Η Άρτεμις ήταν η Ελληνίδα θεά του κυνηγιού, της άγριας φύσης, και της παρθενίας. Ήταν κόρη του Δία και αδελφή του Απόλλωνα. Η Άρτεμις αποτελούσε προστάτιδα των κοριτσιών, των νεαρών γυναικών, και του τοκετού. Αν και η Άρτεμις λατρευόταν σε μεγάλη κλίμακα, ο πιο διάσημος λατρευτικός της τόπος αποτελούσε ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο, που αποτελεί ένα από τα Επτά Θαύματα του Αρχαίου Κόσμου.
Οικογενειακές Σχέσεις
Στην Ελληνική μυθολογία, η Άρτεμις είναι κόρη του Δία και της Λητούς. Γεννήθηκε στη Δήλο ή στην Ορτυγία (κοντά στην Έφεσο της Δυτικής Τουρκίας) και είναι η δίδυμη αδελφή του θεού Απόλλωνα. Όταν ήταν τριών χρονών, ο πατέρας της την τοποθέτησε στην ποδιά του και την ρώτησε τι δώρα θα ήθελε να λάβει από εκείνον. Γνωρίζοντας την δύναμη του πατέρα της, η νεαρή Άρτεμις δεν δίστασε να παρακαλέσει και η απάντησή της ήταν η εξής (φαίνεται ότι εκείνη το σκεφτόταν για αρκετό καιρό):
Σε παρακαλώ χάρισέ μου την αιώνια παρθενία, τόσα ονόματα όσα ο αδελφός μου ο Απόλλωνας, ένα τόξο και βέλη σαν τα δικά του, την αρμοδιότητα να φέρνω φως, και ένα βαθύ κίτρινο χιτώνα με κόκκινο στρίφωμα που να φτάνει στα γόνατά μου. Δώσε μου εξήντα Ωκεανίδες, όλες εννέα ετών, ως κυρίες των τιμών μου, είκοσι νύμφες από τον ποταμό Αμνισσό της Κρήτης για να προσέχουν τις μπότες μου και να ταΐζουν τα κυνηγόσκυλά μου όταν δεν θα είμαι στο κυνήγι, όλα τα βουνά του κόσμου, και, τέλος, όποια πόλη εσύ επιθυμείς να επιλέξεις για μένα, αλλα μία θα είναι αρκετή διότι σκοπεύω να περνάω τον περισσότερο χρόνο στα βουνά.
(Από το Ὕμνος εἰς Ἄρτεμιν του Καλλίμαχου, όπως παρατίθεται στο Graves, 83)
Ικανότητες & Συσχετισμοί
Δεδομένου ότι έλαβε ως δώρα ένα ασημένιο τόξο, φτιαγμένο από τους Κύκλωπες, και μία αγέλη σκυλιών για συνοδούς από τον Πάνα, η Άρτεμις θεωρούταν η θεά προστάτιδα του κυνηγιού και της άγριας φύσης, και η αφέντρα των ζώων. Γι’ αυτόν το λόγο σχετίζεται με τα άγρια ζώα, όπως τα ελάφια και τις αρκούδες (ιδιαίτερα τα νεώτερα ηλικιακά), τα δάση και το φεγγάρι. Ως θεά της παρθενίας, του τοκετού και της γονιμότητας, η Άρτεμις Κουροτρόφος ήταν η προστάτιδα των νεαρών γυναικών, ιδιαίτερα εκείνων που επρόκειτο να παντρευτούν, οι οποίες αφιέρωναν τα παιχνίδια τους σε εκείνη συμβολίζοντας την μετάβαση τους στην ενηλικίωση και την ανάληψη των συζυγικών καθηκόντων. Τέλος, ως κάτοικος της άγριας φύσης, η θεά συνδέθηκε τόσο με τη φυσική όσο και με την αλληγορική έννοια των συνόρων και της μετάβασης. Γι’ αυτόν το λόγο, ενδεχομένως, οι ναοί αφιερωμένοι στην Άρτεμη ήταν συχνά χτιμένοι είτε στα περιθώρια οικισμών, είτε σε μέρη όπου η μορφολογία του εδάφους ήταν μεταβλητή, για παράδειγμα σε έλη ή σε υδάτινους κόμβους.
