεταμορφωθεί σε μία μεγάλη φλόγα, απήγαγε την νύμφη Αίγινα και την μετέφερε στο νησί. Μετέπειτα η νύμφη γέννησε ένα γιο, τον Αιακό, ο οποίος έδωσε στο νησί το όνομα της μητέρας του.
Μια Πόλη που Ευημερεύει
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η Αίγινα ήταν αποικία της Επιδαύρου, πόλη της Βορειοανατολικής Πελοποννήσου, η οποία έγινε μετέπειτα γνωστή για το λατρευτικό της κέντρο προς τιμήν του ημίθεου Ασκληπιού. Η Αίγινα υπήρξε σημαντικό οχυρό των Μυκηναίων. Μάλιστα, έχουν ανακαλυφθεί ευρήματα τα οποία υποδεικνύουν ότι η Μυκηναϊκή επιρροή συνέχισε για αρκετό καιρό έπειτα από την κατάρρευση του Μυκηναϊκού πολιτισμού (π. 1200 π.Χ.). Το νησί μετέπειτα αποικήθηκε από τους Δωριείς.
Ο πλούτος της Επιδαύρου φαίνεται να ωφέλησε τους Αιγινήτες, καθώς το νησί άνθισε νωρίς οικονομικά, φτάνοντας να ανταγωνίζεται την Αθήνα. Επιπλέον, το σύστημα μονάδων βάρους και μέτρησης που αναπτύχθηκε στην Αίγινα, υιοθετήθηκε ως πρότυπο σε όλο τον Ελληνικό κόσμο. Παράλληλα, οι Αιγινήτες υπήρξαν οι πρώτοι που παρήγαγαν νομίσματα στην Ελλάδα, και ο στόλος των πλοίων τους διεξήγαγε εμπόριο σε όλο το Αιγαίο και τη Μεσόγειο, αποκτώντας εμπορικές επαφές με τους Αιγυπτίους και τους Πέρσες. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (π. 484 – 425/413 π.Χ.) η αντιπαλότητα μεταξύ Αθήνας και Αίγινας προήλθε από μία διαμάχη για τα λατρευτικά αγάλματα δύο θεοτήτων. Ωστόσο είναι το πιο πιθανό ότι οι Αθηναίοι θεώρησαν ως απειλή την οικονομική ευημερία των Αιγινητών, καθώς τις εμπορικές τους σχέσεις με τους Πέρσες.
Εξωτερικές Σχέσεις
Οι αποικίες των Ιώνων στη Μικρά Ασία, οι οποίες πέρασαν στον έλεγχο των Περσών, αποτέλεσαν αιτία συγκρούσεων με την Περσική Αυτοκρατορία. Συγκεκριμένα, μετά την Ιωνική Επανάσταση (499-493 π.Χ.), που έληξε με ήττα των Ελλήνων αποίκων και την αποκατάσταση του Περσικού ελέγχου, η Αίγινα, αν και δεν είχε εμπλακεί στη σύγκρουση, έστειλε στους Πέρσες σύμβολα υποταγής. Αυτή η κίνηση των Αιγινητών θεωρήθηκε ως σύναψη συνθήκης με τους Πέρσες από τους Αθηναίους, οι οποίοι είχαν υποστηρίξει την Ιωνική Επανάσταση (μαζί με την Ερέτρια) στέλνοντας στρατεύματα και όπλα στις αποικίες. Επομένως, η κίνηση καλής θέλησης των Αιγινητών προς τους αντίπαλους των Αθηναίων, τους Πέρσες, δεν αντιμετωπίστηκε θετικά. Σε αντίποινα για την υποστήριξη των Ελλήνων στην Ιωνική Επανάσταση, ο Δαρείος Α' της Περσίας (π. 550-486 π.Χ.) εισέβαλε στην Ελλάδα το 490 π.Χ., αλλά ηττήθηκε στη Μάχη του Μαραθώνα.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο γιος του Δαρείου, o Ξέρξης Α' (β. 486-465 π.Χ.), εισέβαλε στην Ελλάδα για να ολοκληρώσει την επιχείρηση που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του. Μετά από μια σειρά μαχών (συμπεριλαμβανομένης της διάσημης Μάχης των Θερμοπυλών), ο στόλος του Ξέρξη ηττήθηκε στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. από τον συνασπισμό των ναυτικών δυνάμεων της Αθήνας και της Αίγινας. Αυτή η σύμπραξη ήταν δύσκολο να προβλεφθεί, καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις θερμών σχέσεων μεταξύ Αθήνας και Αίγινας, ούτε και στοιχεία που να υποδεικνύουν ρήξη στις σχέσεις μεταξύ Αίγινας και Περσίας από τη συμφωνία του 491 π.Χ. έως τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ωστόσο, θεωρείται πιθανό πως η Αίγινα αναγκάστηκε να συνεργαστεί με τους Αθηναίους εναντίον των Περσών λόγω του αισθήματος πατριωτισμού που προέκυψε μετά την ήττα των ελληνικών δυνάμεων στις Θερμοπύλες. Όποιο κι αν ήταν το κίνητρό τους, τα πλοία της Αίγινας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην καταστροφή του περσικού στόλου. Μετά την λήξη των Περσικών Πολέμων, η Αίγινα ξεκίνησε να παρακμάζει μιας και έπεσε στη σκιά της αθηναϊκής ναυτικής και εμπορικής υπεροχής.
Η Παρακμή
Η Αίγινα πολέμησε εναντίον της Αθήνας στον Πρώτο Πελοποννησιακό Πόλεμο (460-445 π.Χ.). Αυτή η διαμάχη πιθανότητα στηρίχθηκε από τους Πέρσες, οι οποίοι με αυτή την ανάμιξη επιδίωκαν όχι μόνο να προστατεύσουν τα εμπορικά τους συμφέροντα αλλά και να υποστηρίξουν τον αντίπαλο του εχθρού τους (την Αθήνα). Ωστόσο, με ή χωρίς την υποστήριξη των Περσών, η εποχή της ακμής της Αίγινας είχε παρέλθει. Μάλιστα, την εποχή που ο Πλάτωνας έγραψε τον διάλογο του Φαίδων (π. 380-360 π.Χ.), η Αίγινα θεωρούταν πλέον κάτι περισσότερο από θέρετρο αναψυχής. Συγκεκριμένα στον διάλογο, όταν ο Εχεκράτης ρωτάει τον Φαίδωνα, «Αλλά ο Αρίστιππος και ο Κλεόμβροτος, ήταν παρόντες;», ο Φαίδων απαντά, «Όχι, δεν ήταν. Λεγόταν πως βρίσκονται στην Αίγινα». Ο Αρίστιππος ήταν ο ιδρυτής της Κυρηναϊκής Σχολής φιλοσοφίας, η οποία δίδασκε ότι η ηδονή είναι το μόνο εγγενές καλό. Επομένως, ένας ενημερωμένος αρχαίος αναγνώστης του Πλατωνικού διαλόγου θα καταλάβαινε το περιεχόμενο αυτής της συζήτησης ως ένα είδος 'αστείου υπαινιγμού' που συνδέει τον ηδονισμό των Κυρηναϊκών φιλοσόφων με την Αίγινα.