Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας

8 Ημέρες που απομένουν

Επενδύστε στην ιστορική εκπαίδευση

Υποστηρίζοντας το φιλανθρωπικό μας ίδρυμα World History Foundation, επενδύετε στο μέλλον της ιστορικής εκπαίδευσης. Η δωρεά σας μας βοηθά να ενδυναμώσουμε την επόμενη γενιά με τις γνώσεις και τις δεξιότητες που χρειάζεται για να κατανοήσει τον κόσμο γύρω της. Βοηθήστε μας να ξεκινήσουμε τη νέα χρονιά έτοιμοι να δημοσιεύσουμε περισσότερες αξιόπιστες ιστορικές πληροφορίες, δωρεάν για όλους.
$3432 / $10000

ορισμός

Mark Cartwright
από , μεταφρασμένο από Christina Garila
που δημοσιεύτηκε στο 05 May 2013
Διαθέσιμο σε άλλες γλώσσες: Αγγλικά, Afrikaans, Γαλλικά, Πορτογαλικά, Ισπανικά
Ακούστε αυτό το άρθρο
X
Εκτύπωση άρθρου
Battle of Salamis, 480 BCE (by Dept. of History, US Military Academy, CC BY-SA)
Ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ.
Dept. of History, US Military Academy (CC BY-SA)

Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας ήταν μια ναυτική μάχη που δόθηκε μεταξύ των ελληνικών και των περσικών δυνάμεων, στον Σαρωνικό Κόλπο, τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ. Οι Έλληνες είχαν πρόσφατα χάσει τη Μάχη των Θερμοπυλών και είχαν έρθει ισόπαλοι στη Ναυμαχία του Αρτεμισίου, και τα δύο τον Αύγουστο του 480 π.Χ., ενώ ο βασιλιάς Ξέρξης Α’ (βασ. 486-465 π.Χ.) και ο περσικός στρατός προήλαυναν. Στη Σαλαμίνα, οι Έλληνες πέτυχαν μία από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες στρατιωτικές νίκες της αρχαιότητας. Ξεπερνώντας τημ αριθμητική υπεροχή του εχθρού με τολμηρή τακτική και απόλυτη αποφασιστικότητα, οι ελληνικές συμμαχικές δυνάμεις κέρδισαν μια ελευθερία που οδήγησε σε μια περίοδο πρωτοφανών καλλιτεχνικών και πολιτιστικών επιτευγμάτων, η οποία θα διαμόρφωνε τα θεμέλια του Δυτικού Πολιτισμού για χιλιετίες.

Πλαίσιο: Οι Περσικοί Πόλεμοι

περίπου 30 ελληνικές πόλεις προετοιμάζονταν να πολεμήσουν και η ναυμαχία της Σαλαμίνας θα έδειχνε στον Ξέρξη ότι η Ελλάδα, ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της, απείχε μακράν από την κατάκτηση.

Τα πρώτα χρόνια του 5ου αι. π.Χ., η Περσική Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών, υπό τον Δαρείο Α’ (βασ. 522-486 π.Χ.), εξαπλωνόταν ήδη στην ηπειρωτική Ευρώπη και είχε υποτάξει τη Θράκη και τη Μακεδονία. Επόμενος στόχος ήταν να υποταχθεί οριστικά ένα σύνολο δυνητικά ενοχλητικών επαναστατικών κρατών στα δυτικά σύνορα της αυτοκρατορίας. Το 490 π.Χ., οι ελληνικές δυνάμεις, υπό την ηγεσία της Αθήνας, συνάντησαν τους Πέρσες στη Μάχη του Μαραθώνα και νίκησαν τους εισβολείς. Η μάχη θα αποκτούσε μυθικές διαστάσεις για τους Έλληνες, αλλά στην πραγματικότητα ήταν μόνο το προοίμιο ενός μακροχρόνιου πολέμου, του οποίου τις κύριες πράξεις θα αποτελούσαν πολλές ακόμα μάχες. Το 486 π.Χ., βασιλιάς έγινε ο Ξέρξης, ο οποίος εισέβαλε πρώτα στις Κυκλάδες και στη συνέχεια στην ηπειρωτική Ελλάδα, μετά τη νίκη του στις Θερμοπύλες, τον Αύγουστο του 480 π.Χ., ενάντια σε μια μικρή ελληνική δύναμη. Στην ατελέσφορη ναυμαχία του Αρτεμισίου (επίσης τον Αύγουστο του 480 π.Χ.), οι Έλληνες κατάφεραν να αντιμετωπίσουν την αριθμητική υπεροχή του περσικού στόλου, αλλά αναγκάστηκαν να ανασυγκροτηθούν στη Σαλαμίνα.

