Το 1533 μ.Χ., η Αυτοκρατορία των Ίνκας ήταν η μεγαλύτερη στον κόσμο. Εκτεινόταν σε όλη τη δυτική Νότια Αμερική από το Κίτο στα βόρεια έως το Σαντιάγο στο νότο. Ωστόσο, η αδυναμία ενσωμάτωσης των κατακτημένων λαών, σε συνδυασμό με έναν εμφύλιο πόλεμο για τη διεκδίκηση του θρόνου και τις καταστροφικές επιδημίες που προήλθαν από την Ευρώπη, οδήγησαν την Αυτοκρατορία των Ίνκας στην κατάρρευση. Ο Φρανθίσκο Πιθάρο έφτασε στο Περού με μια πολύ μικρή δύναμη ανδρών που το μόνο τους ενδιαφέρον ήταν να θησαυρίσουν. Με ανώτερα όπλα και τακτικές, και πολύτιμη βοήθεια από ντόπιους πρόθυμους να επαναστατήσουν, οι Ισπανοί σάρωσαν τους Ίνκας σε λίγο περισσότερο από μια γενιά. Η άφιξη των Ευρωπαίων στον Νέο Κόσμο και η συνακόλουθη κατάρρευση της Αυτοκρατορίας των Ίνκας ήταν η μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή που συνέβη ποτέ στην Αμερική.
Η Αυτοκρατορία των Ίνκας
Οι ίδιοι οι Ίνκας αποκαλούσαν την αυτοκρατορία τους Ταγουαντινσούγιου που σημαίνει «Γη των τεσσάρων βασιλείων» ή «Γη των τεσσάρων τμημάτων». Το Κούσκο, η πρωτεύουσα, θεωρούνταν ο ομφαλός του κόσμου και από εκεί ξεκινούσαν δρόμοι και ιερά μονοπάτια (ceques) σε κάθε τέταρτο: το Τσιντσαϊσούγιου στο βορρά, το Αντισούγιου στην ανατολή, το Κουγιασούγιου στον νότο και το Κουντισούγιου στη δύση. Μια περιοχή από τον σημερινό Ισημερινό, το Περού, τη βόρεια Χιλή, τη Βολιβία, την Αργεντινή και τη νότια Κολομβία με μήκος 5.500 χλμ. από βορρά προς νότο με περίπου 10 εκατομμύρια κατοίκους που μιλούσαν πάνω από 30 διαφορετικές γλώσσες, την κυβερνούσαν μόλις 40.000 Ίνκας.
Οι Ίνκας πίστευαν ότι είχαν θεϊκό δικαίωμα να κυβερνούν τους κατακτημένους λαούς καθώς σύμφωνα με τη μυθολογία τους δημιουργήθηκαν στο Τιαουανάκο από τον θεό του ήλιου Ίντι. Κατά συνέπεια, θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως τους λίγους εκλεκτούς, τα «Παιδιά του Ήλιου», και ο κυβερνήτης των Ίνκας ήταν ο εκπρόσωπος και η ενσάρκωση του Ιντι στη γη. Πρακτικά αυτό σήμαινε ότι σε όλους τους ομιλητές της γλώσσας των Ίνκας Κέτσουα (ή Ρούνα Σίμι) δόθηκε προνομιακό καθεστώς, και αυτή η τάξη των ευγενών μονοπωλούσε τότε όλα τα σημαντικά πολιτικά, θρησκευτικά και διοικητικά αξιώματα εντός της αυτοκρατορίας.
Η άνοδος της Αυτοκρατορίας των Ίνκας ήταν εντυπωσιακά γρήγορη. Αν και το Κούσκο είχε γίνει σημαντικό κέντρο κάποια στιγμή στην Μέση Περίοδο (1000-1400 μ.Χ.), η διαδικασία περιφερειακής ενοποίησης ξεκίνησε μόλις από τα τέλη του 14ου αιώνα μ.Χ. και οι σημαντικές κατακτήσεις τον 15ο αιώνα μ.Χ. Η Αυτοκρατορία ήταν ακόμα νέα όταν κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη πρόκληση της.
