Η Μεσοποταμία – όνομα που σημαίνει «η γη ανάμεσα σε δύο ποταμούς», τον Τίγρη και τον Ευφράτη – είναι η γεωγραφική περιοχή που αντιστοιχεί στο σημερινό Ιράκ και τμήματα του Ιράν, της Συρίας και της Τουρκίας. Θεωρείται το «λίκνο του πολιτισμού» λόγω των πολλών εφευρέσεων και καινοτομιών που πρωτοεμφανίστηκαν εκεί, από το 10.000 π.Χ. μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ. Κατά την Προκεραμική Νεολιθική Εποχή, οι άνθρωποι μετατοπίστηκαν σταδιακά από το πρότυπο του κυνηγού-τροφοσυλλέκτη στη γεωργία, δημιουργώντας εποχιακές κοινότητες που έγιναν μόνιμες κατά την Νεολιθική Εποχή (π. 7000 π.Χ.) και αποτέλεσαν τη βάση για την ανάπτυξη των πόλεων στη διάρκεια της Χαλκολιθικής Περιόδου (5900-3200 π.Χ.). Η τελευταία εποχή περιλαμβάνει την περίοδο Ουμπέιντ (Ubaid – π. 5000-4100 π.Χ.), κατά την οποία ανεγέρθηκαν οι πρώτοι ναοί (κλιμακωτοί πύργοι γνωστοί ως ζιγκουράτ με ένα ιερό στην κορυφή), δημιουργήθηκε περίπλοκη τέχνη και κεραμική και κατασκευάστηκαν χάλκινα εργαλεία.
Η περίοδος αυτή και η μεταγενέστερη Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3000-2119 π.Χ.) συμπίπτουν με την περίοδο Ουρούκ (Uruk – 4100-2900 π.Χ.), κατά την οποία αναπτύχθηκαν οι πόλεις, το εμπόριο, η κυβέρνηση και η έννοια της ιδιωτικής ιδιοκτησίας της γης. Η περιοχή δεν αποτέλεσε ποτέ μια μοναδική, ενιαία πολιτική οντότητα, ακόμα και όταν βρέθηκε υπό τον έλεγχο των πρώτων αυτοκρατοριών του κόσμου και η ποικιλομορφία του πληθυσμού ενθάρρυνε τη φαντασία στην καινοτομία σε κάθε τομέα της καθημερινής ζωής, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας, του εμπορίου, της πολιτικής θεωρίας, του πολέμου, καθώς και της δημιουργίας του ψωμιού, της μπύρας και των φυλαχτών για καλή τύχη.
Πολλές από τις πιο συνηθισμένες πτυχές της καθημερινότητας, καθώς επίσης τα θεολογικά πρότυπα και τα πολιτικά συστήματα, εμφανίστηκαν πρώτα στη Μεσοποταμία. Ο πληθυσμός ομογενοποιήθηκε σχετικά, μόνο μετά τον 7ο αι. μ.Χ., μετά τις αραβικές κατακτήσεις που επέβαλαν και ρύθμισαν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και τα έθιμα. Παρακάτω παρατίθενται δέκα ιστορικά δεδομένα για την περιοχή, τα οποία συχνά παραβλέπονται ή έχουν διαστρεβλωθεί.
Χώρα της Εύφορης Ημισελήνου
Η Εύφορη Ημισέληνος είναι η περιοχή της αρχαίας Μεσοποταμίας που έχει σχήμα ημισελήνου και αντιστοιχεί στο σημερινό νότιο Ιράκ, τη Συρία, το Λίβανο, την Ιορδανία, το Ισραήλ και τη βόρεια Αίγυπτο. Είναι ο τόπος που συνήθως αναφέρεται ως «το λίκνο του πολιτισμού» λόγω των πολιτιστικών και τεχνολογικών εξελίξεων που έγιναν εκεί, οι οποίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
- τις γεωργικές τεχνικές
- την εξημέρωση των ζώων
- την αστρολογία και την ανάπτυξη του ζωδιακού κύκλου
- την έννοια του χρόνου
- την επιστήμη και την τεχνολογία
- τον τροχό
- τη γραφή και τη λογοτεχνία
- τη θρησκεία
- τα μαθηματικά και την αστρονομία
- το εμπόριο σε μεγάλες αποστάσεις
- τις ιατρικές πρακτικές (συμπεριλαμβανομένης της οδοντιατρικής).