Τότε, η Ελλάδα έμεινε εκτεθειμένη στους εισβολείς και τα περσικά στρατεύματα επέλαυναν στις ελληνικές πόλεις, λεηλατώντας ακόμα και την Αθήνα. Ωστόσο, περίπου 30 ελληνικές πόλεις προετοιμάζονταν να πολεμήσουν και η ναυμαχία της Σαλαμίνας θα έδειχνε στον Ξέρξη ότι η Ελλάδα, ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της, απείχε μακράν από την κατάκτηση.

Ο περσικός στόλος

Η αχανής Περσική Αυτοκρατορία εκτεινόταν από τον Δούναβη ως την Αίγυπτο και από την Ιωνία ως τη Βακτριανή, και ο Ξέρξης κατάφερε να αντλήσει τεράστια αποθέματα πόρων για να συγκεντρώσει μια τεράστια δύναμη εισβολής. Ο Αριαβίγνης, γιος του Δαρείου, ήταν επικεφαλής των στόλων της Ιωνίας, της Καρίας, της Περσίας και της Αιγύπτου. Ο Κυβερνίσκος, βασιλιάς της Ξάνθου, ήταν επικεφαλής 50 πλοίων του στόλου της Λυκίας. Η Αρτεμισία, τύραννος της Αλικαρνασσού, διοικούσε στόλο 30 πλοίων των Δωριέων της Μικράς Ασίας, ενώ άλλοι γνωστοί ναύαρχοι ήταν ο Πρηξάσπης, ο Μεγάβαζος και ο Αχαιμένης. Θεωρητικά, οι Πέρσες και ιδιαίτερα οι Φοίνικες, ήταν πιο ικανοί ναυτικοί, αλλά επειδή ο στόλος είχε συγκεντρωθεί από διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας, τα κίνητρα και το επίπεδο επικοινωνίας ήταν ίσως υποδεέστερα από των αντιπάλων τους, που μιλούσαν όλοι την ίδια γλώσσα και που πολεμούσαν όχι μόνο για την επιβίωση τους, αλλά και για τις οικογένειες και τον τρόπο ζωής τους.

Ancient Naval Battle
Αρχαία ναυμαχία
The Creative Assembly (Copyright)

Ο ακριβής αριθμός των περσικών πλοίων δεν είναι γνωστός. Ο Ηρόδοτος παραθέτει στις Ιστορίες του (440-430 π.Χ.) λεπτομερείς λίστες, αλλά αυτές θεωρούνται ευρέως ως υπερβολικές και αναξιόπιστες. Επιπλέον, οι λίστες αφορούν στον αρχικό στόλο που έφτασε στις ελληνικές θάλασσες, αλλά μέχρι τον καιρό της Σαλαμίνας, πολλά πλοία είχαν σταθμεύσει για να φρουρούν διάφορα λιμάνια και οδούς ανεφοδιασμού ή είχαν χαθεί σε καταιγίδες (ειδικά στη Μαγνησία) και στη Ναυμαχία του Αρτεμισίου έναν μήνα νωρίτερα. Σε κάθε περίπτωση, ακολουθούν οι αριθμοί του για τις τριήρεις – τα πολεμικά πλοία με τρεις σειρές κουπιών (σημειώστε τις συνεισφορές από κατακτημένες ή φιλοπερσικές ελληνικές πόλεις):