Ο Πιθάρο και οι Κονκισταδόρες
Ο Φρανθίσκο Πιθάρο και ο σύντροφός του Ντιέγκο ντε Αλμάγκρο ήταν και οι δύο γύρω στα 50, από ταπεινή καταγωγή, και κανένας από τους δύο δεν είχε αποκτήσει φήμη στην πατρίδα τους, την Ισπανία. Τυχοδιώκτες και κυνηγοί θησαυρών, οδήγησαν μια μικρή ομάδα Ισπανών τυχοδιωκτών που ήθελαν να βρουν θησαυρούς παρόμοιους με αυτούς που είχαν βρει οι συμπατριώτες τους στον κόσμο των Αζτέκων του Μεξικού μια δεκαετία νωρίτερα. Πλέοντας στις ακτές του Ειρηνικού από τον Παναμά με δύο μικρές εμπορικές καραβελες, έψαξαν στην Κολομβία και στις ακτές του Ισημερινού, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν το χρυσάφι που αναζητούσαν τόσο απεγνωσμένα. Αυτή ήταν η τρίτη παρόμοια αποστολή του Πιθάρο και φαινόταν ως η τελευταία του ευκαιρία να αποκτήσει φήμη και δόξα.
Τότε, το 1528 μ.Χ., κάποιος Βαρτολομέ Ρουίθ (ο πιλότος της αποστολής) κατέλαβε μια σχεδία στα ανοιχτά της ακτής που ήταν γεμάτη θησαυρούς. Ίσως, τελικά, να υπήρχε κάτι που άξιζε να ψάξουν περισσότερο στη Νότια Αμερική. Ο Πιθάρο χρησιμοποίησε την ανακάλυψη ως μέσο για να εξασφαλίσει από τον Ισπανό βασιλιά Κάρολο Ε' το δικαίωμα να είναι κυβερνήτης οποιασδήποτε νέας περιοχής ανακάλυπτε παραχωρώντας στο Στέμμα το συνηθισμένο του ένα πέμπτο οποιουδήποτε θησαυρού έβρισκε. Με δύναμη 168 ανδρών, που περιελάμβανε 138 βετεράνους, 27 άλογα, πυροβολικό και έναν μοναχό, τον Βαλβέρδε, ο Πιθάρο κατευθύνθηκε προς τις Άνδεις.
Το 1531 μ.Χ., προχωρώντας αργά και προσεκτικά, έφτασε και κατέκτησε το Κοάκ στην ακτή του Ισημερινού και περίμενε ενισχύσεις. Αυτές έφτασαν τον επόμενο χρόνο και αύξησαν την ισπανική δύναμη σε 260 άνδρες από τους οποίους οι 62 ήταν ιππείς. Η δύναμη αυτή προχώρησε στην ακτή προς την περιοχή Τούμπες, λεηλατώντας και σκοτώνοντας τους ντόπιους κατοίκους. Προχωρώντας ξανά άρχισαν να βλέπουν σημάδια ενός ακμαίου πολιτισμού – αποθήκες και καλοχτισμένους δρόμους. Εγκαθίδρυσαν έναν νέο οικισμό στο Σαν Μιγκέλ (σημερινή Πιούρα), και μέχρι το τέλος του έτους 1532 μ.Χ., ο Πιθάρο ήταν έτοιμος να κάνει την πρώτη επαφή με τους ηγεμόνες μιας αυτοκρατορίας η οποία φαινόταν τεράστια και πλούσια.
Προβλήματα στην Αυτοκρατορία
Όταν οι εισβολείς έφτασαν στο Περού, οι Ίνκας αντιμετώπιζαν ήδη κάποια σοβαρά εσωτερικά προβλήματα. Όπως είδαμε, η τεράστια αυτοκρατορία τους ήταν μια πολιτικά εύθραυστη και χαλαρή ενσωμάτωση κατακτημένων κρατών των οποίων η υποτέλεια οφειλόταν στη στρατιωτική κυριαρχία των Ίνκας και στη σύλληψη ομήρων - τόσο σημαντικών προσώπων όσο και σημαντικών θρησκευτικών αντικειμένων - για να εξασφαλιστεί η συνεχής, αν και επισφαλής, συμμόρφωση με την εξουσία του Κούσκο. Αντιδημοφιλείς φόροι εισπράττονταν με τη μορφή αγαθών ή υπηρεσιών (στρατιωτική και γενική εργασία) και πολλές κοινότητες μετεγκαταστάθηκαν αναγκαστικά σε άλλα μέρη της αυτοκρατορίας ή έπρεπε να υποδεχτούν νέες κοινότητες ανθρώπων πιο πιστών στους άρχοντές τους.