Η ονομασία «Εύφορη Ημισέληνος» θεωρείται συχνά ότι προέρχεται από την αρχαιότητα, αλλά στην πραγματικότητα επινοήθηκε το 1916 από τον αιγυπτιολόγο James Henry Breasted, στο δημοφιλές βιβλίο του Ancient Times: A History of the Early World. Η δημοτικότητα του βιβλίου καθιέρωσε την ευρεία χρήση του όρου, μέχρι που αυτός εισήλθε στην πολιτιστική συνείδηση ως το όνομα της περιοχής.
Η επινόηση της γραφής, του τροχού και της πόλης
Η γραφή αναπτύχθηκε ανεξάρτητα σε πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου, από την Κίνα ως την Μεσοαμερική, αλλά η Μεσοποταμία θεωρείται ότι ήταν η πρώτη που δημιούργησε πριν από το 3000 π.Χ., ένα σύστημα γραφής που είναι γνωστό ως σφηνοειδής γραφή. Ο τροχός προήλθε, επίσης, από την περιοχή (π. 3500 π.Χ.), σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς ότι εφευρέθηκε στην Κεντρική Ασία. Ο αρχαιότερος τροχός στον κόσμο, που χρονολογείται γύρω στο 3200 π.Χ. (γνωστός ως Τροχός των Ελών της Λιουμπλιάνα) ανακαλύφθηκε στη Σλοβενία το 2002 μ.Χ., γεγονός που έδωσε αφορμή για τον ισχυρισμό ότι οι άνθρωποι της Κεντρικής Ασίας εφηύραν τον τροχό. Ωστόσο, ο τροχός της Μεσοποταμίας προηγήθηκε, όπως αποδεικνύεται από την εμφάνισή του στην μεσοποταμιακή τέχνη πριν από το π. 3200 π.Χ.
Η εφεύρεση της πόλης συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες καινοτομίες των λαών της Μεσοποταμίας, δεδομένου ότι η έννοια αυτή, αν και πολύ διαδεδομένη σήμερα, δεν δεν είχε υπάρξει πριν. Οι πόλεις αναπτύχθηκαν κατά την περίοδο Ουρούκ, όταν μικρές αγροτικές κοινότητες, οι οποίες ευημερούσαν, προσέλκυσαν τους κατοίκους των γειτονικών περιοχών που ίσως δεν τα πήγαιναν και τόσο καλά. Οι πόλεις της Μεσοποταμίας παρείχαν στους κατοίκους τους προστασία από τα στοιχεία της φύσης, τους φυσικούς θηρευτές και τους επιδρομείς, ενώ παράλληλα άνοιγαν νέες ευκαιρίες για βιοπορισμό. Από αυτή την άποψη, αρχικά ήταν ένα μεγάλο όφελος για τους ανθρώπους. Όμως, τελικά, ο πυκνός πληθυσμός των πόλεων και η επέκτασή τους, εξάντλησαν τους πόρους γύρω τους. Πολλές πόλεις της Μεσοποταμίας, που αρχικά θεωρήθηκε από τους αρχαιολόγους ότι καταστράφηκαν σε πολέμους, στην πραγματικότητα εγκαταλείφθηκαν όταν εξαντλήθηκαν οι πόροι.
Ο πρώτος καταγεγραμμένος πόλεμος
Μεταξύ των σημαντικότερων πόρων της περιοχής ήταν το νερό και πιθανότατα, αυτό ήταν και η αιτία του πρώτου πολέμου στην καταγεγραμμένη ιστορία. Το 2700 π.Χ. περίπου, ο Σουμέριος βασιλιάς Ενμεμπαραγκέσι της πόλης Κις, οδήγησε το λαό του σε μια εκστρατεία εναντίον της περιοχής του Ελάμ (που αντιστοιχεί σε τμήματα του σημερινού Ιράν), νίκησε και μετέφερε τα λάφυρα πίσω στη Μεσοποταμία. Αυτό είναι το μόνο που είναι γνωστό για την εμπλοκή, αλλά είναι πιθανό η αρχική διαμάχη να προέκυψε για τα δικαιώματα (πρόσβαση) στο νερό και το γεγονός αυτό είναι σημαντικό ως παράδειγμα της σύμπραξης των πόλεων-κρατών της Σουμερίας για έναν κοινό σκοπό. Όπως και οι ελληνικές πόλεις – κράτη, οι σουμεριακές πόλεις πολεμούσαν μεταξύ τους, αλλά όταν το επέβαλε η ανάγκη, συνεργάζονταν για να προστατεύσουν τα κοινά τους συμφέροντα.