  • Φοινίκη 300
  • Αίγυπτος 200
  • Κύπρος 150
  • Κιλικία 100
  • Ιωνία 100
  • Ελλήσποντος 100
  • Καρία 70
  • Αιολίδα 60
  • Λυκία 50
  • Παμφυλία 30
  • Δωρίδα (Μικρά Ασία) 30
  • Κυκλάδες 17

Μια εναλλακτική πηγή, ο τραγωδός Αισχύλος. φαίνεται να συμφωνεί με τον Ηρόδοτο στο έργο του Πέρσαι (472 π.Χ.), στο οποίο αναφέρει ότι ο περσικός στόλος διέθετε 1.207 πλοία, έναντι μόλις 300 του ελληνικού. Υπολογίζοντας τις απώλειες που αναφέρθηκαν προηγουμένως, εκτιμάται ότι περίπου 500 τριήρεις αντιμετώπισαν τους Έλληνες στη Σαλαμίνα, αλλά δεν υπάρχει επιστημονική συναίνεση ούτε για έναν κατά προσέγγιση αριθμό. Θα υπήρχαν και πολλά μικρότερα πλοία, όπως πεντηκόντοροι (50 κουπιά) και τριακόντοροι (30 κουπιά), αλλά ο αριθμός των 3.000 που δίνει ο Ηρόδοτος μοιάζει άκρως υπερβολικός.

Ο ελληνικός στόλος

Επί της ουσίας, τακτικές και στρατηγική αποφασίστηκαν από ένα συμβούλιο 17 διοικητών από ισάριθμες συμμαχικές πόλεις.

Ο ελληνικός συμμαχικός στόλος διοικούνταν από τον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, επιλογή που προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι η Αθήνα ήταν η μεγάλη ναυτική δύναμη και εκείνη που είχε προσφέρει μακράν τα περισσότερα πλοία. Οι άλλοι δύο ανώτεροι διοικητές ήταν ο Θεμιστοκλής από την Αθήνα και ο Αδείμαντος από την Κόρινθο. Επί της ουσίας, τακτικές και στρατηγική αποφασίστηκαν από ένα συμβούλιο 17 διοικητών από ισάριθμες συμμαχικές πόλεις. Ωστόσο, είναι ο Θεμιστοκλής, ο ιδιοφυής ναυτικός διοικητής με την 20ετή εμπειρία και την επιτυχία του Αρτεμισίου στο ενεργητικό του, ο οποίος πιστώνεται την απόφαση να παραμείνει ο στόλος στη Σαλαμίνα αντί να υποχωρήσει στον Ισθμό της Κορίνθου και τη μεθόδευση της ελληνικής νίκης.

Οι αριθμοί του Ηροδότου είναι και πάλι ασυνεπείς, με το γενικό σύνολο των 380 τριήρεων που απαρτίζουν τον ελληνικό στόλο να είναι κατά 15 πλοία μεγαλύτερος από το άθροισμα των μεμονωμένων συμμετοχών των πόλεων:

  • Αθήνα 200
  • Κόρινθος 40
  • Αίγινα 30
  • Μέγαρα 20
  • Σπάρτη 16
  • Σικυών 15
  • Επίδαυρος 10
  • Ερέτρια 7
  • Αμβρακία 7
  • Τροιζήνα 5
  • Νάξος 4
  • Ερμιόνη 3
  • Λευκάδα 3
  • Στύρα 2
  • Κέα 2
  • Κύθνος 1

Οι αριθμοί για κάποιες πόλεις είναι ύποπτα όμοιοι με εκείνους πριν από τη ναυμαχία του Αρτεμισίου, υποδηλώνοντας μη πειστικά, είτε ότι δεν είχαν καμία απώλεια σε εκείνη τη σύγκρουση είτε ότι υπήρξε γρήγορη αντικατάσταση των χαμένων πλοίων. Ο Αισχύλος αναφέρει ένα σύνολο 310 και ο Θουκυδίδης 400 πλοίων. Συνοψίζοντας, το μόνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι ο περσικός στόλος έμοιαζε σημαντικά υπέρτερος σε αριθμούς από τον ελληνικό.