Επίσης, οι Ίνκας επέβαλαν τη θρησκεία τους στους κατακτημένους λαούς, ακόμα κι αν επέτρεπαν τη διατήρηση της λατρείας ορισμένων θεών, υπό την προϋπόθεση ότι θα θεωρούνταν υποδεέστεροι του θεού Ίντι. Οι Ίνκας επέβαλαν ακόμη και τη δική τους τέχνη σε όλη την αυτοκρατορία ως έναν τρόπο να επιδεικνύουν οπτικά ποια ακριβώς ήταν η άρχουσα τάξη. Η κατάκτηση από τους Ίνκας παρείχε και ορισμένα πλεονεκτήματα - μια καλύτερα ρυθμισμένη προσφορά τροφίμων, καλύτεροι δρόμοι και επικοινωνίες, η δυνατότητα στρατιωτικής προστασίας και περιστασιακά πανηγύρια οργανωμένα από το κράτος. Συνολικά, όμως, η μοίρα μιας κατακτημένης περιοχής ήταν τέτοια που, σε πολλές περιπτώσεις, όταν μια αντίπαλη δύναμη απειλούσε την κυριαρχία των Ίνκας, οι κάτοικοι δεν έδειχναν ιδιαίτερη προθυμία να αγωνιστούν για τους Ίνκας. Ορισμένες περιοχές, ειδικά στα βόρεια, ήταν συνεχώς σε εξέγερση, και ένας συνεχιζόμενος πόλεμος στο σημερινό Ισημερινό κατέστησε αναγκαία την ίδρυση μιας δεύτερης πρωτεύουσας των Ίνκας στο Κίτο.
Ίσως πιο σημαντικό από αυτή την αναταραχή, όταν ο Πιθάρο έφτασε στη περιοχή οι Ίνκας ήδη βρίσκονταν σε εμφύλιο πόλεμο. Μετά τον θάνατο του ηγεμόνα των Ίνκας Ουάινα Κάπακ (Wayna Qhapaq) το 1528 μ.Χ., δύο από τους γιους του, ο Ουάσκαρ και ο Αταουάλπα, πολέμησαν σε έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο έξι ετών για τον έλεγχο της αυτοκρατορίας του πατέρα τους. Ο Αταουάλπα τελικά επικράτησε, αλλά στην αυτοκρατορία εξακολουθούσε να υπάρχουν φατρίες που δεν είχαν ακόμη αποδεχθεί πλήρως τη νίκη του.
Τέλος, εκτός από όλους αυτούς τους παράγοντες που έδιναν στους Ισπανούς ένα σοβαρό πλεονέκτημα, οι Ίνκας επλήγησαν από επιδημίες ευρωπαϊκών ασθενειών, όπως η ευλογιά, που είχε εξαπλωθεί από την κεντρική Αμερική ακόμη πιο γρήγορα και από τους ίδιους τους Ευρωπαίους εισβολείς. Μια τέτοια ασθένεια σκότωσε τον Ουάινα Κάπακ το 1528 μ.Χ. και σε ορισμένα μέρη ένα εκπληκτικό ποσοστό (65-90%) του πληθυσμού χάθηκε από αυτόν τον αόρατο εχθρό.