Η εφεύρεση της μπύρας
Ανάμεσα στις πολλές χρήσεις που βρήκαν οι Μεσοποτάμιοι για το νερό – με προτεραιότητα την άρδευση των καλλιεργειών – ήταν και η παρασκευή μπύρας. Η μπύρα θεωρούνταν το «ποτό των θεών» και η παραγωγή της τελούσε υπό την αιγίδα της θεάς Νινκάσι (δανείζει το όνομά της στη σύγχρονη ζυθοποιία Ninkasi Brewing Company στο Όρεγκον των ΗΠΑ), η οποία εξασφάλιζε την καθαρότητά της. Η μπύρα ήταν το πιο δημοφιλές ποτό στην αρχαία Μεσοποταμία, καθώς περιείχε τόσα πολλά και σημαντικά θρεπτικά συστατικά που θεωρούνταν ως τροφή και χρησιμοποιούνταν για την πληρωμή των μισθών των εργατών (όπως αργότερα στην Αίγυπτο). Ο μελετητής Τζέρεμι Μπλακ σχολιάζει:
Η μπύρα αποτελούσε βασικό τρόφιμο στη Μεσοποταμία και τα περίχωρά της από την προϊστορική εποχή, καθώς η διαδικασία ζύμωσης ήταν μια αποτελεσματική μέθοδος εξόντωσης βακτηρίων και ασθενειών που μεταδίδονταν με το νερό. Η παραγωγή της καταγράφεται και ελέγχεται από γραφείς ακόμη και στα πρώτα γραπτά αρχεία των τελών της 4ης χιλιετίας π.Χ. Η μπύρα καταναλωνόταν από ανθρώπους όλων των κοινωνικών στρωμάτων και προσφερόταν στους θεούς και στους νεκρούς σε τελετουργίες σπονδών. (297)
Η συνταγή για την παρασκευή μπύρας διατηρήθηκε από τους Σουμέριους στον Ύμνο στη Νινκάσι, τον οποίο πιστεύεται ότι τραγουδούσαν οι ζυθοποιοί καθώς δούλευαν.
Χώρα των πρώτων πρωτιών
Υπάρχουν πολλές «πρωτιές» που συνδέονται με την αρχαία Μεσοποταμία, ειδικά με τη Σουμερία. Ο μελετητής Samuel Noah Kramer παραθέτει και συζητά 39 από αυτές, στο σημαίνον έργο του History Begins at Sumer. Οι 39 «πρωτιές» που ακολουθούν είναι μόνο αυτές που επέλεξε να εξετάσει ο Kramer, αλλά υπάρχουν πολλές ακόμα:
- Τα πρώτα σχολεία
- Η πρώτη περίπτωση κολακείας
- Η πρώτη περίπτωση νεανικής παραβατικότητας
- Ο πρώτος «πόλεμος νεύρων»
- Το πρώτο διθάλαμο κογκρέσο
- Ο πρώτος ιστορικός
- Η πρώτη περίπτωση μείωσης φόρων
- Ο πρώτος «Μωυσής»
- Το πρώτο νομικό προηγούμενο
- Η πρώτη φαρμακοποιία
- Ο πρώτος καζαμίας
- Το πρώτο πείραμα στην καλλιέργεια δέντρων σκιάς
- Η πρώτη κοσμογονία και κοσμολογία του ανθρώπου
- Τα πρώτα ηθικά ιδεώδη
- Η πρώτη ληστεία
- Οι πρώτες παροιμίες και γνωμικά
- Οι πρώτοι μύθοι με ζώα
- Οι πρώτες λογοτεχνικές συζητήσεις
- Τα πρώτα παράλληλα βιβλικά χωρία
- Ο πρώτος «Νώε»
- Η πρώτη ιστορία ανάστασης
- Ο πρώτος «Άγιος Γεώργιος»
- Η πρώτη περίπτωση λογοτεχνικού δανεισμού
- Η πρώτη ηρωική εποχή του ανθρώπου
- Το πρώτο ερωτικό τραγούδι
- Ο πρώτος κατάλογος βιβλιοθήκης
- Η πρώτη χρυσή εποχή του ανθρώπου