Η τριήρης

Και οι δύο πλευρές είχαν πολύ παρόμοια πλοία, τις τριήρεις, οι οποίες ήταν ξύλινα πολεμικά σκάφη εκτοπίσματος 40-50 τόνων και μήκους έως 40 μέτρων. Ελαφριές, αεροδυναμικές και ευέλικτες, είχαν ως μέσο πρόωσης 170 κωπηλάτες, χωρισμένους σε τρεις σειρές καθ’ ύψος και στις δύο πλευρές. Ικανά να επιταχύνουν γρήγορα, να επιβραδύνουν, να πραγματοποιήσουν ελιγμούς και να κάνουν στροφή 360 μοιρών σε απόσταση μήκους μόλις δύο πλοίων, η ναυτική πείρα μπορούσε αξιοποιήσει αυτά τα σκάφη στο έπακρο, εφαρμόζοντας την κύρια στρατηγική του ναυτικού πολέμου της εποχής, που ήταν ο εμβολισμός του εχθρού με τον χάλκινο κριό (έμβολο) που ήταν προσαρμοσμένος στην πλώρη. Οι τριήρεις μετέφεραν και ένα μικρό στρατιωτικό απόσπασμα, τουλάχιστον δέκα οπλιτών και τεσσάρων τοξοτών. Οι Πέρσες μετέφεραν περισσότερους - 14 μαχητές και 30 Μήδους οπλισμένους με τόξο, δόρυ και σπαθί. Αυτά τα επιπλέον στρατεύματα, απέδιδαν σε μάχη εκ του συστάδην με τον εχθρό και σε περίπτωση επιβίβασης σε εχθρικό πλοίο (ρεσάλτο).

Greek Trireme [Illustration]
Ελληνική τριήρης
MatthiasKabel & Sting (GNU FDL)

Οι τριήρεις είχαν μια αδυναμία και αυτή ήταν ότι μπορούσαν να επιχειρήσουν αποτελεσματικά μόνο σε σχετικά ήρεμη θάλασσα, με κύματα κάτω του ενός μέτρου· σε διαφορετική περίπτωση, το νερό μπορούσε να εισβάλει μέσα από τα ανοίγματα των κουπιών και να πλημμυρίσει το πλοίο. Ακόμα, έπρεπε να παραμένουν κοντά στην ακτή, αφού κάθε βράδυ τα τραβούσαν στην ξηρά, ώστε να μην μουλιάζει το ελαφρύ τους ξύλο, μειώνοντας σημαντικά την ταχύτητα πλεύσης τους. Επιπλέον, υπήρχε πολύ λίγος χώρος για προμήθειες και καθόλου για ύπνο και έτσι, τα πληρώματα δεν είχαν άλλη επιλογή από το να διανυκτερεύουν στην ξηρά. Πριν από τη ναυμαχία, τα ελληνικά πλοία ήταν τραβηγμένα στα παράλια της Σαλαμίνας, από την Κυνόσουρα ως τα Παλούκια. Εκεί βρισκόταν και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού που είχε εκκενώσει την Αθήνα και την Αττική. Στο μεταξύ, οι Πέρσες είχαν σταθμεύσει στον Φαληρικό Όρμο, λιγότερο από 10 χλμ μακριά, κοντά στον κατειλημμένο Πειραιά.

Στρατηγικές

Οι επικεφαλής καθοδηγούσαν από το μέτωπο και καθένας επέβαινε στο δικό του πλοίο, στην καρδιά της μάχης.