Ο Πιθάρο συναντά τον Αταουάλπα
Την Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου 1532 μ.Χ., οι Ισπανοί πλησίασαν την πόλη των Ίνκας στην Καχαμάρκα, στα υψίπεδα του Περού. Ο Πιθάρο έστειλε μήνυμα ότι ήθελε να συναντήσει τον βασιλιά των Ίνκας, που απολάμβανε τις τοπικές πηγές και την πρόσφατη νίκη του επί του Ουάσκαρ. Ο Αταουάλπα συμφώνησε να συναντήσει επιτέλους τους πολυφημισμένους γενειοφόρους λευκούς άνδρες που είχε γίνει γνωστό ότι μάχονταν εδώ και πολύ καιρό για να φτάσουν από την ακτή. Προστατευμένος με ασφάλεια από τον ισχυρό στρατό του που αποτελούνταν από 80.000 στρατιώτες, ο Αταουάλπα φαίνεται ότι δεν αισθανόταν καμία απειλή από μια τόσο μικρή εχθρική δύναμη, και άφησε τον Πιθάρο να περιμένει μέχρι την επόμενη μέρα.
Η πρώτη επίσημη συνάντηση μεταξύ του Πιθάρο και του Αταουάλπα περιελάμβανε μερικές ομιλίες, κάποια ποτά ενώ παρακολούθησαν μαζί επίδειξη ιππασίας από τους ισπανούς, και τίποτα άλλο ιδιαίτερο. Και οι δύο πλευρές απομακρύνθηκαν σχεδιάζοντας να συλλάβουν ή να σκοτώσουν τους αντιπάλους με την πρώτη ευκαιρία. Την επόμενη κιόλας μέρα ο Πιθάρο, χρησιμοποιώντας προς όφελός του την δαιδαλώδη ρυμοτομία της πόλης των Ίνκας, τοποθέτησε τους άντρες του σε ενέδρα για να περιμένουν την άφιξη του Αταουάλπα στην κεντρική πλατεία. Όταν έφτασε ο βασιλικός στρατός, ο Πιθάρο πυροβόλησε με τα μικρά κανόνια του και στη συνέχεια οι άνδρες του, φορώντας πανοπλίες, επιτέθηκαν έφιπποι. Στη μάχη που ακολούθησε, όπου δόρατα, βέλη, σφεντόνες και ρόπαλα δεν μπορούσαν να αντιπαρατεθούν με τα πυροβόλα όπλα, 7.000 Ίνκας σκοτώθηκαν έναντι μηδενικών ισπανικών απωλειών. Ο Αταουάλπα δέχτηκε ένα χτύπημα στο κεφάλι και συνελήφθη ζωντανός.
Τα λύτρα του Αταουάλπα και ο θάνατός του
Είτε ζητήθηκαν τα λύτρα από τον Πιθάρο είτε προσφέρθηκαν από τον ίδιο τον Αταουάλπα, η ασφαλής επιστροφή του στους δικούς του θα πραγματοποιούνταν εάν ένα δωμάτιο διαστάσεων 6,2 x 4,8 μέτρων γέμιζε σε ύψος έως και 2,5 μέτρα με όλους τους θησαυρούς που μπορούσαν να προσφέρουν οι Ίνκας. Αυτό έγινε και το δωμάτιο γέμισε με χρυσά αντικείμενα, από κοσμήματα μέχρι είδωλα. Το δωμάτιο γέμισε ακόμα δύο φορές με ασημένια αντικείμενα. Το όλο εγχείρημα κράτησε οκτώ μήνες και η αξία των συσσωρευμένων θησαυρών σήμερα υπολογίζεται πολύ πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια. Εν τω μεταξύ, ο Αταουάλπα συνέχισε να διοικεί την αυτοκρατορία του από την αιχμαλωσία και ο Πιθάρο έστειλε εξερευνητικές αποστολές στο Κούζκο και το Πατσακαμάκ ενώ περίμενε ενισχύσεις από τον Παναμά, αφού έστειλε μια ποσότητα χρυσού για να δώσει μια ιδέα του πλούτου που προσφερόταν. Έπειτα, αν και είχε πάρει τα λύτρα του, ο Πιζάρο δίκασε με συνοπτικές διαδικασίες και εκτέλεσε τον Αταουάλπα, στις 26 Ιουλίου 1533 μ.Χ. Ο βασιλιάς των Ίνκας αρχικά καταδικάστηκε σε θάνατο με καύση στην πυρά, αλλά όταν ο μονάρχης συμφώνησε να βαφτιστεί, αυτό μετατράπηκε σε θάνατο με στραγγαλισμό.