Η Άρτεμις στην Ελληνική Μυθολογία
Η Άρτεμις παίζει ελάσσονα ρόλο στην πλοκή του Τρωικού Πολέμου, όπως καταγράφηκε στην Ιλιάδα του Ομήρου και περιγράφεται σε μεγάλη συχνότητα ως "η τοξότρια θεά", ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ως "η θεά του βροντερού κυνηγιού" και "η άγρια αρχόντισσα των άγριων θηρίων". Παρέχοντας την στήριξη της προς τους Τρώες, συγκεκριμένα θεραπεύει τον Αινεία, ο οποίος είχε τραυματιστεί από τον Διομήδη. Επιπλέον, ο Ησίοδος στη Θεογονία συχνά την αποκαλεί ως «η Άρτεμις που ρίχνει βέλη».
Ένα αξιοσημείωτο επεισόδιο στην αρχή του Τρωικού Πολέμου, στο οποίο ενεπλάκη η θεά, αποτελεί η διάσωση της Ιφιγένειας, της κόρης του Αγαμέμνονα. Ο βασιλιάς είχε προκαλέσει τη δυσαρέσκεια της θεάς όταν σκότωσε ένα από τα ελάφια της σε ένα ιερό άλσος. Ως τιμωρία, η Άρτεμις προκάλεσε άπνοια στον στόλο των Αχαιών, με τη θυσία της Ιφιγένειας να αποτελεί το μοναδικό τρόπο για να κατευνάσει τη θεά και να εγγυηθεί ούριο άνεμο. Ο Αγαμέμνονας υπακούοντας στην υπόδειξή της προσέφερε την κόρη του για θυσία. Ωστόσο, την τελευταία στιγμή η Άρτεμις από οίκτο αντικατέστησε ένα ελάφι στη θέση της Ιφιγένειας, την οποία μετάφερε στο ιερό της στην Ταυρίδα όπου την έκανε ιέρεια.
Ωστόσο άλλες αναφορές σχετικά με την Άρτεμις, καταγράφουν μια λιγότερο συμπονετική έκφανση του χαρακτήρα της. Αναφέρεται ότι σκότωσε τον κυνηγό Ωρίωνα αφότου αποπειράθηκε να βιάσει είτε την ίδια τη θεά είτε μία από τις ακολούθους της. Ακόμη, η Άρτεμις μετέτρεψε μια από τις συνοδούς της, την Καλλιστώ, σε αρκούδα όταν συνδέθηκε ερωτικά με τον Δία, ο οποίος μετέπειτα μετέτρεψε εκείνη και τον γιό της Αρκά στους αστερισμούς της Μικρής και Μεγάλης Άρκτου (ωστόσο όχι πριν ο Αρκάς εδραιώσει το έθνος των Αρκάδων). Επίσης, η θεά χρησιμοποίησε το τόξο της για να σκοτώσει τα έξι (ή βάσει άλλων αναφορών επτά) παιδιά της Νιόβης όταν καυχήθηκε ότι έχει καλύτερη αναπαραγωγική ικανότητα από την Λητώ. Ένα άλλο σχετικό περιστατικό αφορά τον κυνηγό Ακταίων τον οποίο η Άρτεμις μεταμόρφωσε σε αρσενικό ελάφι όταν εκείνος καυχήθηκε ότι είναι ο καλύτερος κυνηγός, ή βάσει άλλων αναφορών, επειδή παρακολούθησε την θεά όσο εκείνη λουζόταν στο δάσος. Μετά την μεταμόρφωσή του, ο Ακταίων βρήκε τραγικό θάνατο από τα 50 σκυλιά του που τον κατασπάραξαν. Τέλος, η Άρτεμις έστειλε έναν τεράστιο κάπρο για να καταστρέψει την πόλη της Καλυδώνας, όταν οι κάτοικοι παραμέλησαν να κάνουν θυσία για εκείνη. Έτσι οργανώθηκε μια ομάδα ηρωών αποτελούμενη από τον Θησέα, τον Ιάσονα, τους Διόσκουρους, την Αταλάντη, και τον Μελέαγρο για να σκοτώσουν τον κάπρο και να τον θυσιάσουν προς τιμήν της θεάς. Ύστερα από μια μακρά εκστρατεία, η Αταλάντη και ο Μελέαγρος κατάφεραν να σκοτώσουν την αρκούδα.