Οι επικεφαλής καθοδηγούσαν από το μέτωπο και καθένας επέβαινε στο δικό του πλοίο, στην καρδιά της μάχης. Από κει, έδιναν σήμα για ελιγμούς στα άλλα πλοία του στόλου, με σημαίες και τρομπέτες. Ωστόσο, όταν η μάχη βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη, οι ναυτικές συγκρούσεις γίνονταν από κάθε πλοίο χωριστά εναντίον ενός μεμονωμένου αντιπάλου και όχι με συντονισμένους ελιγμούς.

Πριν από την πλήρη εμπλοκή μεταξύ των αντίπαλων στόλων, υπήρχαν δύο βασικές στρατηγικές που εφαρμόζονταν από τους πιο ικανούς διοικητές. Η πρώτη ήταν η πλεύση γύρω από τις γραμμές του εχθρού (περίπλους) και η δεύτερη ήταν η διάσπαση των κενών του εχθρικού μετώπου και η επίθεση από τα νώτα (διέκπλους). Και οι δύο είχαν σχεδιαστεί για να φέρουν το πλοίο σε θέση να εμβολίσει τα πιο αδύναμα σημεία του εχθρού – τα πλευρά ή την πρύμνη. Ο στόχος ήταν να ανοιχθεί μια τρύπα στο εχθρικό σκάφος ή να σπάσει ένας ικανός αριθμός κουπιών του, ώστε να παροπλιστεί. Για να προστατεύσουν τα δικά τους κουπιά, τα πληρώματα είχαν εκπαιδευτεί να τα αποσύρουν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα (συνήθως μόνο από τη μία πλευρά, ενώ η άλλη διατηρούσε τη δυναμική του σκάφους). Ως άμυνα απέναντι σε αυτές τις δύο τακτικές, ένας ικανός κυβερνήτης θα βεβαιωνόταν ότι η μία πλευρά του προστατευόταν από αβαθή ή από ξηρά και θα διασφάλιζε ότι τα πληρώματά του ήταν επαρκώς εκπαιδευμένα να διατηρούν κλειστό σχηματισμό. Στην ανοιχτή θάλασσα, τα πλοία μπορούσαν να παραταχθούν σε αμυντικό τόξο (πιο πρακτικό για μεγαλύτερους στόλους) με τις πλώρες κατά μέτωπο (κύκλος).

Η ναυμαχία

Οι ακριβείς λεπτομέρειες της ναυμαχίας είναι ασαφείς και οι αρχαίες πηγές είναι συχνά αντιφατικές. Παρ’ όλα αυτά, όσον αφορά στα πιο κοινά σημεία, το πρώτο γεγονός της μάχης ήταν η αποστασία δύο ιωνικών πλοίων που αυτομόλησαν στον ελληνικό συμμαχικό στόλο. Ο Θεμιστοκλής, πιθανόν να είχε στείλει μηνύματα στους στόλους των φιλοπερσικών ελληνικών πόλεων, ελπίζοντας ότι θα ακολουθούσαν και άλλες αποστασίες, που όμως δεν έγιναν. Ένα τέτοιο πλοίο από την Τήνο, ενημέρωσε τους Έλληνες ότι οι Πέρσες συγκεντρώνονταν στα στενά, για να αποκλείσουν τον ελληνικό στόλο. Οι Πέρσες είχαν μετακινηθεί στη θέση αυτή κατά τη διάρκεια της νύχτας, ελπίζοντας να αιφνιδιάσουν τον εχθρό, αλλά αυτή η στρατηγική ήταν μάλλον απίθανο να πετύχει, λαμβάνοντας υπόψη τις μικρές αποστάσεις και το θόρυβο που θα προκαλούσαν οι κωπηλάτες. Υπάρχει, ακόμα, η πιθανότητα, ο Θεμιστοκλής να είχε στείλει μηνύματα στον Ξέρξη, λέγοντάς του ότι ο εύθραυστος ελληνικός συνασπισμός διαλυόταν και ο στόλος ετοιμαζόταν να υποχωρήσει.