- Η πρώτη «αρρωστημένη» κοινωνία
- Οι πρώτοι λειτουργικοί θρήνοι
- Οι πρώτοι Μεσσίες
- Ο πρώτος πρωταθλητής μεγάλων αποστάσεων
- Οι πρώτες λογοτεχνικές εικόνες
- Ο πρώτος σεξουαλικός συμβολισμός
- Η πρώτη Mater Dolorosa
- Το πρώτο νανούρισμα
- Το πρώτο λογοτεχνικό πορτρέτο
- Οι πρώτες ελεγείες
- Η πρώτη νίκη των εργατών
- Το πρώτο ενυδρείο
Ανάμεσα στις «πρωτιές» που δεν βρίσκονται στην παραπάνω λίστα, είναι το πρώτο κολάρο και λουρί σκύλου, που εμφανίζεται στην πρώιμη μεσοποταμιακή τέχνη. Τα πρώιμα περιλαίμια σκύλων φαίνεται ότι δεν ήταν τίποτε περισσότερο από σχοινιά ή δερμάτινες ταινίες δεμένες γύρω από το λαιμό του σκύλου, αλλά έγιναν προοδευτικά πιο περίτεχνα καθώς αναπτυσσόταν ο πολιτισμός. Ως τέχνη, το περιλαίμιο του σκύλου τελειοποιήθηκε από τους Αιγυπτίους κατά την εποχή του Νέου Βασιλείου (περ. 1570 - 1069 π.Χ.), όταν τα κολάρα των σκύλων διακοσμήθηκαν με τα ονόματα του ζώου και του ιδιοκτήτη, αλλά η ιδέα του ίδιου του κολάρου αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στη Μεσοποταμία.
Η πρώτη πολυπολιτισμική αυτοκρατορία
Άλλη μια «πρωτιά» της Μεσοποταμίας ήταν ότι αποτέλεσε την πρώτη πολυπολιτισμική αυτοκρατορία του κόσμου, την Ακκαδική Αυτοκρατορία (2334 - π. 2083 π.Χ.), την οποία ίδρυσε ο Σαργών της Ακκάδ (ο Μέγας, β. 2334-2279 π.Χ.). Η ακριβής τοποθεσία της είναι άγνωστη, αλλά σύμφωνα με τις επιγραφές του Σαργώνος, η αυτοκρατορία εκτεινόταν από τον Περσικό Κόλπο ως το νησί της Κύπρου, στις περιοχές του σημερινού Κουβέιτ, του Ιράκ, της Ιορδανίας, της Συρίας, και πιθανότατα του Λεβάντε και της Μικράς Ασίας. Ο Σαργών διατήρησε την αυτοκρατορία του ακέραια, τοποθετώντας έμπιστα άτομα - άνδρες και γυναίκες - σε θέσεις πολιτικής εξουσίας σε ολόκληρη την επικράτεια. Οι αξιωματούχοι αυτοί αναφέρονται ως «πολίτες της Ακκάδ» σε μεταγενέστερα βαβυλωνιακά κείμενα και υπηρέτησαν ως κυβερνήτες, αρχιερείς και αρχιέρειες ή υψηλόβαθμοι διοικητικοί υπάλληλοι σε πάνω από 65 διαφορετικές πόλεις. Μία από αυτούς τους έμπιστους αξιωματούχους ήταν η κόρη του Σαργώνος, Ενχεντουάννα (2285-2250 π.Χ.), αρχιέρεια της θεάς Ιννάνα στην πόλη Ουρ. Παρόλο που ο Σαργών φρόντιζε να διατηρεί αυστηρό έλεγχο, χωρίς να καταπιέζει τον λαό, εντούτοις ξεσπούσαν εξεγέρσεις. Η αυτοκρατορία διατήρησε τη συνοχή της μέχρι την εποχή του σπουδαιότερου βασιλιά της, εγγονού του Σαργώνος, του Ναράμ-Σιν (2261-2224 π.Χ.), αλλά παρήκμασε επί του γιου και διαδόχου του, Σαρ-Καλί-Σαρρί (2223-2198 π.Χ.) και τελικά υποτάχθηκε στους Γκούτιους γύρω στο 2083 π.Χ.