Ο ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο
Ως θεά της γονιμότητας, η Άρτεμις Εφεσία λατρευόταν στην Έφεσο, κοντά στον τόπο όπου πολλοί πίστευαν ότι γεννήθηκε, την Ορτυγία. Εκεί η λατρεία της περιελάμβανε στοιχεία από ανατολικές θρησκείες (τα οποία αποτελούσαν δάνεια θεές όπως η ίσιδα, η Κυβέλη, και η "Πότνια Θηρών"), ενώ κύρια σύμβολά της αποτελούσαν η μέλισσα, η χουρμαδιά, και το ελάφι. Ο διάσημος ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο (η ίδρυση του οποίου ξεκίνησε περίπου στα 550 π.Χ.), μετά από ένα αιώνα εργασιών, αντιστοιχούσε σε μέγεθος σχεδόν διπλάσιο από του Παρθενώνα στην Αθήνα και θεωρήθηκε ένα από τα Επτά Θαύματα του Αρχαίου Κόσμου. Ο ναός αποτελείτο από 127 κίονες, ενώ πάνω οι επιστύλιοι λίθοι ήταν τόσο βαρείς, που έκαστοι ζύγιζαν περίπου 24 τόνοι. Γι’αυτό οι Εφέσιοι απέδιδαν στην ίδια τη θεά ότι συνέβαλε στην κατασκευή του ναού. Μέσα στο ναό υπήρχε ένα τεράστιο λατρευτικό άγαλμα της θεάς, που ήταν φτιαγμένο από ξύλο κέδρου. Σήμερα, από τον ναό έχουν απομείνει τα θεμέλια καθώς και ένα κίονας ο οποίος αναστηλώθηκε μετά από σύνθεση διαφόρων καταλοίπων.
Άλλοι Τόποι Λατρείας
Άλλοι γνωστοί τόποι λατρείας της θεάς αποτέλεσαν τα ιερά στη Βραυρώνα, στην Ταυρίδα, στη Μαγνησία, στην Πέργη, και στη Δήλο, όπου η θεά γεννήθηκε σύμφωνα με μερικές εκδοχές του μύθου, και βοήθησε στη γέννηση του αδερφού της, Απόλλωνα. Στη Βραυρώνα, στην Ανατολική ακτή της Αττικής, ένας ναός και μία ιερή πηγή βρισκόταν σε χρήση από τον 8ο έως και τον 3ο αι. π.Χ, όπου πραγματοποιούνταν ιερές τελετές που συμβόλιζαν μετάβαση των νεαρών κοριτσιών και των μέλλουσων νυφών προς την ενηλικίωση. Αν και δεν είναι σαφές τί είδους θρησκευτικές τελετές πραγματοποιούνταν εκεί, έχουν βρεθεί κεραμικά αγγεία, τα οποία χρησιμοποιούνταν για την τέλεση σπονδών στο ιερό και διαθέτουν ζωγραφικό διάκοσμο που αποτυπώνουν κορίτσια να τρέχουν και να χορεύουν. Στις Σάρδεις, στην περιοχή της Λυδίας (Δυτική Τουρκία) ο τέταρτος μεγαλύτερος ιωνικού ρυθμού Ελληνικός ναός χτίστηκε για να τιμήσει την θεά γύρω στα 300 π.Χ, ο οποίος ανακαινίστηκε από τους Ρωμαίους τον 2ο αι. μ.Χ., οι οποίοι λάτρευαν την θεά με το όνομα Ντιάνα. Στη Σπάρτη και στην Αθήνα (μετά τη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ.), η Άρτεμις λατρεύτηκε ως Άρτεμις Αγροτέρα και θεωρήθηκε ως θεά του πολέμου. Συγκεκριμένα, οι Σπαρτιάτες πριν από κάθε μάχη θυσίαζαν μία κατσίκα προς τιμήν της, ενώ οι Αθηναίοι προσέφεραν μια ετήσια θυσία 500 εριφίων.