Trireme Hull with Bronze Ram
Ανακατασκευασμένη τριήρης (Ολυμπιάς) με χάλκινο έμβολο
Magnus Manske (CC BY-SA)

Το πιθανότερο είναι ότι οι δύο στόλοι ευθυγραμμίστηκαν κατά μήκος ενός πλάγιου άξονα ανατολής-δύσης με τους Πέρσες κοντά στην ηπειρωτική ακτή και έχοντας και οι δύο φιλικές ακτές στα νώτα τους. Πράγματι, η προσέγγιση στην απέναντι ηπειρωτική ακτή μάλλον είχε αποφευχθεί από τα ελληνικά πλοία, καθώς το Ξέρξης είχε τοποθετήσει εκεί ένα απόσπασμα τοξοτών. Στη δυτική (δεξιά) πτέρυγα, οι Φοίνικες ήταν αντιμέτωποι με τους Αθηναίους και οι Ίωνες με τους Σπαρτιάτες. Στην αριστερή πλευρά, οι Πέρσες είχαν παρατάξει τους Κάρες και τους Δωριείς της Ανατολίας. Πίσω από το κύριο ελληνικό μέτωπο, η Αίγινα και κάποια από τα αθηναϊκά πλοία περίμεναν σε εφεδρεία. Οι Κορίνθιοι βρίσκονταν στα δυτικά του σχηματισμού, προστατεύοντας το πέρασμα προς την Ελευσίνα, ενώ οι φιλικοί προς τους Πέρσες Κύπριοι, Κίλικες και Ελλησπόντιοι, έμειναν στα νότια, φρουρώντας την έξοδο προς τον Πειραιά. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη, ο Ξέρξης έστειλε τον αιγυπτιακό στόλο να αποκλείσει τα στενά μεταξύ Σαλαμίνας και Μεγάρων και να εμπλακεί με τα ελληνικά πλοία που τυχόν θα αποκόπτονταν από το κύριο σώμα του στόλου.

Παρακολουθώντας από το παρατηρητήριο του, νωρίς το πρωί, ο Ξέρξης δεν θα έβλεπε έναν στόλο που ετοιμαζόταν να υποχωρήσει, αλλά τους Έλληνες να έχουν σχηματίσει ένα τόξο μήκους 3 χλμ., σε δύο σειρές, πιθανόν αντιπαραθέτοντας ένα μέτωπο 130 πλοίων απέναντι στο περσικό μέτωπο των 150 πλοίων, που είχε βάθος τρεις σειρές. Τα περσικά πλοία προχώρησαν, ερχόμενα πιο κοντά το ένα στο άλλο, καθώς ευθυγραμμίζονταν με το στενότερο μέτωπο του εχθρού. Οι Έλληνες διατήρησαν τις θέσεις τους, παρασύροντας τους Πέρσες σε έναν ακόμα πιο στενό χώρο. Τα πλοία άρχισαν να εμβολίζουν το έναν το άλλο και μέσα στον περιορισμένο χώρο, δυσκολεύονταν να απεμπλακούν. Τότε, τα οπλισμένα πληρώματα ανέλαβαν δράση, με οπλίτες και τοξότες να μάχονται πάνω στα καταστρώματα, όπως στη στεριά. Με τα περσικά πλοία να πιέζονται από τα μετόπισθεν και τους Κορίνθιους να μπαίνουν στη μάχη από τα πλευρά, πρέπει να επικράτησε ένας χαλασμός από διαλυμένα σκάφη και άνδρες που πνίγονταν – κυρίως μεταξύ των Περσών, που δεν είχαν ακτή να υποχωρήσουν και μάλλον δεν ήξεραν κολύμπι.