Η πρώτη επώνυμη συγγραφέας
Η Ενχεντουάννα δεν ήταν μόνο αρχιέρεια που βοηθούσε στη διατήρηση της αυτοκρατορίας του πατέρα της στη Σουμερία, αλλά ήταν και μια καταξιωμένη ποιήτρια και η πρώτη συγγραφέας που έγινε γνωστή με το όνομά της στην παγκόσμια ιστορία. Είναι περισσότερο γνωστή για τους τρεις μεγάλους ύμνους της προς τη θεά Ινάννα: Η μεγαλόκαρδη δέσποινα, Η εξύψωση της Ινάννα και Η θεά των φοβερών δυνάμεων, αλλά έγραψε επίσης 42 ποιήματα που αναφέρονται στα προσωπικά της συναισθήματα για διάφορα θέματα. Ο μελετητής Stephen Bertman σχολιάζει:
Οι ύμνοι μας παρέχουν τα ονόματα των κυριότερων θεοτήτων που λάτρευαν οι Μεσοποτάμιοι και μας λένε που βρίσκονται οι κυριότεροι ναοί τους, [αλλά] είναι οι προσευχές τους που μας διδάσκουν για την ανθρωπότητα, γιατί στις προσευχές συναντάμε τις ελπίδες και τους φόβους της καθημερινής θνητής ζωής. (172)
Τα ποιήματά της και οι ύμνοι της ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς και επηρέασαν τους μεταγενέστερους ύμνους, τα τραγούδια, τα ποιήματα και τους ψαλμούς, ιδίως εκείνους της βιβλικής Παλαιάς Διαθήκης.
Η εφεύρεση της λογοτεχνίας
Οι Μεσοποτάμιοι όχι μόνο επηρέασαν την ανάπτυξη των ιερών λειτουργικών κειμένων, αλλά επινόησαν και τη λογοτεχνία, ξεκινώντας με το Έπος του Γκιλγκαμές (γραμμένο γύρω στο 2150-1400 π.Χ.), το οποίο αφηγείται την ιστορία του ημι-μυθικού βασιλιά της Ουρούκ, Γκιλγκαμές, και την αναζήτησή του για το νόημα της ζωής μπροστά στον αναπόφευκτο θάνατο. Αρχικά, το έργο περνούσε προφορικά από γενιά σε γενιά, μέχρι να λάβει γραπτή μορφή. Πριν από την ανακάλυψη του έργου της Ενχεντουάννα, ο πρώτος επώνυμος συγγραφέας του κόσμου θεωρήθηκε ότι ήταν ο Βαβυλώνιος γραφέας Σιν-Λεκί-Ουννίνι (εργάστηκε μεταξύ 1300-1000 π.Χ.), ο οποίος έγραψε τη βαβυλωνιακή εκδοχή του έπους. Το Έπος του Γκιλγκαμές, μια φανταστική ιστορία βασισμένη σε έναν πραγματικό βασιλιά, είναι αντιπροσωπευτικό ενός είδους που είναι γνωστό στους σύγχρονους μελετητές ως Μεσοποταμιακή Λογοτεχνία Ναρού και πρωτοεμφανίστηκε γύρω στη 2η χιλιετία π.Χ. Αυτοί οι μύθοι παρουσίαζαν ένα διάσημο πρόσωπο (συνήθως έναν βασιλιά) να πρωταγωνιστεί σε μια φανταστική ιστορία, το θέμα της οποίας ήταν συνήθως η σχέση του ατόμου αυτού με τους θεούς, αλλά μπορούσε να αφορά σε οποιοδήποτε θέμα. Τα δύο πιο γνωστά παραδείγματα λογοτεχνίας Ναρού της Μεσοποταμίας, εκτός από τον Γκιλγκαμές, είναι ο Θρύλος του Σαργώνος – που αναφέρεται στην ταπεινή γέννηση και την άνοδο του Σαργώνος του Μέγα στην εξουσία – και η Κατάρα της Ακκάδ – που ασχολείται με τον Ναράμ-Σιν. Οι ιστορίες αυτές ήταν πολύ δημοφιλείς σε ολόκληρη τη Μεσοποταμία και επηρέασαν τους μεταγενέστερους συγγραφείς, πιθανότατα και τους γραφείς που συνέταξαν τις βιβλικές διηγήσεις για τη ζωή και τη διακονία του Ιησού Χριστού, οι οποίες συνθέτουν τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης.