Πως αναπαραστάθηκε η Άρτεμις στην Τέχνη?
Η Άρτεμις αναπαραστάθηκε με μεγαλύτερη συχνότητα στην αρχαία Ελληνική τέχνη ως μια όμορφη παρθένα κυνηγός με ασημένια φαρέτρα και τόξο είτε, εναλλακτικά με δόρυ. Η θεά συχνά συνοδευόταν με ένα ελάφι, ή ένα αρσενικό ελάφι, ή ένα κυνηγόσκυλο, και περιστασιακά να φορά δέρμα αιλουροειδών. Επιπλέον πρώιμες απεικονίσεις δίνουν έμφαση στο ρόλο της Αρτέμιδος ως θεά των ζώων και την αποτυπώνουν με φτερά να κρατάει ένα πουλί ή ένα ζώο σε κάθε χέρι. Για παράδειγμα, στις ζωγραφιστές αναπαραστάσεις που βρισκονται στις λαβές του διάσημου αγγείου του Φρανσουά (570-565 π.Χ.). Συγκεκριμένα, στον διάκοσμο της μιας λαβής η θεά απεικονίζεται να κρατάει έναν πάνθηρα και ένα αρσενικό ελάφι, ενώ στην άλλη να κρατάει δύο λιονταρια. Επίσης σε μεταγενέστερα Αττικά μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, η θεά απεικονίζεται να κρατά μια δάδα.
Μια εξέχουσα γλυπτή αναπαράσταση της θεάς βρίσκεται στην ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα όπου απεικονίζεται να κάθεται ανάμεσα στον Απόλλωνα και στην Αφροδίτη με τον Έρωτα (π. 440 π.Χ.). Η θεά τραβάει το ιμάτιό της για να καλύψει καλύτερα τον εαυτό της, αποτελώντας ενδεχομένως μία αναφορά στην αγνότητά της. Μια μεταγενέστερη και πιθανώς πιο διάσημη αναπαράστασή της είναι ως κυνηγός που να πιάνει με εντυπωσιακό τρόπο τα κέρατα ενός αρσενικού ελαφιού. Πρόκειται για μία πόζα που αποτυπώθηκε σε μάρμαρο από έναν Ρωμαίο γλύπτη που αντέγραψε ένα χαμένο πρωτότυπο Ελληνικό έργο που αποδόθηκε στον γλύπτη Λεωχάρη (π. 325 π.Χ.). Το έργο αυτό είναι γνωστό ως Η Ντιάνα των Βερσαλλιών, και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.
Η Άρτεμις συνέχισε να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος από τους Ρωμαίους, ενώ στο Μουσείο του Βατικανού στη Ρώμη εκτίθεται ένα μαρμάρινο άγαλμα του 2ου αι. μ.Χ. όπου η θεά εμφανίζεται να φέρει τόξο σε θέση βολής μαζί με ένα κυνηγόσκυλο. Ένα επιπλέον στοιχείο στην γλυπτή αναπαράσταση αφορά το μισοφέγγαρο που φέρει η θεά στο κεφάλι της, το οποίο υπενθυμίζει τον συσχετισμό της με το ουράνιο σώμα. Τέλος, η σχέση της Αρτέμιδος με την γονιμότητα, που ήταν ιδιαίτερη διαδεδομένη στην Έφεσο, φαίνεται με τον καλύτερο τρόπο σε ένα μαρμάρινο άγαλμα που βρέθηκε εκεί, όπου η θεά απεικονίζεται να είναι καλυμμένη από ένα γλυπτό διάκοσμο από μικρά αυγά και ζώα. Το συγκεκριμένο άγαλμα χρονολογείται περίπου στα 125-175 μ.Χ., και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Σελτσούκ στην Τουρκία.