Μερικοί από τους άντρες του Πιθάρο θεώρησαν ότι αυτή ήταν η χειρότερη δυνατή αντιμετώπιση και ο Πιθάρο δέχθηκε κριτική από τον Ισπανό βασιλιά επειδή συμπεριφέρθηκε τόσο άθλια σε έναν ξένο ηγεμόνα, αλλά ο πανούργος Ισπανός ηγέτης είχε αντιληφθεί πόσο υπάκουοι ήταν οι Ίνκας στον βασιλιά τους, ακόμη και όταν τον κρατούσαν αιχμάλωτο οι εχθροί. Καθώς ο βασιλιάς θεωρούταν ζωντανός θεός, ο Πιθάρο αντιλήφθηκε πως μόνο ο θάνατός του θα έφερνε την ολοκληρωτική υποταγή των Ίνκας. Πράγματι, ακόμη και μετά το θάνατο, ο βασιλιάς των Ίνκας ασκούσε επιρροή στον λαό του γιατί το κομμένο κεφάλι του Αταουάλπα γέννησε τον θρύλο των Ινκάρι. Γιατί οι Ίνκας πίστευαν ότι μια μέρα το κεφάλι θα μεγάλωνε ένα νέο σώμα και ο κυβερνήτης τους θα επέστρεφε, θα νικούσε τους Ισπανούς και θα αποκαθιστούσε τη φυσική τάξη των πραγμάτων. Σημαντικό ήταν ότι η περίοδος της αιχμαλωσίας του Αταουάλπα είχε δείξει στους Ισπανούς ότι υπήρχαν ισχυρές φατρίες στην Αυτοκρατορία των Ίνκας τις οποίες μπορούσαν να τις εκμεταλλευτούν προς όφελός τους.
Η πτώση του Κούζκο
Έχοντας πετύχει καίριο χτύπημα, οι Ισπανοί στη συνέχεια ξεκίνησαν να κατακτήσουν το Κούσκο με τους τεράστιους χρυσούς θησαυρούς του που ανέφερε ο Ερνάντο Πιθάρο μετά την αναγνωριστική του αποστολή. Μετά από αυτό,θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν και την υπόλοιπη αυτοκρατορία. Η πρώτη μάχη ήταν με στρατεύματα πιστά στον Αταουάλπα κοντά στο Χατούν Σάουσα, αλλά ο τοπικός πληθυσμός, που ήθελε την ήττα των Ίνκας, βοήθησε τους Ισπανούς. Έδωσαν στους Ισπανούς προμήθειες από τις αποθήκες που βρίσκονταν στην περιοχή και ο Πιθάρο ίδρυσε εκεί την πρωτεύουσά του. Η βοήθεια των ντόπιων και η λεηλασία των αποθηκών των Ίνκας έγινε ένα συνηθισμένο μοτίβο που βοήθησε τον Πιθάρο στο υπόλοιπο της κατάκτησής του.
Στη συνέχεια, οι εισβολείς νίκησαν το στρατό που υποχωρούσε στο Βίλκασβαμάν, αλλά δεν είχαν μόνο επιτυχίες και μάλιστα υπέστησαν στρατιωτική ήττα όταν μια εμπροσθοφυλακή δέχθηκε αιφνιδιαστική επίθεση στο δρόμο προς το Κούσκο. Την επόμενη μέρα, όμως, οι επισκέπτες του Παλαιού Κόσμου συνέχισαν την ασταμάτητη πορεία τους σαρώνοντας τα πάντα στο πέρασμά τους. Μια σύντομη αντίσταση στο Κούσκο καταπνίγηκε και η πόλη έπεσε στα χέρια του Πιθάρο στις 15 Νοεμβρίου 1533 μ.Χ. Οι εισβολείς άρπαξαν τους θησαυρούς της πόλης και έλιωσαν τα χρυσά θαύματα του ναού της Κορικάντσα.