Οι μύθοι γίνονται βιβλικές αφηγήσεις
Το αν η λογοτεχνία Ναρού επηρέασε άμεσα την σύνθεση των Ευαγγελίων, αμφισβητείται – αν και η μορφή των συνθέσεων είναι παρόμοια, δεδομένου ότι τα Ευαγγέλια διαθέτουν και αυτά έναν κεντρικό χαρακτήρα που ήταν ευρέως γνωστός και τοποθετείται σε καταστάσεις που μπορεί να συνέβησαν ή να μην συνέβησαν στην πραγματικότητα – αλλά είναι βέβαιο ότι οι μύθοι της Μεσοποταμίας επηρέασαν τις βιβλικές ιστορίες της πτώσης του ανθρώπου και του κατακλυσμού του Νώε, καθώς και το βιβλίο του Ιώβ. Όλες αυτές οι ιστορίες είναι διασκευές των μεσοποταμιακών έργα Ο μύθος του Αντάπα, Η Γένεση της Εριντού, Ο Ατραχάσις και το Ludlul-Bel-Nimeqi (εγώ θα δοξάσω τον Κύριο της Σοφίας), το οποίο πραγματεύεται τον θρήνο ενός καλού ανθρώπου για τις ατυχίες του και τα ερωτήματά του σχετικά με τη δικαιοσύνη των θεών. Πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ευρωπαϊκά και αμερικανικά ιδρύματα χρηματοδότησαν αποστολές στη Μεσοποταμία για την ανακάλυψη υλικών αποδείξεων που θα επιβεβαίωναν τις βιβλικές αφηγήσεις, η Βίβλος θεωρούνταν ως το αρχαιότερο βιβλίο στον κόσμο που περιείχε εξ ολοκλήρου πρωτότυπα έργα. Στη συνέχεια, έγινε κατανοητό ότι τα έργα αυτά ήταν επηρεασμένα ή προσαρμοσμένα από τα έργα της Μεσοποταμίας.
Οι πρώτοι κώδικες νόμων
Αν και ο κώδικας του Βαβυλώνιου βασιλιά Χαμουραμπί (β. 1792-1750 π.Χ.) είναι ευρέως γνωστός, δεν ήταν ο πρώτος κώδικας νόμων του κόσμου, ούτε καν ο πρώτος στη Μεσοποταμία. Ο αρχαιότερος νομικός κώδικας είναι ο Κώδικας του Ουρουκαγκίνα, του 24ου αι. π.Χ. και ο δεύτερος παλαιότερος είναι ο Κώδικας του Ουρ-Ναμμού (β. 2047-2030 π.Χ.), ιδρυτή της Τρίτης Δυναστείας της Ουρ στη Σουμερία, με την οποία αρχίζει η περίοδος Ουρ ΙΙΙ (2047-1750 π.Χ.). Είναι πιθανό ο Κώδικας του Ουρ-Ναμμού να γράφτηκε στην πραγματικότητα από τον γιο και διάδοχό του, Σουλγκί (β. 2029-1982 π.Χ.), αλλά σε αυτήν την περίπτωση, ήταν πιθανότατα είτε βασισμένο στον κώδικα του πατέρα του είτε γραμμένο σύμφωνα με τις εντολές του πατέρα του. Ο μελετητής Paul Kriwaczek, σχολιάζει:
Μολονότι δεν αποτελεί πραγματικό κώδικα δικαίου, καθώς απέχει πολύ από το να είναι εμπεριστατωμένος και, όπως λένε ορισμένοι, δεν εισήχθη καν από τον Ουρ – Ναμμού, αλλά από τον γιο του, Σουλγκί, είτε είναι κώδικας είτε όχι, παρότι σώζονται μόνο αποσπάσματα, είναι αρκετά για να δείξουν ότι κάλυπτε τόσο αστικά όσο και ποινικά ζητήματα. Μεταξύ των ποινικών διατάξεων, διευκρινίζει ποια πρέπει να είναι αδικήματα που τιμωρούνται με θάνατο: ο φόνος, η ληστεία, η αποπλάνηση της παρθένας συζύγου άλλου άνδρα και η μοιχεία όταν διαπράττεται από γυναίκα. Για άλλα αδικήματα, η ποινή ήταν ένα πρόστιμο σε ασήμι... Ο κώδικας του Ουρ-Ναμμού έρχεται σε αντίθεση με τους πιο διάσημους νόμους του Χαμουραμπί, που συντάχθηκαν περίπου τρεις αιώνες αργότερα, με τις σκληρές διατάξεις τύπου «οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος». (148-149)
Ο Κώδικας του Ουρ – Ναμμού θα επηρέαζε τον μεταγενέστερο Κώδικα του Χαμουραμπί στην αποσαφήνιση των ποινών για τα διάφορα αδικήματα και στη νομιμοποίησή του ως προερχόμενου από θεϊκή πηγή. Ο Κώδικας του Χαμουραμπί ήταν αναγκαστικά αυστηρότερος, επειδή εκείνος κυβερνούσε έναν πιο ποικιλόμορφο πληθυσμό, ο οποίος δεν μοιραζόταν το ίδιο θεολογικό όραμα σχετικά με τους θεούς και την απονομή της δικαιοσύνης.
Συμπέρασμα
Τα παραπάνω είναι μόνο ένα μέρος από τη συνεισφορά των Μεσοποτάμιων στον παγκόσμιο πολιτισμό. Ήταν επίσης πρωτοπόροι στη χαρτογραφία, αναπτύσσοντας χάρτες μεταξύ του 2360-2180 π.Χ. Επηρέασαν την ελληνική φιλοσοφία μέσω του προσωκρατικού φιλοσόφου Θαλή του Μιλήσιου (π. 585 π.Χ.), ο οποίος σπούδασε στη Βαβυλώνα και υποστήριξε ότι το νερό ήταν η αρχή της ύπαρξης, με βάση όσα έμαθε εκεί. Οι έννοιες του πολεοδομικού σχεδιασμού και της οριοθέτησης, επίσης αναπτύχθηκαν στη Μεσοποταμία, όπου η εμπορική περιοχή ήταν διακριτή από την οικιστική και οι δρόμοι των πόλων σχεδιάζονταν ώστε να διευκολύνουν τις μετακινήσεις. Η Ασσυριακή Αυτοκρατορία (π. 1307-612 π.Χ.) ήταν η μεγαλύτερη στον αρχαίο κόσμο μέχρι τότε και η ασσυριακή αντίληψη περί Θεού θα επηρέαζε τις μεταγενέστερες μονοθεϊστικές αντιλήψεις.
Η Μεσοποταμία συνέχισε να είναι μια περιοχή ποικιλομορφίας και καινοτομίας μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ., όταν κατακτήθηκε από τους Άραβες μουσουλμάνους εισβολείς, οι οποίοι στη συνέχεια επέβαλαν τη θρησκεία και τις πολιτιστικές παραδόσεις τους. Όπως και στην αρχαία Περσία, τα αυτόχθονα συστήματα πεποιθήσεων και παραδόσεων τέθηκαν αρχικά εκτός νόμου, αλλά αργότερα αφομοιώθηκαν στον πολιτισμό των κατακτητών. Για όσους γνωρίζουν την ιστορία της Μεσοποταμίας, η περιοχή χαίρει ύψιστου σεβασμού ως κοιτίδα πολλών από τις πιο διαχρονικές πτυχές του παγκόσμιου πολιτισμού.