Με περισσότερο χώρο για ελιγμούς, τα ελληνικά πλοία μπόρεσαν να επιτεθούν στα στριμωγμένα περσικά σκάφη, τα οποία δεν είχαν τη δυνατότητα να υποχωρήσουν, καθώς ο σχηματισμός τους είχε πλέον αρκετές σειρές βάθος. Μέχρι το απόγευμα, η ελληνική νίκη είχε διασφαλιστεί και τα εναπομείναντα περσικά πλοία είχαν υποχωρήσει στη Μικρά Ασία. Στο τελικό στάδιο της μάχης, η δύναμη των Ελλήνων οπλιτών μεταφέρθηκε από τη Σαλαμίνα στα ηπειρωτικά, για να εκκαθαρίσει τις περσικές χερσαίες δυνάμεις.

Για μία ακόμα φορά, το απόκρυφο μαντείο του Απόλλωνα στους Δελφούς, αποδείχθηκε σωστό: «μόνο τα ξύλινα τείχη θα σώσουν την Αθήνα». Όπως και στο Αρτεμίσιο, τα ξύλινα πλοία του συμμαχικού ελληνικού στόλου, είχαν ανακόψει την περσική προέλαση για δεύτερη φορά.

Battle of Salamis, 480 BCE
Ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ.
Ancient Warfare Magazine / Karwansaray Publishers (Copyright)

Ο απόηχος

Μετά την ήττα του, ο Ξέρξης επέστρεψε στο παλάτι του στα Σούσα και άφησε τον χαρισματικό στρατηγό Μαρδόνιο υπεύθυνο της εισβολής. Η θέση των Περσών παρέμενε ισχυρή, παρά την ήττα – εξακολουθούσαν να ελέγχουν μεγάλο μέρος της Ελλάδας και ο τεράστιος στρατός τους ήταν ανέπαφος. Έπειτα από μια σειρά διαπραγματεύσεων, έγινε σαφές ότι οι Πέρσες δεν θα κέρδιζαν τον πόλεμο με τη διπλωματία και οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στις Πλαταιές, τον Αύγουστο του 479 π.Χ. Οι Έλληνες, με τον μεγαλύτερο στρατό οπλιτών που είχε συγκεντρωθεί ποτέ, νίκησαν στη μάχη και έβαλαν οριστικό τέλος στις φιλοδοξίες του Ξέρξη για την Ελλάδα.

Βιβλιογραφία

Η Εγκυκλοπαίδεια Παγκόσμιας Ιστορίας είναι συνεργάτης της Amazon και κερδίζει προμήθεια για τις αγορές βιβλίων που πληρούν τις προϋποθέσεις.

σχετικά με το μεταφραστή

Christina Garila
Πρώην δημοσιογράφος και λάτρης της ιστορίας, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Μινωικό και τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό. Γοητεύεται από το πώς η πολιτιστική μας κληρονομιά μπορεί να προτείνει απαντήσεις σε σύγχρονα ερωτήματα.

σχετικά με το συγγραφέα

Mark Cartwright
Ο Μαρκ είναι ιστορικός συγγραφέας με έδρα την Ιταλία. Τα προσωπικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την αγγειοπλαστική, την αρχιτεκτονική, την παγκόσμια μυθολογία και την ανακάλυψη των κοινών ιδεών που μοιράζονται όλοι οι πολιτισμοί. Κατέχει μεταπτυχιακό στην Πολιτική Φιλοσοφία και είναι ο Διευθυντής Εκδόσεων στην WHE.

Αναφέρετε αυτή την εργασία

Στυλ APA

Cartwright, M. (2013, May 05). Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας [Battle of Salamis]. (C. Garila, Μεταφραστής). World History Encyclopedia. Ανακτήθηκε από https://www.worldhistory.org/trans/el/1-337/u--u/

Στυλ Σικάγο

Cartwright, Mark. "Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας." Μεταφράστηκε από Christina Garila. World History Encyclopedia. Τελευταία τροποποίηση May 05, 2013. https://www.worldhistory.org/trans/el/1-337/u--u/.

Στυλ MLA

Cartwright, Mark. "Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας." Μεταφράστηκε από Christina Garila. World History Encyclopedia. World History Encyclopedia, 05 May 2013. Ιστοσελίδα. 23 Dec 2024.