Η πρώτη προσπάθεια του Πιθάρο να εγκαταστήσει έναν κυβερνήτη-μαριονέτα - τον Τούπα Ουάλπα, τον μικρότερο αδερφό του Ουάσκαρ - απέτυχε να αποκαταστήσει οποιοδήποτε είδος πολιτικής τάξης και σύντομα ο Ουάλπα πέθανε από ασθένεια. Ένας δεύτερος κυβερνήτης μαριονέτα ανέβηκε στην εξουσία - ο Μάνκο Ίνκα, ένας άλλος γιος του Ουάινα Κάπακ. Όταν εξασφαλίστηκε ότι το κράτος δεν θα καταρρεύσει, ο Πιθάρο και οι άνδρες του έφυγαν για να επιβάλουν την ειρήνη στην υπόλοιπη αυτοκρατορία και να προσπαθήσουν να βρουν και άλλους θησαυρούς.
Η κατάκτηση της Αυτοκρατορίας
Οι Ισπανοί δοκιμάστηκαν σκληρά στα βόρεια εδάφη, όπου οι στρατοί με επικεφαλής τον Ρουμινάουι και τον Κιζκίζ άντεξαν, αλλά και αυτοί τελικά συνθηκολόγησαν λόγω εσωτερικών διαμαχών και οι ηγέτες τους σκοτώθηκαν. Δεν υπήρχε απάντηση στην ασυγκράτητη επέκταση των Ευρωπαίων. Σε αυτό, συνέβαλλε πολύ και ο τελετουργικός τρόπος πολέμου των Ίνκας. Τακτικές όπως η εξαπάτηση, η ενέδρα και η υπονόμευση ήταν άγνωστες σε αυτούς κατά τη διάρκεια του πολέμου, το ίδιο και η αλλαγή της τακτικής στη μέση της μάχης και η εκμετάλλευση των ευκαιριών που έδιναν οι τυχόν αδυναμίες του εχθρού. Επιπλέον, οι πολεμιστές των Ίνκας εξαρτιόνταν σε μεγάλο βαθμό από τους αξιωματικούς τους, και αν αυτοί έπεφταν στη μάχη, ένας ολόκληρος στρατός μπορούσε γρήγορα να τραπεί σε πανικόβλητη υποχώρηση. Αυτοί οι παράγοντες καθώς και τα ανώτερα όπλα των Ευρωπαίων σήμαιναν ότι οι Ίνκας είχαν πολύ λίγες πιθανότητες να υπερασπιστούν μια τεράστια αυτοκρατορία που έτσι κι αλλιώς ήταν ήδη δύσκολο να διαχειριστούν. Οι Ίνκας έμαθαν γρήγορα να αντιστέκονται και να αντιμετωπίζουν το ιππικό, για παράδειγμα πλημμυρίζοντας περιοχές υπό επίθεση ή πολεμώντας σε ανώμαλο έδαφος, αλλά τα δόρατα, οι σφεντόνες και τα ρόπαλά τους δεν μπορούσαν να συναγωνιστούν τις σφαίρες, τις βαλλίστρες, τα σπαθιά και τις ατσάλινες πανοπλίες. Οι Ισπανοί είχαν επίσης σχεδόν τον μισό πληθυσμό της παλιάς αυτοκρατορίας με το μέρος τους, καθώς παλιές αντιπαλότητες και φατρίες επανεμφανίστηκαν.
Οι Ισπανοί σύντομα ανακάλυψαν ότι η τεράστια γεωγραφική εξάπλωση της νέας τους αυτοκρατορίας και οι εγγενείς δυσκολίες της στην επικοινωνία και τον έλεγχο (ακόμη κι αν οι προκάτοχοί τους είχαν κατασκευάσει ένα εξαιρετικό οδικό σύστημα) σήμαιναν ότι θα αντιμετώπιζαν τα ίδια προβλήματα διαχείρισης με τους Ίνκας. Εξεγέρσεις και αποστασίες εξαπλώθηκαν παντού, και ακόμη και ο Μάνκο Ίνκα επαναστάτησε και σχημάτισε τον δικό του στρατό για να προσπαθήσει να κερδίσει πραγματική δύναμη για τον εαυτό του. Το Κούζκο και το νέο ισπανικό προπύργιο Θιουδάδ Ντε Λος Ρέγες (Λίμα) πολιορκήθηκαν από δύο τεράστιους στρατούς των Ίνκας, αλλά οι Ισπανοί άντεξαν έως ότου οι επιτιθέμενοι έπρεπε να υποχωρήσουν. Οι στρατοί των Ίνκας αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από αγρότες και δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν τη σοδειά τους χωρίς να λιμοκτονήσουν οι κοινότητές τους. Η πολιορκία ξανάρχισε τον επόμενο χρόνο, αλλά για άλλη μια φορά οι Ισπανοί αντιστάθηκαν και, όταν σκότωσαν τους αρχηγούς του στρατού σε μια εσκεμμένα στοχευμένη επίθεση, η αντίσταση στη νέα τάξη πραγμάτων έσβησε. Ο Μάνκο Ίνκα αναγκάστηκε να φύγει νότια όπου δημιούργησε έναν θύλακα των Ίνκας στο Βιλκαμπάμπα. Αυτός και οι διάδοχοί του θα αντιστέκονταν για άλλες τέσσερις δεκαετίες. Τελικά, το 1572 μ.Χ., μια ισπανική δύναμη με επικεφαλής τον αντιβασιλέα Τολέδο συνέλαβε τον βασιλιά των Ίνκας Τούπα Αμάρου, τον οδήγησε στο Κούσκο και τον εκτέλεσε. Ο τελευταίος ηγεμόνας των Ίνκας είχε φύγει και μαζί του κάθε ελπίδα για την αποκατάσταση της κάποτε μεγάλης αυτοκρατορίας τους.
Συμπέρασμα
Ο Αταουάλπα, μετά τη νίκη στον πόλεμο με τον αδερφό του, σκότωσε ιστορικούς και κατέστρεψε τα αρχεία κίπου των Ινκα σε μια πράξη που προοριζόταν να αποτελέσει μια ολική ανανέωση, αυτό που οι Ίνκα αποκαλούσαν πατσακούτι ή «ανατροπή του χρόνου και του χώρου», μια εποχή που άλλαξε, κάτι που οι Ίνκας πίστευαν ότι συνέβαινε περιοδικά κατά τη διάρκεια των αιώνων. Κατά ειρωνικό τρόπο ο Αταουάλπα υπέστη ο ίδιος ένα πατσακούτι και οι νέοι ηγεμόνες λεηλάτησαν, έκαψαν και θα κατέστρεψαν κάθε κατάλοιπο του πολιτισμού των Άνδεων που μπόρεσαν να βρουν. Η άφιξη του Παλαιού Κόσμου στον Νέο τον ανέτρεψε. Τίποτα δεν θα ήταν ποτέ ξανά το ίδιο.
Οι Ισπανοί, μετά από δεκαετίες εσωτερικών τους προβλημάτων, που περιελάμβαναν και τη δολοφονία του Πιθάρο, δημιούργησαν τελικά μια σταθερή αποικιακή κυβέρνηση το 1554 μ.Χ. Για τους λαούς των Άνδεων, ο τρόπος ζωής τους, ο οποίος είχε διατηρηθεί για χιλιετίες, παρά τη διακοπή της κατάκτησης των Ίνκας, αμφισβητήθηκε ξανά από τη νέα κατάσταση. Αυτοί ήταν οι τυχεροί, ωστόσο, καθώς μέχρι το 1570 μ.Χ., το 50% του προκολομβιανού πληθυσμού των Άνδεων είχε αφανιστεί. Για εκείνους τους απλούς ανθρώπους που επέζησαν από τις καταστροφές του πολέμου και των ασθενειών, δεν επρόκειτο να υπάρξει ανάπαυλα από έναν αρπακτικό κυρίαρχο πάντα πρόθυμο να κλέψει τον πλούτο τους και να τους επιβάλει μια ξένη θρησκεία.